Η ισοτιμία του ευρώ κατά την κλείσιμο τον συναλλαγών στο Χρηματιστήριο της Μόσχας ενισχύθηκε κατά 1,2% , φθάνοντας σε σχέση με την προηγούμενη συνεδρίαση τα 92,0275 ρούβλια, ενώ το δολάριο ενισχύθηκε κατά 0,75% φθάνοντας σχεδόν τα 79 ρούβλια (78,8). Τελευταία φορά που το ευρώ είχε ξεπεράσει τα 92 ρούβλια ήταν τον Ιανουάριο του 2016.
Το Κρεμλίνο ωστόσο δεν ανησυχεί για την πτώση της αξίας του ρουβλίου που παρατηρείται τους τελευταίους τρεις μήνες και αναμένει την ανάκαμψη του.
«Το πολύ πρόσφατο και πρόσφατο παρελθόν μας δείχνει ότι αυτή η αστάθεια είναι αμφίπλευρη και παρατηρείται κατά περιόδους, όταν το ρούβλι χάνει την ισχύ του, ξεκινούν περίοδοι που αποκαθιστούν την ισχύ αυτή. Είναι άλλο ζήτημα σε ποιο χρονικό διάστημα θα συμβεί αυτό» δήλωσε ο εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Πεσκόφ.
Την ίδια στιγμή τους τελευταίους τρεις μήνες το ρούβλι εξακολουθεί να χάνει την αξία του έναντι του δολαρίου και του ευρώ. Το δολάριο στο διάστημα αυτό ενισχύθηκε κατά σχεδόν 9 ρούβλια και το ευρώ σχεδόν κατά 13 ρούβλια.
Οι αναλυτές του Interfax-CHEA συνδέουν την πτώση του ρουβλίου με την αύξηση των γεωπολιτικών κινδύνων γύρα από την Ρωσία που σχετίζονται με την εμπλοκή της χώρας στην πολιτική κρίση της Λευκορωσίας και τις εξελίξεις με την υπόθεση του Ρώσου πολιτικού της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι.
Πριν από ένα χρόνο το ένα δολάριο ισοδυναμούσε με 65 ρούβλια ενώ το ένα ευρώ με 70. Η απότομη πτώση του ρουβλίου καταγράφηκε τον Μάρτιο, όταν με την διασπορά του κορονοϊού η παγκόσμια οικονομία βρέθηκε αντιμέτωπη με την πτώση της τιμής του πετρελαίου, η οποία επιδείνωσε τις συνέπειες της πανδημίας.
Ρώσοι αναλυτές πάντως εκτιμούν, όπως μεταδίδει το πρακτορείο TASS ότι το ρούβλι θα συνεχίσει την προσεχή εβδομάδα την πτωτική του πορεία, υπό τις πιέσεις που θα δέχεται εξαιτίας των φόβων να επιβληθούν πρόσθετα περιοριστικά μέτρα λόγω κορονοϊού, χωρίς να αποκλείουν την ίδια στιγμή ανοδικές τάσεις στην ρωσική αγορά μετοχών.