Θετικά κύλησε η πρώτη εβδομάδα λειτουργίας των σχολείων με τα διαγωνιστικά τεστ να βοηθούν να εντοπιστούν κρούσματα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγαλύτερη διασπορά σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γ. Οικονόμου που τόνισε ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας δέχεται τεράστια πίεση.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1, είπε ότι η πίεση στο Ε.Σ.Υ. δεν επέτρεψε χαλάρωση των μέτρων αυτή τη στιγμή. «Πήγαμε σε μια επέκταση των μέτρων για μία ακόμη εβδομάδα. Κάθε εβδομάδα θα σταθμίζουμε τα δεδομένα» σημείωσε. Για την λειτουργία των σχολείων υπογράμμισε ότι η πρώτη εβδομάδα κύλησε καλά και ότι τα διαγνωστικά τεστ βοήθησαν να εντοπιστούν κρούσματα, τα οποία δεν θα είχαν εντοπιστεί και θα κυκλοφορούσαν στην κοινότητα με τον κίνδυνο πολύ μεγαλύτερης διασποράς.
Τόνισε επίσης πως «δεν υπάρχει καμία χώρα στην Ευρώπη που να συνταγογραφεί μαζικά τεστ. Καμία. Υπάρχουν διάφορα υγειονομικά μοντέλα σε κάθε χώρα. Το βασικό είναι να υπάρχει δυνατότητα στον πληθυσμό να κάνει δωρεάν τεστ σε δημόσιες δομές. Αυτό γίνεται παντού στον κόσμο. Εφόσον είσαι συμπτωματικός ή έχεις επαφή με κρούσμα υπό προϋποθέσεις, γίνεται παραπομπή να εξεταστείς. Τα άλλα είναι παραμύθια που διακινούν ορισμένοι, προκειμένου να δημιουργήσουν σύγχυση στον κόσμο».
«Έχουν διακινηθεί μια σειρά από μύθοι. Όπως για παράδειγμα, ότι υπάρχουν γιατροί αδιόριστοι, που δεν μπορούν να ενταχθούν στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Προκαλέσαμε πολλές φορές να μας πουν ένα όνομα και ένα επίθετο πνευμονολόγου, αναισθησιολόγου, παθολόγου, που είναι εκτός Εθνικού Συστήματος Υγείας και θέλει να έρθει. Δεν μας είπαν» πρόσθεσε.
Για την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού στους άνω των 60 ετών αφού υπογράμμισε ότι όσοι περιμένουν κατ' οίκον εμβολιασμό ή έχουν εμβολιαστεί στο εξωτερικό, δεν θα υποστούν τις συνέπειες του νόμου, υπογράμμισε πως «όσοι άνω των 60 έχουν τηρήσει το πνεύμα και το γράμμα της υποχρεωτικότητας δεν θα πληρώσουν το πρόστιμο. Πρόστιμο θα πληρώσουν όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί, όπως ορίζει η υποχρεωτικότητα».
Για την επανεκκίνηση των σχολείων, ο κ. Οικονόμου ανέφερε πως «όλο το προηγούμενο διάστημα η αξιωματική αντιπολίτευση -και είναι λυπηρό αυτό- έχει επιδοθεί σε μια ακατάσχετη καταστροφολογία. Τα σχολεία ξεκίνησαν με πολύ αυστηρό διαγνωστικό έλεγχο, με το πρωτόκολλο του 50+1, το οποίο συνδυάζεται με πολύ αυστηρό έλεγχο για όλους. Ακόμη και για το πρώτο περιστατικό που θα εντοπιστεί υπάρχουν καθημερινοί έλεγχοι για το σύνολο του τμήματος. Την πρώτη εβδομάδα έχουμε ελάχιστα τμήματα που έκλεισαν εξαιτίας της νόσησης παιδιών. Έκλεισαν μόλις 2 τμήματα στα 80.000. Προφανώς και περιμένουμε κρούσματα και αρρυθμίες. Τα παιδιά, όμως, στο σχολικό περιβάλλον είναι περισσότερο προστατευμένα από ότι έξω από αυτό».
Επισήμανε ότι «έχουμε ένα μοντέλο, το οποίο είναι επιτυχημένο. Δεν καταλαβαίνω γιατί ορισμένοι ενοχλούνται τόσο πολύ που άνοιξαν τα σχολεία στην Ελλάδα, όπως και σε όλο τον κόσμο. Δεν καταλαβαίνω γιατί ορισμένοι ασχολούνται τόσο πολύ που τα παιδιά είναι στις αίθουσες με τους συμμαθητές, τους καθηγητές, τους δασκάλους τους, απολύτως προστατευμένα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ενοχλούνται τόσο πολύ που η πολιτεία φρόντισε και μέσα σε τρεις μέρες μοίρασε εκατομμύρια τεστ σε κάθε οικογένεια».
Τέλος, μιλώντας για τα συμβάντα βίας στα Πανεπιστήμια είπε ότι δεν υπάρχει από αυτή την κυβέρνηση καμία ανοχή σε φαινόμενα βίας, τα οποία παραβιάζουν την τάξη και την ακαδημαϊκή ελευθερία στο ελληνικό πανεπιστήμιο. «Υπάρχει ένας νόμος, ο οποίος σε συνεργασία με τις πρυτανικές Αρχές πρέπει να λειτουργήσει» τόνισε και πρόσθεσε ότι αυτή είναι η απαίτηση και των φοιτητών και της κοινωνίας. «Υπάρχουν περιστατικά λυπηρά, που προβάλλονται και που προκαλούν το κράτος να παρεμβαίνει και να αποκαθιστά τα πράγματα. Δεν είναι ο κανόνας στην ανώτατη εκπαίδευση τα τρυπάνια και οι βαριοπούλες ορισμένων περιθωριακών. Ο κανόνας είναι ότι γίνεται πολύ ουσιαστική δουλειά στο ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο. Είναι συγκεκριμένα τα περιστατικά και τα Ιδρύματα στα οποία παρατηρούνται κάποια προβλήματα. Όπως δεν γινόντουσαν ανεκτά τα τελευταία δύο χρόνια, δεν θα γίνονται ανεκτά και από εδώ και πέρα» κατέληξε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.