«Έχουμε ζαλιστεί από τις σβούρες και τις κολοτούμπες που έχουν κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης σε σχέση με το ποια είναι τελικά η δική τους πρόταση διακυβέρνησης, τι ακριβώς λένε στον ελληνικό λαό ενόψει της κάλπης της 21ης Μαΐου. Κάθε μέρα ακούμε και ένα διαφορετικό σενάριο», ανέφερε μεταξύ άλλων ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος 'Ακης Σκέρτσος, σε τηλεοπτική συνέντευξή του στο ONE.
Μιλώντας για τα εκλογικά διλήμματα και την αναφορά του Α. Τσίπρα σε σχηματισμό κυβέρνησης «κουρελού» μέσω εκβιασμών και αποστασίας αν η ΝΔ έλθει πρώτο κόμμα, υπογράμμισε: «εμείς έχουμε μία πολύ σταθερή θέση. Λέμε ότι η χώρα χρειάζεται σταθερή, αυτοδύναμη κυβέρνηση. Βγαίνουμε από μία τετραετία με πολλές κρίσεις, με πάρα πολλές δυσκολίες. Έχουμε όμως ακόμα κρίσεις να αντιμετωπίσουμε, πολλές προκλήσεις για την επόμενη τετραετία, είμαστε στα μισά της δουλειάς και της διαδρομής για να αλλάξουμε την Ελλάδα. Μας ενδιαφέρει κυρίως να μιλάμε για το μέλλον, όχι για το παρελθόν.
Πιστεύουμε ότι οι Έλληνες θα ψηφίσουν το κόμμα που θα τους δώσει την ελπίδα για το πως η Ελλάδα μπορεί να πάει καλύτερα. Ακούω την αντιπολίτευση να μαλώνει για το ποιος έχει την «ιδιοκτησία» του Ανδρέα Παπανδρέου, πράγματα τα οποία είναι αστεία. Εμείς όμως πρέπει να μιλήσουμε για το μέλλον».
Όσον αφορά στην αυτοδυναμία που ζητάει η ΝΔ και τι θα γίνει σε περίπτωση μη κατάκτησής της, ο κ. Σκέρτσος τόνισε: «Θέλουμε την αυτοδυναμία γιατί θεωρούμε ότι ναι μεν η χώρα έχει κάνει σημαντικά βήματα μπροστά τα τελευταία τέσσερα χρόνια αλλά χρειάζεται άλματα και θα κάνει άλματα αν έχει πολιτική σταθερότητα.… Έχουμε εμπιστοσύνη στην κρίση των πολιτών. Είναι δική μας δουλειά να εξηγήσουμε και να αποδείξουμε γιατί αξίζουμε αυτή την ψήφο…
Στις 21 Μαΐου θα δούμε ποια θα είναι η εντολή που θα δώσει ο λαός. Καλούμε τους πολίτες να σκεφτούν ποιος έχει καταφέρει τέσσερα χρόνια τώρα να κρατήσει σταθερό το τιμόνι και να δώσουν μία καθαρή εντολή… Ποιος εκπέμπει αξιοπιστία, συνέπεια, αποτέλεσμα σε σχέση με αυτά τα οποία είπε και αυτά τα οποία έκανε, τι λέει ότι θα κάνει από δω και πέρα…».
Όσο για τη στάση της αντιπολίτευσης, πρόσθεσε: «Από την άλλη έχουμε τον ΣΥΡΙΖΑ που άλλα λέει και άλλα κάνει. Επανέρχεται με την ίδια και απαράλλαχτη πρόταση του 2015, ακόμα πιο ακριβή, ακόμα πιο ανέφικτη, αυτό είναι και το πρόβλημα… Βλέπουμε επίσης, άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως είναι το ΠΑΣΟΚ, τα οποία δεν θέλουν να συνεργαστούν. Είναι εμφανές αυτό. Βάζουν όρους μη συνεργασίας. Εγώ κρίνω αυτά τα οποία λένε και θέλω να πιστεύω αυτό το οποίο μου λέει κάποιος.
