Υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας αλλά και ύπαρξη αρκετών προκλήσεων, «είδαν» οι αναλυτές της Bank of America, κατά την επίσκεψή τους στην Αθήνα στις 27/9, όπου είχαν συναντήσεις με κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, την ΤτΕ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΧΑ αλλά και εκπροσώπους τραπεζών και ιδιωτικού τομέα.
Όπως σημειώνει στο report της η αμερικανική τράπεζα το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η ελληνική οικονομία συνέχισε να υπεραποδίδει έναντι της ευρωζώνης, με τη ανάπτυξή της να ξεπερνά τις εκτιμήσεις , ενώ για το επόμενο διάστημα διατηρείται η πρόβλεψη ότι αυτή η πορεία θα συνεχιστεί, αν και οι πτωτικοί κίνδυνοι αυξάνονται τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Η τράπεζα εκτιμά ότι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ θα είναι κατά μέσο όρο 2,1% φέτος, 1% το επόμενο έτος και 1,7% το 2025. Αυτό σημαίνει ότι για το διάστημα 2023 - 2025, η Ελλάδα αναπτύσσεται σημαντικά πάνω από τους ετήσιους μέσους όρους της ζώνης του ευρώ κάθε χρόνο.
Η εικόνα της οικονομίας
Αιτίες της υπεραπόδοσης είναι η ετεροχρονισμένη ανάκαμψη από την προ-πανδημική κρίση, μια οικονομία λιγότερο ευαίσθητη στα υψηλά επιτόκια μετά τη μαζική απομόχλευση της προηγούμενης δεκαετίας, η πολιτική σταθερότητα, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι ισχυρές επιδόσεις, στον τουρισμό ειδικότερα, είναι οι αιτίες της υπεραπόδοσης.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ότι τα έσοδα συνέχισαν να υπεραποδίδουν, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να επιτύχει με αρκετή άνεση τους δημοσιονομικούς στόχους. Με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ πολύ πάνω από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, η κυβέρνηση κατάφερε να επιστρέψει στα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα πέρυσι, με το ισοζύγιο να αναμένεται να συνεχίσει να βελτιώνεται φέτος και το επόμενο έτος. Αυτό συμβαίνει παρά τις σημαντικές νέες δαπάνες από απροσδόκητα, σοβαρά σοκ, συμπεριλαμβανομένης της απότομης αύξησης των τιμών της ενέργειας πέρυσι και των φυσικών καταστροφών από πυρκαγιές και πλημμύρες σε αρκετές περιοχές φέτος.
Η πολιτική σταθερότητα έχει διατηρηθεί και η κυβέρνηση είναι ισχυρή μετά την πρόσφατη εκλογική της νίκη. Το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας τα πήγε πολύ καλύτερα από ό,τι έδειχναν οι δημοσκοπήσεις στις τελευταίες εκλογές και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι παραμένει δημοφιλές. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, εξέλεξε νέο αρχηγό μετά τις εσωκομματικές εκλογές και σχεδιάζει σύντομα συνέδριο του κόμματος για να καθορίσει τον δρόμο που θα ακολουθήσει.
Οι επτά προτεραιότητες
Η BofA τονίζει ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει επτά βασικές προτεραιότητες, οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
- Υποστήριξη πραγματικών εισοδημάτων. Αν και η κυβέρνηση ανησυχεί για τον πληθωρισμό και τις επιπτώσεις του στην ανταγωνιστικότητα, βλέπουν επίσης την ανάγκη για κάλυψη των πραγματικών εισοδημάτων μετά από μια απότομη πτώση κατά την κρίση της τελευταίας δεκαετίας.
- Τήρηση των δημοσιονομικών στόχων, ό,τι κι αν γίνει. Η κυβέρνηση έχει πλήρη επίγνωση της ανάγκης διασφάλισης της δημοσιονομικής αξιοπιστίας της χώρας που κερδήθηκε με κόπο.
- Αποζημιώσεις και ανοικοδόμηση μετά τις πρόσφατες, σοβαρές φυσικές καταστροφές. Οι προκαταρκτικές επίσημες εκτιμήσεις δείχνουν ζημιές έως και 700 εκατ. ευρώ, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει
- Αξιοποίηση των κονδυλίων της ΕΕ (RRF ή NGEU). Η Ελλάδα βρίσκεται σε καλό δρόμο με την υλοποίηση και τη χρηματοδότηση, και πολύ μπροστά από τις περισσότερες χώρες της ΕΕ.
- Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Αν και αυτή ήταν μια φιλοδοξία κάθε ελληνικής κυβέρνησης τις τελευταίες δεκαετίες, οι αρχές υποστήριξαν ότι αυτή τη φορά θα μπορούσε να είναι διαφορετική λόγω της επέκτασης της ψηφιοποίησης και των διασταυρώσεων με ήδη απτά αποτελέσματα.
- Μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος. Αυτή ήταν μια από τις βασικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κατά τη διάρκεια του προγράμματος προσαρμογής την τελευταία δεκαετία, αλλά οι κυβερνήσεις απέτυχαν. Το έργο είναι τεράστιο, με τεράστιο όγκο υποθέσεων και πολυετείς καθυστερήσεις.
- Μεταρρύθμιση της υγειονομικής περίθαλψης. Πολλά έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα και αναποτελεσματικότητα.
Οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι
Μία εκ των βασικών ανησυχιών είναι η πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και η επίπτωση που αυτή θα έχει για την ελληνική, καθώς η χώρα παραμένει πολύ εκτεθειμένη στις παγκόσμιες αγορές και τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία μπορεί να αντιμετωπίσουν πίεση κατά τη διάρκεια ενός sell off.
Αν και το ενδεχόμενο ύφεσης στην ευρωζώνη δεν αποτελεί βασικό σενάριο, είναι βέβαιο ότι η σφιχτή νομισματική πολιτική θα επηρεάσει τελικά και την Ελλάδα, ενώ σε ένα περιβάλλον αυξημένου κόστους δανεισμού η τήρηση των δημοσιονομικών στόχων μπορεί να γίνει πιο δύσκολη.
Ο εφησυχασμός είναι πάντα ένας κίνδυνος μετά από ισχυρές επιδόσεις, σημειώνεται στην έκθεση, αλλά προστίθεται ότι η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να συνεχίσει τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες και πιστεύει ότι οι τελευταίες εκλογές της έδωσαν ισχυρή πολιτική εντολή. Πολλές βασικές μεταρρυθμίσεις αποτελούν επίσης προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάπτυξης.
Ωστόσο, δεδομένης της εμπειρίας της Ελλάδας, η BofA συστήνει στους επενδυτές να παραμείνουν σε επαγρύπνηση για τυχόν σημάδια ότι η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης μπορεί να αποδυναμωθεί ή, πολύ χειρότερα, να κινηθεί προς τη λάθος κατεύθυνση.
Αναφερόμενη στην αγορά ομολόγων η αμερικανική τράπεζα υπογραμμίζει ότι η καλή πορεία των ελληνικών κρατικών τίτλων οφείλεται σε πολλούς λόγους, ενώ δείχνει ότι οι επενδυτές προεξοφλούν θετικά μακροοικονομικά μεγέθη αλλά και αύξηση των εισροών κεφαλαίων από ξένους επενδυτές, ιδιαίτερα όταν η οικονομία αναβαθμιστεί σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας και από άλλους οίκους αξιολόγησης .
Τράπεζες και ΤΧΣ
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο report για την «έξοδο» του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τις ελληνικές τράπεζες, με τη BofA να εκτιμά ότι θα μπορούσε να αποδειχθεί πρόκληση.
Σημειώνει ότι στόχος είναι το Ταμείο να έχει αποχωρήσει από τις τράπεζες έως το τέλος του 2025 και τονίζει ότι «το Ταμείο θα καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να διαθέσει όλες τις μετοχές του στις ελληνικές συστημικές τράπεζες πριν από την ημερομηνία λήξης του, με εύρυθμο τρόπο, σύμφωνα με τον στόχο να διατηρήσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι η αγορά λαμβάνει εύλογη αξία».
Για την BofA η στρατηγική θα προσφέρει σημαντικά οφέλη για την ελληνική οικονομία στο σύνολό της, αυξάνοντας την ελεύθερη διασπορά των ελληνικών τραπεζών που αναμένεται να ενισχύσουν περαιτέρω τη ρευστότητα και την αποτελεσματικότητα των ελληνικών κεφαλαιαγορών, παρέχοντας περισσότερες ευκαιρίες για άμεσες ξένες επενδύσεις στον ελληνικό τραπεζικό τομέα. Η αποεπένδυση θα μπορούσε να αντιμετωπίσει προκλήσεις όμως, ανάλογα με τις συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς.