Σενάρια κατάργησης της 13ης σύνταξης, κάτι που άλλωστε ζητείται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ, εξετάζει η κυβέρνηση, καθώς τα 850 εκατ. ευρώ, που είναι το κόστος αυτής της παροχής, αποτελούν μια πολύτιμη «δεξαμενή» για την άντληση πόρων, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη άλλων αναγκών του προϋπολογισμού του υπουργείου Εργασίας, χωρίς να χρειασθεί να αυξηθεί.
Στις προθέσεις του οικονομικού επιτελείου είναι το κονδύλι που έχει προβλεφθεί στον προϋπολογισμό για την 13η σύνταξη να χρησιμοποιηθεί, για να καλύψει τις υπόλοιπες «τρύπες» του Ασφαλιστικού Συστήματος. Αυτός είναι και ο λόγος που στον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς, δεν γίνεται η παραμικρή αναφορά για κονδύλι που θα καλύψει τυχόν αναδρομικά που θα προκύψουν.
Στο υπουργείο Εργασίας, γνωρίζουν ότι στις αρχές του νέου έτους, θα είναι έτοιμο το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Εκεί θα υπάρχουν τα καινούργια ποσοστά αναπλήρωσης, αυξημένα σε σχέση με τα σημερινά, ειδικά για περιπτώσεις που ο ασφαλισμένος θα έχει προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 30 ετών. Ο στόχος είναι να χορηγούνται στο μέλλον, αντίστοιχα υψηλότερες συντάξεις γι’ αυτή την κατηγορία ασφαλισμένων, διορθώνοντας έτσι μια αδικία που υπήρχε στο νόμο Κατρούγκαλου.
Με την παρέμβαση αυτή, θα τακτοποιηθεί και μια δέσμευση έναντι του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που έκρινε αντισυνταγματικά τα σημερινά ποσοστά αναπλήρωσης και τις δυσανάλογα χαμηλές συντάξεις που λαμβάνουν όσοι έχουν πληρώσει πολύ υψηλές εισφορές. Η συγκεκριμένη διόρθωση όμως θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των κύριων συντάξεων, γι’ αυτή την ειδική κατηγορία ασφαλισμένων. Άρα θα οδηγήσει σε αύξηση της συνολικής δαπάνης για τις κύριες συντάξεις.
Την ίδια στιγμή, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας γνωρίζει ότι απαιτούνται τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ, ώστε να δοθούν οι αυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις για τους 260.000 ασφαλισμένους, που έχουν άθροισμα κύριας και επικουρικής, μεγαλύτερο από 1.300 ευρώ. Πρόκειται επίσης για διόρθωση περικοπής που είχε γίνει το 2016 και η οποία κρίθηκε αντισυνταγματική.
Αυτές οι δύο παρεμβάσεις οδηγούν στο… «χρονοντούλαπο της ιστορίας» τη 13η σύνταξη, που χορηγήθηκε τον περασμένο Μάιο από την προηγούμενη κυβέρνηση. Στον προϋπολογισμό τονίζεται ότι η όποια ανάγκη για καταβολή επιπλέον ποσών θα πρέπει να καλυφθεί από το κονδύλι που έχει προβλεφθεί για το υπουργείο Εργασίας (πλαφόν δαπανών). Πρακτικά, αυτό μεταφράζεται σε παρέμβαση στο κονδύλι για τη 13η σύνταξη (κοντά στα 850 εκατ. ευρώ).
Κάτι ανάλογο σημειώνει και η Κομισιόν, στην πρόσφατη έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας, όπου επισημαίνει τους κινδύνους για έκτακτες δαπάνες συντάξεων, τονίζοντας όμως ότι η κυβέρνηση έχει αναλάβει τη δέσμευση αυτές να καλυφθούν, σε κάθε περίπτωση, από το προϋπολογισμένο κονδύλι για το υπουργείο Εργασίας, χωρίς να αλλάξει το προβλεπόμενο πλαφόν δαπάνης.
Οι πληροφορίες από την Σταδίου 29, θέλουν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας να επεξεργάζεται σχέδιο υποκατάστασης της 13ης σύνταξης από ένα μόνιμο επίδομα στήριξης των χαμηλοσυνταξιούχων, κατά το μοντέλο του ΕΚΑΣ, που καταργήθηκε. Το επίδομα αυτό θα έχει χαμηλότερο κόστος από την 13η σύνταξη. Πρόκειται, πάντως, για ένα σενάριο που δεν έχει τύχει της αποδοχής των θεσμών, οι οποίοι επέβαλλαν το 2015 και την κατάργηση του ΕΚΑΣ.