Οι καταστροφές που προκλήθηκαν από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία έφεραν στο προσκήνιο με έντονο τρόπο την ασφάλιση της περιουσίας έναντι φυσικών καταστροφών. Η αναφορά του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη για την καθιέρωση υποχρεωτικής ασφάλισης μεσαίου και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων και για το άνοιγμα της συζήτησης για υποχρεωτική ασφάλιση κατοικιών έθεσε το θέμα στην κυβερνητική ατζέντα.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς με τις οποίες συνομίλησε το BD, το μέγεθος των ασφαλισμένων καταστροφών που έχουν προκληθεί στη Θεσσαλία εκτιμώνται μεταξύ 300 και 500 εκατ. ευρώ, αν και είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια η αξία τους ακόμη και τώρα, δεδομένου ότι δεν υπάρχει πλήρης εικόνα.
Υπολογίζεται, επίσης, ότι περίπου το 80% των ασφαλισμένων ζημιών μπορεί να είχαν αντασφαλιστική κάλυψη και το 20% του κινδύνου να ανήκε αποκλειστικά στις ασφαλιστικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ελληνική αγορά. Αλλά κι αυτή η εκτίμηση ακόμη είναι επισφαλής. Πρόκειται για αρχική εκτίμηση.
Ωστόσο, το μεγάλο ζήτημα είναι η ασφαλιστική κάλυψη των κατοικιών για φυσικές καταστροφές. Είναι ένα θέμα το οποίο έχει θέσει κατ' επανάληψη τα τελευταία χρόνια η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, χωρίς ωστόσο να υπάρξει ανταπόκριση από την πλευρά του κράτους.
Η επιβολή του ΕΝΦΙΑ -με διαφορετική ονομασία αρχικά- από το 2011, ένα μέτρο που από τους πολίτες έχει εκληφθεί ως «χαράτσι» στα πάσης φύσεως ακίνητα, είναι προφανές ότι προκαλεί αναστολές στην επιβολή της υποχρεωτικής ασφάλισης της κατοικίας.
Σήμερα, πρωτίστως είναι ασφαλισμένες με υποχρεωτικό τρόπο οι κατοικίες δανειοληπτών στεγαστικών δανείων και ίσως ένα πολύ μικρό ποσοστό νέων κατοικιών. Η υποχρεωτικότητα στην ασφάλιση των κατοικιών, ωστόσο, άνοιξε πρώτον με τις καταστροφές στη Θεσσαλία και δεύτερον από τον κ. Μητσοτάκη, τουλάχιστον ως αντικείμενο συζήτησης.
Πηγές της ασφαλιστικής αγοράς έλεγαν προς το BD ότι υπάρχουν δύο τρόποι για την ασφάλιση της κατοικίας:
- Πρώτον, με την δημιουργία ενός Ταμείου Φυσικών Καταστροφών, όπως υπάρχει σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το οποίο θα συνεργάζεται με την ασφαλιστική αγορά και
- Δεύτερον, με την απευθείας ασφαλιστική κάλυψη των κατοικιών έναντι ενός ευτελούς ετήσιου ασφαλίστρου, το οποίο όμως θα υπόκειται σε φορολογική απαλλαγή -π.χ. ένα σπίτι 100 τμ θα έχει ετησίως ασφάλιστρο μαζί με τους φόρους όχι μεγαλύτερο των 150 ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη δεκαετία του 1990 και ακόμη περισσότερο στην πρώτη δεκαετία του 2000, με την έκρηξη της χορήγησης των στεγαστικών δανείων, οι ασφαλίσεις κατοικίας ήταν ένα υπολογίσιμο μέγεθος στη δραστηριότητα και τα έσοδα των ασφαλιστικών εταιρειών.
Όμως, με την κρίση και την κατάρρευση ουσιαστικά της στεγαστικής πίστης, τα τελευταία χρόνια συρρικνώθηκε ο αριθμός των ασφαλισμένων κατοικιών, ενώ προ ετών υπήρξε και ένας οξύς ανταγωνισμός μεταξύ των ασφαλιστικών εταιρειών στις τιμές των ασφαλίστρων προκειμένου η μία να αποσπάσει από την άλλη συμβόλαια κατοικίας.