Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει προαναγγείλει ότι θα προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων κατά 0,50% στις 16 Μαρτίου, αφήνοντας ανοικτές όμως τις επόμενες κινήσεις της, γεγονός που δημιουργεί νέες συγκρούσεις μεταξύ των μελών της διοίκησής της.
Τα επονομαζόμενα «γεράκια», δηλαδή όσοι τάσσονται υπέρ μίας πιο σφιχτής για μεγάλο διάστημα νομισματικής πολιτικής, πλέον διαφωνούν δημοσίως με τα «περιστέρια», ήτοι όσους θεωρούν ότι μία πιο προσεκτική προσέγγιση είναι απαραίτητη προκειμένου να μην υπάρξει σφοδρό πλήγμα στην οικονομία.
Την τρέχουσα εβδομάδα αρκετά στελέχη της ΕΚΤ, είτε περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών που λαμβάνουν τις αποφάσεις είτε όχι, εξέφρασαν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις αποτυπώνοντας με τον καλύτερο τρόπο τον διχασμό στο εσωτερικό της κεντρικής τράπεζας.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος, Φίλιπ Λέιν, ο οποίος θεωρείται πιο κοντά στα «περιστέρια» παραδέχθηκε την ανάγκη για αυξήσεις επιτοκίων αλλά τόνισε ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να μπει στον «αυτόματο πιλότο» για τη νομισματική της πολιτική.
Ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Πορτογαλίας, Μάριο Σεντένο τόνισε ότι ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται και μάλιστα ταχύτερα από τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ, με τον Αυστριακό κεντρικό τραπεζίτη, Ρόμπερτ Χόλτζμαν, να βρίσκεται στην ακριβώς απέναντι πλευρά και να δηλώνει ότι χρειάζονται άλλες τρεις αυξήσεις κατά 50 μονάδες βάσης πέραν από αυτής του Μαρτίου.
Ο Βέλγος κεντρικός τραπεζίτης Πιέρ Βους, έσπευσε να υποστηρίξει ότι οι εκτιμήσεις ορισμένων αναλυτών ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ μπορεί να φθάσουν ακόμη και στο 4% (δηλαδή να υπάρξουν ακόμη τρεις αυξήσεις κατά 0,50%) ίσως αποδειχθούν ορθές.
Στον απόηχο όλου αυτού του…θορύβου δηλώσεων οι αναλυτές προχωρούν σε αναβάθμιση της εκτίμησής τους για το τελικό ύψος των ευρωπαϊκών επιτοκίων, μετά και τα στοιχεία που έδειξαν ότι ο πληθωρισμός στη Γερμανία παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα και τον Φεβρουάριο.
Βάσει έρευνας του Bloomberg οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η ΕΚΤ μετά από την αύξηση κατά 0,50% τον Μάρτιο θα προχωρήσει σε τρεις ακόμη αυξήσεις έκαστη κατά 0,25%, με αποτέλεσμα τα ευρωπαϊκά επιτόκια τον Ιούλιο να διαμορφωθούν στο 3,75%. Υπέρ αυτής της εκτίμησης τάχθηκαν οι αναλυτές των Goldman Sachs και Deutsche Bank, ενώ πιο «επιθετικές» εμφανίζονται οι Morgan Stanley και Barclays που τοποθετούν το τελικό επιτόκιο στο 4% και τέλος οι JPMorgan και Citi είναι πιο επιφυλακτικές και το τοποθετούν στο 3,5%.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση για την ΕΚΤ θα είναι να στείλει το ορθό μήνυμα στις αγορές για το επίπεδο της σύσφιξης, με δεδομένο ότι καταγράφεται αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας με υποχώρηση της ανάπτυξης αλλά από την άλλη ο δομικός πληθωρισμός παραμένει ισχυρός», σημειώνει η Βερόνικα Ρομπανόβα, αναλύτρια της Credit Suisse.
Περισσότερες δυσκολίες στο μέλλον για την ΕΚΤ αναμένει ο Φάμπιο Μπαλμπόνι, αναλυτής της HSBC, ο οποίος σε δηλώσεις του στο Bloomberg αναφέρει ότι «μέχρι στιγμής τα πράγματα για την ΕΚΤ ήταν σχετικά εύκολα. Όμως, καθώς τα επιτόκια εισέρχονται σε περιοριστικό έδαφος και ο δομικός πληθωρισμός παραμένει ανθεκτικός, η διάσταση απόψεων μεταξύ των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που θέλουν να συνεχίσουν να ανεβάζουν τα επιτόκια και εκείνων που φοβούνται τον κίνδυνο υπερβολικής σύσφιξης θα αυξηθεί, καθιστώντας δυσκολότερο να συμφωνήσουν για τις επόμενες κινήσεις».