Δεν θέλω να ερμηνεύω άλλα πράγματα τι θα κάνει μετά. Η πολιτική πρέπει να έχει μια στοιχειώδη αξιοπιστία και αυτό υπηρετεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία». Για το οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και την ελπίδα που δίνει στον ελληνικό λαό ότι θα κάνει αυξήσεις, ο κ. Σκέρτσος σχολίασε πως «Η ελπίδα δεν μπορεί να είναι σανός. Η ελπίδα πρέπει να είναι βάσιμη. Εμείς μιλάμε με όραμα και με ρεαλισμό ταυτόχρονα. Αυτό το οποίο υποσχόμαστε, είναι αυτό το οποίο μπορούμε να κάνουμε. Ο ΣΥΡΙΖΑ τα ίδια έλεγε και το 2015.
Τα έκανε; Όχι και πάλι δεν μπορεί να τα κάνει. Διότι για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει, για παράδειγμα, τρία μέτρα τα οποία υπόσχεται - μείωση του ΦΠΑ, μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, αύξηση των συντάξεων - που χονδρικά κοστίζουν περίπου 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ, είτε πρέπει να κόψει τακτικές δαπάνες από την υγεία, από την παιδεία, από την ασφάλεια, από την άμυνα.
Ή θα κόψει δαπάνες που γίνονται αυτή τη στιγμή ή θα αυξήσει τους φόρους. Δεν μπορεί να τα κάνει όλα. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν βγαίνει. Γιατί δεν υπάρχουν μόνο τα έξοδα, υπάρχουν και τα έσοδα. Από πού χρηματοδοτείς τα έσοδα; Θα δανειστείς; Θα αυξήσεις τους φόρους; Αν δανειστείς, μετά πάμε στο επόμενο. Αν δανειστείς αυξάνεται το έλλειμμα και το χρέος. Άρα, μπαίνεις σε μια διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Άρα, ξανά, εκ νέου, μπαίνει ο μπαμπούλας της εποπτείας, της επιτήρησης. Χάνουμε τη δημοσιονομική ανεξαρτησία. Αυτό θέλουμε; Να επιστρέψουμε ξανά στα μνημόνια;».
Υπογράμμισε πως «όταν κάποιος σου υπόσχεται τον ουρανό με τ' άστρα και δεν έχει υπολογίσει τα βασικά αυτού που υπόσχεται, τότε προφανώς δεν θα μπορέσει να τα κάνει». Και αντέτεινε: «Εμείς προτιμούμε να λέμε αυτό που μπορούμε να κάνουμε και τελικά να κάνουμε και περισσότερα και το αποδείξαμε αυτό. Φέραμε υψηλότερη ανάπτυξη, καταφέραμε να δώσουμε μεγαλύτερη στήριξη σε όσους είναι ευάλωτοι, δώσαμε αυξήσεις στις συντάξεις, αυξήσεις στους μισθούς, μειώσεις 7 δισεκατομμύρια ευρώ στους φόρους. Αυτά τα κάναμε διότι έχουμε μία στοιχειώδη δημοσιονομική ευθύνη και ενεργούμε υπεύθυνα».
Για τις κατηγορίες της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχετικά με τις απευθείας αναθέσεις, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε πως «Πρόκειται για διαστρέβλωση. Αναφέρεται σε μια περίοδο της πανδημίας, όταν τότε, για λόγους έκτακτους υπήρχε επιτακτική ανάγκη να γίνουν απευθείας αναθέσεις. Και όντως έγιναν, διότι δεν θα μπορούσαμε να έχουμε υγειονομικό υλικό, μάσκες, εμβόλια. Αυτά έχουν υπολογιστεί κοντά στα 5 δισ. νομίζω. Δεν είναι τα νούμερα τα οποία λένε. Συμφωνούμε ότι δεν μπορεί να είναι μία κατάσταση μόνιμη, δεν μπορείς να χρησιμοποιείς το εργαλείο των απευθείας αναθέσεων.
Χρειάζεται να ακολουθείς το Κοινοτικό Δίκαιο. Πρέπει να υπάρχουν έλεγχοι, φίλτρα, ώστε να μην γίνονται καταχρήσεις. Είμαστε μαζί σε αυτό. Και μάλιστα στο πρόγραμμά μας λέμε είναι ότι χρειάζεται ακόμα καλύτερος έλεγχος και κεντρικοποίηση των δημοσίων προμηθειών, ώστε το Κράτος κεντρικά να εξοικονομεί χρήματα μέσα από καλύτερη διαχείριση των προμηθειών, αλλά να έχει και ταχύτερα αποτελέσματα, διότι καθυστερούν πολλές φορές οι διαγωνισμοί. Προφανώς χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και υπευθυνότητα στη διαχείριση του δημοσίου χρήματος», είπε.
Ο 'Άκης Σκέρτσος μίλησε επίσης για την υπόθεση Κασιδιάρη τονίζοντας: «Στη διάταξη που φέραμε έχουμε περιγράψει με την μεγαλύτερη δυνατή αυστηρότητα το τι είναι αυτό που καταλαμβάνει. Αναφερόμαστε σε εγκληματική οργάνωση, δεν μας απασχολεί δηλαδή η ιδεολογική ταυτότητα του πολιτικού χώρου, μας ενδιαφέρει όμως εγκληματικές οργανώσεις, να μην μπορούν να μπουν, με τον μανδύα ενός κόμματος στην Βουλή. … Η αρχική διάταξη ψηφίστηκε το 2021 και έλεγε το εξής:
Ότι κάποιος, ο οποίος έχει καταδικαστεί, με βάση τον Ποινικό Κώδικα, για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, δεν μπορεί να είναι αρχηγός κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το ψήφισε το 2021 και δεν ψήφισε την μετεξέλιξη και θωράκιση. Ποια ήταν η θωράκιση;
Ήταν ότι ο Κασιδιάρης τελικά δεν θα κατέβαινε ως αρχηγός, ήταν όμως σκιώδης αρχηγός, υπήρχε για αυτό επαρκές τεκμηριωτικό υλικό. Άρα έπρεπε να βελτιώσουμε την διάταξη και να πούμε ότι αυτή η διάταξη περιλαμβάνει και τον σκιώδη αρχηγό, που κινεί τα νήματα από πίσω και βάζει μπροστά έναν αχυράνθρωπο.
Αυτό δεν το ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν το ψήφισε το ΜΕΡΑ25 και αυτό που έχουμε να πούμε είναι ότι πρέπει να κριθούν ότι είναι δημοκράτες στα λόγια, αλλά όχι στην πράξη. Την μάχη για την Δημοκρατία την κέρδισε η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ, που ψήφισαν αυτή την διάταξη». Στη συνέχεια κλήθηκε να απαντήσει για το ΕΣΥ και την καταγγελία της αντιπολίτευσης ότι δρομολογείται η ιδιωτικοποίησή του, διευκρίνισε πως «Δεν ισχύει καθόλου, αντιθέτως η αγωνία μας είναι να στηρίξουμε το Εθνικό, Δημόσιο, δωρεάν σύστημα Υγείας. Έχουμε ήδη δώσει κάποια δείγματα γραφής. Είναι ο δωρεάν προσωπικός γιατρός, ο οποίος πέτυχε.
Υπήρχαν γραμμένοι 1,4 εκατομμύρια πολίτες στον οικογενειακό γιατρό επί ΣΥΡΙΖΑ και έχουν γραφτεί 5 εκατομμύρια πολίτες. Ένα εκατομμύριο επισκέψεις γίνονται. Η Υγεία είναι μια από τις τρεις βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης. Αύξηση εισοδημάτων 25%, ενίσχυση του ΕΣΥ, μεταρρύθμιση του Κράτους.
