Τρεις συνεδριάσεις έμειναν πλέον για το κλείσιμο μιας εξαιρετικής χρονιάς για το ελληνικό χρηματιστήριο και πλέον το μοναδικό στοίχημα που πιθανότατα έχει να κερδίσει το ελληνικό χρηματιστήριο – καθαρά για σημειολογικούς λόγους – είναι το αν ο Γενικός Δείκτης θα κάνει φινάλε πάνω από το όριο ψυχολογίας των 1.300 μονάδων. Με οκτώ έως τώρα ανοδικούς μήνες και μόλις τρεις πτωτικούς, μένει να δούμε πως θα κλείσει και ο Δεκέμβριος που έως τώρα είναι στο +1,24% σε επίπεδο κεντρικού δείκτη, κάτι που πρωτίστως οφείλεται στις μετοχές του μεσαίου χώρου.
Και τούτο διότι ο FTSE 25 το Δεκέμβριο βρίσκεται μόλις στο +0,05%, ο τραπεζικός δείκτης διορθώνει σε ποσοστό 2,31% παρουσιάζοντας κάποια εύλογα σημάδια κόπωσης, ενώ αντιθέτως, ο Mid Cap βρίσκεται στο +5,75% το μήνα, συνεχίζοντας την εξαιρετική του πορεία.
Σε επίπεδο έτους, το Χ.Α. βρίσκεται στην 3η θέση των αποδόσεων παγκοσμίως πίσω από τον τεχνολογικό Nasdaq που ενισχύεται άνω του 40% και το ρωσικό δείκτη ΜΟΕΧ, που βεβαίως, είναι ειδική περίπτωση. Ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. ενισχύεται το 2023 σε ποσοστό 38,84%, ο FTSE 25 κερδίζει 38,31%, ο Mid Cap έχει άνοδο 58,73%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης πρωτοστατεί στην άνοδο με +65,12%.
Μένει να δούμε αν σήμερα θα υπάρξουν δυνάμεις για την υπέρβαση των 1.300 μονάδων, μετά και το νέο εξαιρετικό κλείσιμο των δεικτών της Wall Street χθες, όμως η τρέχουσα εβδομάδα έτσι κι αλλιώς δεν είναι αντιπροσωπευτική, καθώς οι πολλοί επενδυτές απέχουν, οι όγκοι και οι τζίροι αναμένονται μειωμένοι, οπότε πρόκειται για περίοδο ειδικών συνθηκών.
Την περασμένη Τρίτη ο Γ.Δ. ενδοσυνεδριακά έφτασε έως τις 302,34 μονάδες αλλά έκλεισε στις 298,48 μονάδες, την Τετάρτη 20/12 υπήρξε κλείσιμο στις 1.301,81 μονάδες με υψηλό ημέρας στις 1.303,70 μονάδες, την Πέμπτη το υψηλό ημέρας ήταν στις 1.302,70 μονάδες αλλά το κλείσιμο στις 1.298,56 μονάδες (-0,25%), ενώ την Παρασκευή ο Γενικός Δείκτης απομακρύνθηκε περισσότερο από αυτό το όριο, κλείνοντας στις 1.290,89 μονάδες με απώλειες 0,59%.
Είναι σαφές ότι χρειάζονται περισσότερες δυνάμεις για μια πειστική υπέρβαση του κομβικού για την ψυχολογία της αγοράς ορίου, ενώ και οι ημέρες δεν βοηθούν καθώς οι ισχυροί «παίκτες» απέχουν. Σε κάθε περίπτωση όμως, σοβαρές ρευστοποιήσεις που θα αλλοίωναν το momentum της αγοράς δεν υπάρχουν, ενώ οι όποιες κινήσεις κατοχύρωσης κερδών λαμβάνουν χώρα, είναι εποικοδομητικές και φορτίζουν τους κωδικούς με ρευστότητα.
Το περασμένο πενθήμερο, τόσο ο Γενικός Δείκτης όσο και ο FTSE 25 αλλά και ο τραπεζικός κινήθηκαν εξισορροπητικά, όμως ο Mid Cap του μεσαίου χώρου ξεχώρισε για ακόμη μια φορά κερδίζοντας 1,51%. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη που δίνει νέο χρώμα στις συνεδριάσεις, ενώ αρκετές μετοχές αυτής της συνομοταξίας πλέον ανταγωνίζονται ή προσπερνούν σε επιδόσεις αυτές του Large Cap.
Η αξία συναλλαγών στην τελευταία συνεδρίαση έφτασε στα 76,4 εκατ. ευρώ, με την Εθνική να δεσπόζει με κοντά στα 20 εκατ. ευρώ τζίρο, ήτοι περίπου το 22% του συνόλου. Σε εβδομαδιαίο επίπεδο οι μέσες συναλλαγές διαμορφώθηκαν στα 83,6 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 18,9% έναντι της αμέσως προηγούμενης εβδομάδας, ενώ σε επίπεδο έτους, ο μέσος τζίρος είναι στα 111 εκατ. ευρώ, ενισχυμένος κατά 50% έναντι του 2022 που ήταν μόλις στα 74 εκατ. ευρώ.
