Αυξάνεται, έστω και λίγο, η βαρύτητα της ελληνικής αγοράς στο παγκόσμιο «ζύγι» των αναδυόμενων αγορών σύμφωνα με την ετυμηγορία της Morgan Stanley Capital International, που χθες εκτάκτως ενέταξε τη μετοχή της ΔΕΗ στον MSCI Global Standard Greece, χωρίς όμως να δικαιώσει τις προσδοκίες για την εισαγωγή της Εθνικής, αλλά ούτε και τις εκτιμήσεις για διαγραφή της Jumbo. Διαγράφηκε πάντως από τον δείκτη μεσαίας κεφαλαιοποίησης MSCI η μετοχή του ΟΛΠ.
Όσον αφορά τη μετοχή της Εθνικής, όλα δείχνουν ότι δεν κατάφερε να περάσει στον MSCI, παρά την αύξηση της κεφαλαιοποίησης πάνω από τα 2 δισ. ευρώ, λόγω της συμμετοχής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με ποσοστό άνω του 40%, η οποία περιορίζει το ποσοστό των μετοχών σε ελεύθερη διασπορά (free float).
Πλέον, ο MSCI Global Standard Greece περιλαμβάνει έξι ελληνικές μετοχές (ΟΤΕ, ΟΠΑΠ, Jumbo, Alpha Bank, Eurobank και ΔΕΗ), ενώ έως πριν από έξι μήνες, αποτελούνταν μόνο από τις τρεις πρώτες. H Eurobank εισήλθε στα τέλη του περασμένου Μαΐου, ενώ η Alpha Bank αναβαθμίστηκε εκτάκτως στον δείκτη ΜSCI Emerging Standard Index στις 14 Ιουλίου 2021, μετά το πέρας της επιτυχούς αύξησης κεφαλαίου κατά 800 εκατ. ευρώ.
Θυμίζουμε πως η ελληνική αγορά είχε μπει στην… ελίτ των αγορών πριν από είκοσι χρόνια, στις 31 Μαΐου του 2001, μετά την είσοδο στη ζώνη του ευρώ, με τον Γενικό Δείκτη πάνω από τις 3.000 μονάδες και «νωπό» ακόμη το… ράλι του 1999, που είχε φέρει και ισχυρό momentum εισαγωγής εκατοντάδων νέων εταιρειών στο χρηματιστηριακό ταμπλό.
Τότε η Ελλάδα αναβαθμίστηκε για πρώτη φορά σε ώριμη από ανεπτυγμένη αγορά, με την Morgan Stanley Capital International να εισάγει αρχικά 23 ελληνικές μετοχές στους δείκτες της και με τη βαρύτητα της χώρας να διαμορφώνεται μάλιστα στο 1%.
Έκτοτε, η παγκόσμια επενδυτική βιομηχανία μεγάλωσε και «απλώθηκε» περαιτέρω, ενώ αντίθετη πορεία είχε το ελληνικό χρηματιστήριο, ειδικά μετά την κατάρρευση του 2010 και την είσοδο στα μνημόνια.
Έτσι, το μεγάλωμα άλλων διεθνών αγορών – χωρών και η παράλληλη σμίκρυνση της ελληνικής οικονομίας και αγοράς, μείωσε προοδευτικά τους εκπροσώπους του Χ.Α. και από τις 23 συμμετοχές στους δείκτες, η Ελλάδα έπεσε στις οκτώ έως πριν από λίγα χρόνια.
Η χώρα μας υποβαθμίστηκε στους συγκεκριμένους δείκτες τη 10ετία της χρεοκοπίας και των μνημονίων, με το ελληνικό χρηματιστήριο να υποβιβάζεται σε αναδυόμενη αγορά (emerging market) από τη Morgan Stanely το 2012, αμέσως μετά την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρεόυς. Από τις οκτώ μετοχές που απάρτιζαν το δείκτη MSCI Standard Greece, τα τελευταία χρόνια με τη διαγραφή των τραπεζών και της Motor Oil η ελληνική αγορά έμεινε μόλις με τρεις παρουσίες (ΟΤΕ, ΟΠΑΠ και Jumbo).
Όπως σημειώνει ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης, «πλέον η σταθμισμένη βαρύτητα της χώρας μας έχει κατέλθει περίπου στο 0,20% του βασικού δείκτη. Εκτός από τη μείωση των εγχώριων κεφαλαιοποιήσεων και τη διαγραφή εταιρειών που πληρούσαν τα κριτήρια συμμετοχής στους δείκτες, ο λόγος αυτής της συρρίκνωσης έχει να κάνει με την είσοδο νέων χωρών στη σύνθεση του δείκτη και με την αύξηση της αντιπροσωπευτικότητας διαφορετικών οικονομικών κλάδων στη διαμόρφωση του δείκτη».
Στη διαδρομή του ελληνικού MSCI στίγμα αποτέλεσε η περίπτωση της Folli Follie, καθώς τα χαρακτηριστικά της μετοχής (κεφαλαιοποίηση, free float κ.α.) είχαν οδηγήσει στην ένταξη της στο δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης της MSCI, με συνέπεια να έχουν τοποθετήσει κεφάλαια τα παθητικά funds και να υποστούν ζημιές μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου.
Η αλλαγή και το στοίχημα των επόμενων ετών
Τώρα πλέον, αργά αλλά τουλάχιστον σταθερά, η ελληνική αγορά δείχνει να αυξάνει το εκτόπισμά της και από τους μόλις τρεις εκπροσώπους στον MSCI Global Standard έχει φτάσει στους έξι, με την προοπτική σε επόμενες αναθεωρήσεις να εισαχθούν και άλλες εταιρείες όπως Εθνική, Μυτιληναίος, Πειραιώς, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Motor Oil κ.α. Πάντα με απαραίτητη προϋπόθεση την περαιτέρω βελτίωση της εικόνας του ελληνικού χρηματιστηρίου που θα φέρνει και ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης αυτών των μετοχών συνάμα με αύξηση της εμπορευσιμότητάς τους.
Το σημαντικότερο για να μπορέσει να «αβγατίσει» ο ελληνικός MSCI και να προσελκύσει περισσότερα κεφάλαια στην αγορά είναι να επανέλθει το ελληνικό χρηματιστήριο στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών. Αυτό βρίσκεται στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα της αγοράς: απαραίτητη προϋπόθεση για την επάνοδο στις ανεπτυγμένες αγορές είναι να επανέλθει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade) των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, κάτι που αναμένεται, στην καλύτερη περίπτωση, το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Η ελληνική αγορά από τότε που υποβαθμίστηκε από τις ανεπτυγμένες στις αναδυόμενες αγορές, έχασε σταδιακά αρκετές θέσεις μετοχών σε κυρίαρχους διεθνείς δείκτες, που λειτουργούν σαν οδηγός για πολλά θεσμικά χαρτοφυλάκια παθητικής διαχείρισης. Έτσι, η τωρινή αλλαγή ρότας, ασφαλώς είναι θετική εξέλιξη και δείχνει ότι η Ελλάδα «επιστρέφει» σταδιακά στο διεθνές επενδυτικό στερέωμα.
Οι εισροές στη ΔΕΗ
Η μετοχή της ΔΕΗ θα εισαχθεί στον δείκτη την επόμενη Τετάρτη 17 Νοεμβρίου, μια ημέρα μετά την εισαγωγή των 150.000.000 νέων μετοχών που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της αύξησης κεφαλαίου, που θα ανεβάσουν και… επίσημα την κεφαλαιοποίηση πέριξ των 4 δισ. ευρώ. Έτσι, στη συνεδρίαση της Τρίτης αναμένεται ισχυρό rebalancing που, αν κρίνουμε από την κινητικότητα της μετοχής στις πέντε τελευταίες συνεδριάσεις, θα φέρει μεγάλη αξία συναλλαγών.
Θυμίζουμε ότι στη μετοχή της ΔΕΗ έχουν διακινηθεί στις πέντε τελευταίες συνεδριάσεις 115 εκατ. ευρώ, ενώ έχουν αλλάξει χέρια 12.614.845 μετοχές. Σε αυτές τις συναλλαγές περιλαμβάνονται οι αγορές τίτλων από hedge funds, τα οποία εφαρμόζουν μια συνηθισμένη κερδοσκοπική στρατηγική όταν επίκεινται αναβαθμίσεις: αγοράζουν μετοχές για να τις πουλήσουν λίγο αργότερα στα παθητικά funds.