Θέλουμε ισχυρό ΕΣΥ, 10.000 προσλήψεις νοσηλευτών, εκσυγχρονισμός 80 νοσοκομείων στα επείγοντα, εκσυγχρονισμός 156 Κέντρων Υγείας, προληπτικές εξετάσεις, ψηφιακός φάκελος Υγείας, αυτά όλα αναβαθμίζουν τελικά το ΕΣΥ. Δίνουν, μπορούν να δώσουν καλύτερες υπηρεσίες. Το ότι ένας ιδιώτης γιατρός παρέχει υπηρεσίες προσωπικού γιατρού και δεν πληρώνει ο πολίτης την επίσκεψη σε αυτόν είναι αυτό ιδιωτικοποίηση;
Ο ιδιώτης πληρώνεται από το κράτος. Είναι ιδιωτικοποίηση να μπορεί να έχει ο πολίτης τον προσωπικό του γιατρό και να είναι ιδιώτης αυτός γιατρός; … Εμάς μας ενδιαφέρει η τελική υπηρεσία προς τον πολίτη. Το κράτος πρέπει να παρέχει δωρεάν υπηρεσίες υγείας στον πολίτη. Αυτό είναι το ζητούμενο. Και να είναι υπηρεσίες ποιότητας. Να πηγαίνεις σε ένα νοσοκομείο και να μην αισθάνεσαι ντροπή, ότι μπαίνεις σε θαλάμους με ράντζα. Υπάρχουν νοσοκομεία τα οποία ήταν «φορτωμένα» τους προηγούμενους μήνες.
Έγινε μια συνεργασία με ιδιωτικές κλινικές και τα αποφορτίσαμε, απαλλάξαμε από την ταλαιπωρία πρωτίστως τους ασθενείς οι οποίοι ήταν σε ράντζα και με δαπάνες του κράτους, φιλοξενήθηκαν και ουσιαστικά νοσηλεύτηκαν στις κλινικές. Αυτό είναι κακό; … Αποστολή του κράτους να εξασφαλίζει δωρεάν ποιοτική περίθαλψη», κατέληξε.
Αναφορικά με το γιατί δεν είναι υποψήφιος στις επικείμενες εκλογές, ο κ. Σκέρτσος είπε: «Βρίσκομαι στη ΝΔ αυτή τη στιγμή, γιατί πιστεύω στο προσωπικό όραμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και πιστεύω ότι η ΝΔ αυτή τη στιγμή είναι ο πιο ζωντανός πολιτικός οργανισμός ο οποίος καταφέρνει να ανανεώνεται και ταυτόχρονα να απαντά σε τρεις ανάγκες της κοινωνίας.
Εθνική Ασφάλεια με αμυντικούς εξοπλισμούς, σωστή εκπροσώπηση στο εξωτερικό, δυναμική οικονομία η οποία φέρνει τελικά την κοινωνική συνοχή και την κοινωνική αλληλεγγύη για να στηρίζουμε τους ευάλωτους. Αυτά τα τρία, τα παρέχει μόνο η ΝΔ. …Τιμώ κάθε πολιτικό πρόσωπο. Θεωρώ ότι είναι από τις πιο δύσκολες δουλειές που μπορεί να κάνει κάποιος, από τις πιο απαιτητικές. Σέβομαι απόλυτα όλους τους πολιτικούς. Δεν είμαστε όλοι φτιαγμένοι για όλα».
Συνολικά μάλιστα σχολίασε για το ψηφοδέλτιο Επικρατείας της ΝΔ: «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι μια πολιτική προσωπικότητα με ευρύτερη απήχηση και με αυτό τον τρόπο καταφέρνει να διατηρεί την πολιτική του ηγεμονία κάνοντας ταυτόχρονα πιο δυνατή τη ΝΔ.
Το γεγονός ότι διευρύνει της επιρροή της εκτός των στενών ιστορικών ορίων της, είναι πολύ σημαντικό για την παράταξη -μια παράταξη η οποία έχει παρελθόν, παρόν και -με τον τρόπο αυτό- και μέλλον . Βλέπετε, ότι -τουλάχιστον με βάση τις δημοσκοπήσεις, οι πολίτες στην κάλπη θα το επιβεβαιώσουν - καταφέρνει μετά από 4 χρόνια να διατηρεί το προβάδισμα… Τα κόμματα πρέπει να υπηρετούν το εθνικό συμφέρον. Αν ανανεώνονται, καταφέρνουν να ανανεώσουν και την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα. Είναι πολύ σημαντικό και πρέπει να γίνεται με ειλικρίνεια και εντιμότητα».