Στον Mid Cap θετικά ξεχώρισε για ακόμη μια φορά η Intrakat η οποία με άνοδο 3,46% έκλεισε στα 4,48 ευρώ που είναι νέα υψηλά πολλών ετών, ενώ διακίνησε 1 εκατ. τεμάχια μέσω 4,2 εκατ. ευρώ τζίρου. Η μετοχή έβγαλε την εβδομάδα στο +12,28%, το μήνα κερδίζει 29%, ενώ το έτος βρίσκεται στο +207%!
Τι λένε οι αναλυτές
Σε χθεσινή του έκθεση για την πορεία του Χ.Α. ο διευθύνων σύμβουλος της Fast Finance ΑΕΠΕΥ Ηλίας Ζαχαράκης επισημαίνει πως «η χρονιά κλείνει με πολύ σημαντικά κέρδη με τον τραπεζικό κλάδο να έχει αφήσει πίσω του τις άσχημες εποχές και έχει επανέλθει στην κανονικότητα έχοντας πλέον μάλιστα ιδιωτικό χαρακτήρα. Το 2023 είχε αρκετές συγκινήσεις, σημαντικά deals αλλά και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μετά από πολλά χρόνια. Πλέον οι προσδοκίες μεγαλώνουν σε μία οικονομία που οι προβλέψεις δείχνουν ότι θα καταφέρει κόντρα στο ρεύμα να έχει σημαντική αύξηση στο ΑΕΠ, με τους συμμετέχοντες να αυξάνονται εκθετικά τόσο στην πραγματική οικονομία όσο και στο χρηματιστήριο».
Αναφερόμενος στα τεχνικά δεδομένα, ο κ. Ζαχαράκης σημειώνει πως «τα επίπεδα των 1.258 μονάδων συνεχίζουν να είναι το stop μας σε ημερήσιο γράφημα και επόμενο μέλημα μας να είναι η κατοχύρωση του υψηλού του 2023, που είναι στις 1.350 μονάδες. Η αγορά κινείται χωρίς υπερβολές και με rotation ανά κλάδο μιας και οι τζίροι είναι σε χαμηλές πτήσεις. Η ζώνη των 1.325 – 1.350 μονάδων είναι το κλειδί για την συνέχεια, και τα επίπεδα των 1.258 μονάδων η κύρια στήριξη».
Ο CEΟ της Fast Finance είναι αισιόδοξος και για το 2024 τονίζοντας πως «αν όλα κυλήσουν ομαλά, η αγορά θα μπορούσε να επαναλάβει τις αποδόσεις του 2023 και το 2024. Θυμίζουμε ότι το νέο έτος θα δούμε μερίσματα και στον τραπεζικό κλάδο κάτι που έχουν να δούμε πάρα πολλά χρόνια, ενώ μπροστά μας έχουμε σημαντικά πακέτα διάθεσης τόσο στην Εθνική όσο και στην Πειραιώς. Το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος θα μας απασχολήσει το πρώτο τρίμηνο, μιας και αναμένεται η εισαγωγή του ενώ αρκετές εταιρείες είναι στην ουρά για εισαγωγή. Μία κίνηση στην ζώνη των 1.600 μονάδων για το Γενικού Δείκτη είναι ορατή για το νέο έτος, με βάση τόσο τα μακροοικονομικά στοιχεία όσο και με το σημαντικό growth που έχουν αναπτύξει αρκετές εισηγμένες».
Από την πλευρά του, ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης, τονίζει πως «η μακροπρόθεσμη τεχνική εικόνα της αγοράς παραπέμπει σε διαφυγή από την ενδεκαετή συσσώρευση που έχει την έναρξη της στα τέλη του 2011. Ο κατερχόμενος κινητός μέσος των 200 μηνών συνιστά την κυριότερη περιοχή αύξησης της προσφοράς με την κρίσιμη τεχνική ζώνη αντίστασης να βρίσκεται μεταξύ 1.326 και 1.350 μονάδων. Το δυνητικό πέρας αυτής της εκτόνωσης βρίσκεται στις 1.670 μονάδες και θα σηματοδοτήσει την επιστροφή του Γενικού Δείκτη στα επίπεδα διαπραγμάτευσης του 2011.
Διατηρούμε ωστόσο κάποιες επιφυλάξεις ως προς την συνέπεια των προβολών των επιπέδων καθώς οι συνεχείς αναδιαρθρώσεις και ο μηδενισμός των τιμών των μετοχών των εταιρειών που συμμετείχαν στην σύνθεση του Γενικού Δείκτη μετά το 2011 ενδεχομένως να δημιουργεί στρεβλώσεις υπολογισμού και να υπερεκτιμά τις δυνάμεις της αγοράς. Παρόλα αυτά και η μεσοπρόθεσμη διαγραμματική εικόνα είναι υποστηρικτική της ανόδου σε μια υπέρβαση του τελευταίου οχυρού των πωλητών που βρίσκεται στα φετινά υψηλά έτους».