Φαίνεται πως οι τελικές εισροές στη μετοχή της ΔΕΗ θα είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ όσες είχε εκτιμήσει η Societe Generale, που παρακολουθεί συστηματικά τους δείκτες MSCI και τις εκάστοτε αναθεωρήσεις. Η Societe είχε εκτιμήσει ότι η είσοδος της ΔΕΗ στον MSCI θα έφερνε εισροές ύψους 47,7 εκατ. ευρώ. Όμως, σε αυτούς τους υπολογισμούς που είχαν γίνει στις 15 Οκτωβρίου δεν είχε ληφθεί υπόψη η μεγέθυνση της ΔΕΗ μέσα από την αύξηση κεφαλαίου, το ύψος της οποίας έφθασε τα 1,35 δισ. ευρώ έναντι αρχικού ελάχιστου ορίου 750 εκατ. ευρώ.
Με τα νέα δεδομένα, η αναβάθμιση εκτιμάται ότι θα φέρει στη μετοχή της ΔΕΗ πρόσθετα κεφάλαια τουλάχιστον 150 εκατ. ευρώ, τα οποία, όπως συνήθως συμβαίνει, θα διαχυθούν ευρύτερα στην αγορά.
Κρατά επαφή με τις 920 μονάδες ο Γ. Δείκτης
Κατά τα λοιπά, το θετικό για την αγορά είναι ότι, παρά τις κινήσεις μικρής υποχώρησης των τελευταίων συνεδριάσεων, κρατείται με σχετική ευκολία η επαφή με τις 920 μονάδες. Το Χ.Α. κάνει κυρίως ενδοσυνεδριακές διορθώσεις και στο τέλος «επιστρέφει», στοιχείο που είναι ενθαρρυντικό. Στη συνεδρίαση της Τρίτης ο Γ.Δ. έφτασε να διορθώνει έως 0,80% όμως στο τέλος έκλεισε μόλις στο -0,08%, ενώ χθες έφτασε να διορθώνει έως 0,67%, για να κλείσει σχεδόν αμετάβλητος (-0,03%).
Παράλληλα, είναι αξιοσημείωτη η επιστροφή της «μεσαίας τάξης», με τον Mid Cap να κλείνει χθες για πέμπτη σερί συνεδρίαση θετικά με κέρδη 0,39% στις 1.514,77 μονάδες, πολύ κοντά στις 1.519,90 μονάδες που είναι τα υψηλά δεκαετίας, στα οποία βρέθηκε στα τέλη του περασμένου Αυγούστου. Στην περιοχή των 1.520 μονάδων ο Mid Cap είχε να βρεθεί από τον Απρίλιο του 2011.
Παρόμοια εικόνα εξισορρόπησης και μικρών διακυμάνσεων επικράτησε και σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές, καθώς έχει δημιουργήσει αβεβαιότητα η απροσδόκητα μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, στο 6,2% τον Οκτώβριο, που ασκεί πίεση στη Fed για γρηγορότερη αύξηση των επιτοκίων. Ενθαρρυντικό είναι, πάντως, ότι χθες ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq ανέκτησε ένα μέρος από τις βαριές απώλειες που είχε σημειώσει την Τετάρτη, επιβεβαιώνοντας ότι η αγορά έχει ακόμη αποθέματα αντοχής στις πληθωριστικές πιέσεις και στις εκτιμήσεις για αύξηση επιτοκίων.
Χθες αρκετοί επενδυτές προχώρησαν σε ρευστοποιήσεις στις μετοχές της ΔΕΗ και της Εθνικής, με τις δύο μετοχές να υποχωρούν κατά 4,77% και 2,83% αντίστοιχα. Οι δύο μετοχές διακίνησαν συνολικό τζίρο 31,2 εκατ. ευρώ (16,35 εκατ. η Εθνική, 14,86 εκατ. η ΔΕΗ), ήτοι άνω του 40% του συνολικού τζίρου της αγοράς που έφτασε στα 70,89 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, 12,80 εκατ. ευρώ, ήτοι το 18,4% του συνόλου των συναλλαγών ήταν πακέτα σε Εθνική, ΑΔΜΗΕ και Alpha Bank. Στο μεσαίο χώρο, ξεχώρισε με έμφαση η Autohellas (+4,99%) ύστερα από τα εξαιρετικά αποτελέσματα που ανακοίνωσε την Τρίτη.