Ο περασμένος Ιανουάριος «σημάδεψε» την αγορά με ένα σαρωτικό κύμα υψηλών ανατιμήσεων –που συνεχίστηκαν και τον Φεβρουάριο– το οποίο είχε την αντανάκλαση του στην κατανάλωση με έναν ευθύ και σαφή τρόπο. Στη διάρκεια του Ιανουαρίου η κατανάλωση μειώθηκε και μάλιστα σημαντικά, ενώ αντιθέτως οι πωλήσεις αυξήθηκαν ως συνέπεια των ανατιμήσεων, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2022.
Μάλιστα, στην πρώτη εβδομάδα του μήνα έπεσε και η κατανάλωση και οι πωλήσεις και παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εβδομάδα δεν είναι ενδεικτική του κλίματος, όπως φάνηκε στη συνέχεια, δεδομένου ότι η κατάσταση κάπως εξομαλύνθηκε, ωστόσο όμως τα πράγματα είναι δύσκολα στην αγορά τόσο για την βιομηχανία όσο και για το λιανεμπόριο.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI στη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας του Ιανουαρίου ο όγκος της κατανάλωσης μειώθηκε κατά 10,6%, σημειώνοντας ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά πτώσης που έχει καταγραφεί στη διάρκεια του τελευταίου δωδεκαμήνου, και με επίσης αρνητικό πρόσημο «έκλεισε» η αξία των πωλήσεων, μειούμενη κατά 0,7%.
Η κατάσταση όμως βελτιώθηκε τη δεύτερη εβδομάδα και ο όγκος και η αξία των πωλήσεων κατέγραψαν θετικό πρόσημο. Συγκεκριμένα η κατανάλωση παρουσίασε αύξηση κατά 1,5%, ενώ η αξία των πωλήσεων αυξήθηκε κατά 11,1%, καθώς πέρασαν σημαντικές ανατιμήσεις. Την τρίτη εβδομάδα επανήλθε το αρνητικό πρόσημο στην κατανάλωση, η οποία σημείωσε πτώση κατά 2,3% και οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 7,2% με νέες ανατιμήσεις. Κι ο πρώτος μήνας του χρόνου έκλεισε με οριακή αύξηση της κατανάλωσης κατά 0,1%, ενώ η αξία των πωλήσεων αυξήθηκε κατά 9,5%.
Γενικότερα πάντως η επιλογή της βιομηχανίας να προεξοφλήσει με τις υψηλές ανατιμήσεις, πιθανές δυσμενείς εξελίξεις στην τρέχουσα χρονιά, αλλά και να καλύψει απώλειες της προηγούμενης χρονιάς, έχει δημιουργήσει αρνητικό κλίμα στην αγορά, έστω κι αν επιχειρείται με συνεχείς προσφορές να απαλυνθεί η δυσαρέσκεια των καταναλωτών. Το μόνο βέβαιο είναι πως η κατανάλωση συνεχίζει να μειώνεται.