Με τα κομματικά επιτελεία να επιδίδονται σε ένα τελευταίο «σπριντ», ολοκληρώνεται το βράδυ της ερχόμενης Παρασκευής και επισήμως η προεκλογική περίοδος. Παραδοσιακά η τελευταία στροφή του εκλογικού αγώνα επικεντρώνεται στις κεντρικές προεκλογικές ομιλίες στις μεγάλες πόλεις της χώρας, με αιχμή τις συγκεντρώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, εκεί όπου ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ θα επιδιώξουν να παρουσιάσουν τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση και να μεταφέρουν στους ψηφοφόρους τους τον παλμό και το μήνυμα της νίκης στις κάλπες.
Στο παρασκήνιο, οι κομματικοί εκλογολόγοι θα συνεχίσουν να κάνουν τις δικές τους μετρήσεις και αναλύσεις, στο κυνήγι των αναποφάσιστων από τη μια και των νέων ψηφοφόρων από την άλλη. Με την πλειοψηφία των δημοσκοπήσεων να ανεβάζουν το ποσοστό των αναποφάσιστων στο 15%, οι δύο βασικοί διεκδικητές της εξουσίας εστιάζουν την προσοχή τους σε αυτή την ετερογενή δεξαμενή των πολιτών, που απαρτίζεται από δυσαρεστημένους δεξιούς, μέχρι απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και διστακτικούς Κεντρώους.
Κλειδί για ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί σε μεγάλο βαθμό και ο πήχης της συσπείρωσης της εκλογικής τους βάσης, με τα έως σήμερα δεδομένα να προσδιορίζουν στο 70% το ποσοστό της κομματικής κινητοποίησης. Οι εκλογικοί σχεδιασμοί, ενόψει της Κυριακής των εκλογών, ανεβαίνουν κατακόρυφα και για την προσέλκυση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού των νέων εγγεγραμμένων ψηφοφόρων που φτάνουν τους 440.000.
Για πολλούς αναλυτές μάλιστα, η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα είναι ικανή, σε μια βραδιά εκλογικό θρίλερ, να αποτελέσουν παράγοντα καθορισμού του εκλογικού αποτελέσματος, από τη στιγμή όπου η συμπεριφορά τους αποτελεί ζητούμενο για τα κόμματα. Όλα τα παραπάνω θα καθορίσουν και όσα συμβούν την επομένη της κάλπης, αλλά θα δώσουν και μια σαφή απάντηση, στην κυρίαρχη συζήτηση περί των κυβερνητικών συνεργασιών.
Με τη ΝΔ να διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι η αυτοδυναμία περνάει μέσα από το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν φέρεται διατεθειμένος να μοιραστεί μια πιθανή πρωτιά του κόμματός του, ενώ δέχεται πιέσεις και από το εσωτερικό της ΝΔ, να πάει σε δεύτερες εκλογές, ακόμα και αν βγαίνουν τα κουκιά μιας κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, από τον πρώτο γύρο.
Το μυστικό κρύβεται σε δύο λεπτομέρειες. Πρώτον, ότι όσο μεγαλύτερη είναι η διαφορά από το δεύτερο κόμμα, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες για την αυτοδυναμία στις επόμενες κάλπες, και δεύτερον, στον αριθμό των εδρών, αφού με το μπόνους της δεύτερης κάλπης η ΝΔ θα βγάλει 50 βουλευτές περισσότερους, λόγω του εκλογικού νόμου της ενισχυμένης αναλογικής.
Ίσως για αυτό και ο πρόεδρος της ΝΔ στη χθεσινή διακαναλική συνέντευξη που παραχώρησε, έκλεισε κάθε περιθώριο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, μετά την κάλπη της 21ης Μαΐου, έστω και αν αριθμητικά οδηγούσε σε μια κυβέρνηση που μαθηματικά θα έπαιρνε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή. Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιδίδεται σε ένα επίμονο «φλερτ» προς τη Χαριλάου Τρικούπη, συντηρώντας στο τραπέζι το σενάριο συγκρότησης προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας.
Η πολυσυζητημένη μετεκλογική σύμπλευση των προοδευτικών δυνάμεων, ωστόσο, φαντάζει να οδηγείται σε ένα πρόωρο άδοξο τέλος, αφού η όποια χαραμάδα συνεννόησης για προγραμματικές συγκλίσεις με το ΠΑΣΟΚ, προσκρούει στη σθεναρή αντίσταση του Νίκου Ανδρουλάκη, με την πλειοψηφία των συνεργατών του να θεωρούν τη συζήτηση περί συνεργασιών «παγίδα», όταν το ζητούμενο για το κόμμα τους είναι η ενίσχυση των ποσοστών του και η αυτόνομη πορεία και στις εκλογικές αναμετρήσεις που ακολουθούν, το φθινόπωρο για Περιφέρειες και Δήμους και την άνοιξη του 2024 για την Ευρωβουλή.