Έχοντας ξεπεράσει και τους τελευταίους σκοπέλους, ο διαγωνισμός για τον εθνικό υπερυπολογιστή «Δαίδαλο» μπαίνει στην τελική ευθεία, καθώς αποσφραγίστηκαν οι φάκελοι προσφορών με δύο εταιρείες να διασταυρώνουν τα ξίφη τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Hewlett Packard Hellas και η Nova ICT κατέθεσαν προσφορές για τον εθνικό υπερυπολογιστή που έχει στόχο να αξιοποιήσει τον μεγάλο πλούτο δεδομένων που βρίσκονται στη διάθεση του κράτους και πρόκειται να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για την ανάπτυξη νέων εφαρμογών στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Το συνολικό ύψος της επένδυσης για τον «ΔΑΙΔΑΛΟ» προϋπολογίζεται στα 41,9 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών για την προετοιμασία του χώρου που θα εγκατασταθεί ο υπερυπολογιστής. Το έργο θα καλυφθεί κατά 35% από την Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία της Κοινής Επιχείρησης EuroHPC JU, και το 65% θα υλοποιηθεί στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης – NextGenerationEU.
Ο διαγωνισμός αφορά στην προμήθεια και εγκατάσταση προηγμένου υπολογιστικού εξοπλισμού, αποθηκευτικού χώρου και λογισμικού, για την υλοποίηση του νέου υπολογιστικού συστήματος υψηλών επιδόσεων, ενώ περιλαμβάνει επίσης τις συνοδευτικές υπηρεσίες εκπαίδευσης, εγκατάστασης, παραμετροποίησης και πολυετούς συντήρησης.
Ο «πράσινος» υπερυπολογιστής που θα εγκατασταθεί στο Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου (ΤΠΠΛ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, θα είναι υβριδικός, διαθέτοντας τόσο κεντρικές μονάδες επεξεργασίας (CPUs) υψηλής πυκνότητας, όσο και μονάδες επιταχυντών με κάρτες γραφικών. Θα έχει ισχύ >60 Petaflops, (εκτελεί δηλαδή 60.000.000.000.000.000 πράξεις κινητής υποδιαστολής ανά δευτερόλεπτο) και είναι ισχυρότερος κατά 120 φορές από το υφιστάμενο σύστημα ARIS που διαθέτει η χώρα μας.
Οι επιδόσεις του «ΔΑΙΔΑΛΟΥ» φέρνουν την Ελλάδα ανάμεσα στα 500 συστήματα κορυφαίων επιδόσεων στον κόσμο (TOP500) και αποδοτικής χρήσης ενέργειας (GREEN500), και μπορεί να βάλει τη χώρα στον παγκόσμιο χάρτη της επιστημονικής έρευνας. Ειδικότερα, θα τροφοδοτείται από συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και θα γίνεται χρήση σύγχρονων συστημάτων ψύξης, ώστε να υπάρχει χαμηλό ενεργειακό κόστος. Ο κλιματισμός είναι προσαρμοσμένος στο κλιματικό προφίλ της περιοχής και θα αξιοποιήσει το φυσικό περιβάλλον για την εξοικονόμηση ενέργειας που θα φτάνει το 40%-50%.
Την ευθύνη για την ανάπτυξη και λειτουργία του υπερυπολογιστή έχει το Εθνικό Δίκτυο Υποδομών Τεχνολογίας και Έρευνας (ΕΔΥΤΕ Α.Ε. – GRNET), φορέας του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Η ΕΔΥΤΕ, άλλωστε, έχει αναπτύξει και τον υφιστάμενο Εθνικό υπερυπολογιστή ARIS, τον οποίο θα διαδεχθεί ο «Δαίδαλος».
Τι πρόκειται να φέρει ο Δαίδαλος για τη χώρα
«Στην Ελλάδα υπάρχει ένας μεγάλος πλούτος δεδομένων που μένει αναξιοποίητος. Η πλατφόρμα για τα ανοιχτά δεδομένα που είχε δημιουργηθεί από την προηγούμενη ηγεσία του υπ. Ψηφιακής Διακυβέρνησης δείχνει τον πλούτο που έχει μέσα στα χέρια της η χώρα», σημειώνουν στελέχη της αγοράς και τονίζουν πως η λειτουργία του «Δαίδαλου» πρόκειται να φέρει σημαντικά κέρδη για την οικονομία, καθώς η χώρα συνεχίζει και συγκεντρώνει επενδυτικό ενδιαφέρον γύρω από την τεχνολογία.
Ο «ΔΑΙΔΑΛΟΣ» αναμένεται να πυροδοτήσει την ανάπτυξη νέων εφαρμογών σε ένα μεγάλο φάσμα ερευνητικών αντικειμένων, όπως η Υπολογιστική Χημεία, η Φυσική, η Βιολογία, η Βιοϊατρική, η Μετεωρολογία, η Τεχνητή Νοημοσύνη κ.ά. Θα έχει κεντρικό ρόλο στην έρευνα με σκοπό τη δημιουργία νέων υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση του πολίτη μέσω αιτημάτων σε φυσική γλώσσα, σε μια σειρά από τομείς όπως ιατρική ή χωροταξικό σχεδιασμό, αλλά ακόμα και αυτόνομη οδήγηση και έξυπνη κινητικότητα. Κάτι που πρόκειται να κινητοποιήσει επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, ανάλυση big data και άλλα χαρακτηριστικά που μπορούν να φέρουν νέες λύσεις για επιχειρήσεις και εργαζομένους.
Ειδικότερα, ο νέος υπερυπολογιστής θα μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη στοχευμένων θεραπειών για ασθενείς με καρκίνο ή καρδιαγγειακές παθήσεις, ακόμα και για σπάνιες γενετικές διαταραχές ενώ μπορεί να αποτελέσει και χρήσιμο εργαλείο για την κατανόηση πως δημιουργούνται και εξελίσσονται διάφορες επιδημίες και ασθένειες.
Μπορεί επίσης να συνεισφέρει και στην πολιτική προστασία και να υπάρξει η δυνατότητα ενεργοποίησης συστημάτων έγκαιρης ειδοποίησης και να περιοριστούν τόσο οι απώλειες ζωών όσο και οι ζημιές, που όπως απέδειξε και η πρόσφατη κακοκαιρία «Daniel» μπορούν να πληγώσουν βαθιά την ελληνική οικονομία.