Αποκλιμάκωση και μάλιστα ισχυρή στις τιμές ενέργειας καταγράφεται σήμερα στις διεθνείς αγορές, ενώ σημαντικές είναι και οι πιέσεις που δέχεται ο χρυσός, σε μία ένδειξη ότι οι φόβοι των επενδυτών για ανάληψη ρίσκου έχουν μειωθεί.
Μετά το ράλι των προηγούμενων ημερών, το brent υποχωρεί 3,8% στα 123 δολάρια, έχοντας φθάσει ενδοσυνεδριακά έως και τα 131 δολάρια, ενώ ανάλογη είναι η εικόνα και για το αμερικανικό αργό με απώλειες 4,6% στα 118 δολάρια.
Η πτώση αποδίδεται και στο γεγονός ότι οι αγορές δεν ανησυχούν ιδιαίτερα από την επιβολή εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικών ενεργειακών προϊόντων από τις ΗΠΑ, ενώ μάλλον δέχθηκαν με ανακούφιση πρόσφατες δηλώσεις του Ουκρανού προέδρου Ζελένσκι ότι η χώρα του δεν επιθυμεί πλέον να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει στην αποκλιμάκωση της σύγκρουσης.
Παράλληλα οι αγορές εμφανίζονται σχεδόν βέβαιες ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα στην τροφοδοσία τους, παρά την άρνηση της Σ. Αραβίας να προχωρήσει σε αύξηση της παραγωγής της, αλλά την ίδια ώρα η Δύση φέρεται ότι διαπραγματεύεται με το Ιράν προκειμένου αυτό να αυξήσει την παραγωγή του, εάν φυσικά υπάρξει συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Επιπρόσθετα η αποδέσμευση αρκετών εκατ. βαρελιών πετρελαίου από τα διεθνή αποθέματα, μοιάζει τελικά να καθησυχάζει τις αγορές, ενώ η πτώση των τιμών έχει και «οσμή» κατοχύρωσης κερδών κυρίως από hedge funds, μετά το ράλι των προηγούμενων συνεδριάσεων.
Σε ελεύθερη πτώση με απώλειες που ξεπέρασαν ακόμη και το 22% η τιμή του φυσικού αερίου στην αγορά της Ολλανδίας στα 167 ευρώ, με την προμήθεια των ευρωπαϊκών χωρών από ρωσικό φυσικό αέριο να συνεχίζεται χωρίς προβλήματα, ενώ οι συνεχείς διαβεβαιώσεις εκ μέρους Ευρωπαίων αξιωματούχων ότι τα αποθέματα φυσικού αερίου της Ένωσης «αντέχουν» μάλλον ανακουφίζει την αγορά.
Η ενίσχυση της ανάληψης ρίσκου εκ μέρους των επενδυτών, όπως αποδεικνύει και η σημερινή πορεία των μετοχικών αγορών που εμφανίζουν ισχυρό ριμπάουντ, συνοδεύεται και με αποχώρηση από το ασφαλές καταφύγιο του χρυσού, με το πολύτιμο μέταλλο να υποχωρεί στην αγορά του Λονδίνου άνω του 2% και να διαμορφώνεται χαμηλότερα από τα 2.000 δολάρια, επίπεδο που είχε ξεπεράσει σημαντικά το προηγούμενο διάστημα.