Στην κατάθεση πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης, με αφορμή τα μεγάλα προβλήματα που δημιουργήθηκαν λόγω της κακοκαιρίας, κατέθεσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ, κ. Αλέξης Τσίπρας.
Μιλώντας στο κοινοβούλιο, όπου είχε ξεκινήσει η συζήτηση για τον νέο Αναπτυξιακό Νόμο, ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι «δεν πάει άλλο με την ανάλγητη κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη. Έχουμε υποχρέωση την απόγνωση και την οργή της πλειοψηφίας να την κάνουμε δύναμη πολιτικής αλλαγής. Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατό».
Αναφερόμενος στα προβλήματα που δημιούργησε η κακοκαιρία, τόνισε ότι «εδώ και πολλές μέρες κακοκαιρία έθαψε οριστικά το επιτελικό κράτος του κ. Μητσοτάκη», περιγράφοντας μια κατάσταση για τους πολίτες «με κλειστούς δρόμους, χωρίς ρεύμα ακόμη και σήμερα κι έναν εξαφανισμένο αυτές τις δύσκολες ώρες πρωθυπουργό». Σημείωσε ακόμη ότι η χιονόπτωση «έθαψε τις αυταπάτες ότι αυτός ο πρωθυπουργός και αυτή η κυβέρνηση έχουν την δυνατότητα να διδάσκονται από τα λάθη τους και τις ολιγωρίες».
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην εξέλιξη της πανδημίας, σημειώνοντας ότι «κάθε ώρα που μιλάμε και που η κυβέρνηση παραμένει στην εξουσία 4 με 5 συμπολίτες μας χάνουν την ζωή τους. Χάνονται καθημερινά συνάνθρωποί μας που θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν εδώ και 2 χρόνια είχατε ενισχύσει το ΕΣΥ. Πρόκειται για διαρκές έγκλημα που καμία επικοινωνία δεν μπορεί να κρύψει».
Απαντώντας στον Αλέξης Τσίπρα ο παραβρισκόμενος υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης δήλωσε ότι η συζήτηση θα ξεκινήσει το απόγευμα της Παρασκευής.
Γ. Οικονόμου: Κίνηση εντυπωσιασμού του κ. Τσίπρα
«Ο κ. Τσίπρας βλέποντας την πολιτική του απήχηση να φθίνει και το πολιτικό μέλλον του χώρου του να είναι αμφίβολο επιχειρεί μια κίνηση εντυπωσιασμού, απολύτως προβλέψιμη πάντως», τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου σε δήλωσή του για την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ.
«Στη διάρκεια της κοινοβουλευτικής διαδικασίας η οποία προβλέπεται θα φανεί ανάγλυφα τι εκφράζει και τι υπηρετεί ο καθένας. Θα είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για μια εφ' όλης της ύλης συζήτηση. Μια συζήτηση στην οποία οι πολίτες θα έχουν άλλη μία ευκαιρία, να ακούσουν για την οικονομία, για τη θωράκιση της χώρας, για την υγεία, για το Κράτος Δικαίου, για το ψηφιακό μετασχηματισμό, για την ασφάλεια, για τη διαχείριση κρίσεων και για πολλά ακόμα. Θα ακούσουν για τις αποδόσεις αυτής της κυβέρνησης, που ο κ. Τσίπρας ζητά να φύγει. Δεν θα μιλήσω για τη σύγκριση, στο αποτέλεσμα, στο ύφος και στα πρόσωπα με τη δική του κυβέρνηση, όχι μόνο γιατί αυτή είναι καταλυτική και αυταπόδεικτη, αλλά γιατί το δικό μας μέτρο σύγκρισης δεν είναι το αποτυχημένο χθες, που ο κ. Τσίπρας φαντασιώνεται να επαναφέρει, αλλά οι ανάγκες του σήμερα και οι προκλήσεις του αύριο», καταλήγει στη δήλωσή του ο κ. Οικονόμου.
Η διαδικασία για την πρόταση δυσπιστίας
Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον κανονισμό της Βουλής «η συζήτηση για την πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας αρχίζει δύο ημέρες μετά την υποβολή της σχετικής πρότασης, εκτός αν η Kυβέρνηση, σε περίπτωση πρότασης δυσπιστίας, ζητήσει να αρχίσει αμέσως η συζήτηση, η οποία δεν μπορεί να παραταθεί πέρα από τρεις ημέρες από την έναρξή της».
Επίσης «η ψηφοφορία για την πρόταση εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας διεξάγεται αμέσως μόλις τελειώσει η συζήτηση, μπορεί όμως να αναβληθεί για σαράντα οκτώ ώρες, αν το ζητήσει η Kυβέρνηση».
Τέλος «πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών. Πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή, μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών».