Η επικοινωνιακή αποθέωση του «καλαθιού του νοικοκυριού» από τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Αδ. Γεωργιάδη καλλιέργησε υπερβολικές προσδοκίες στους καταναλωτές, οι οποίοι όταν αντίκρισαν την ...πραγματικότητα στα ράφια και στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ, σε πολλές περιπτώσεις, λειτούργησαν αντίστροφα από τις κυβερνητικές επιθυμίες. Οι επικρίσεις των καταναλωτών είναι έντονες. Από την άλλη πλευρά, η διαφήμιση αλυσίδων από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου –κάθε εβδομάδα και μία διαφορετική– και η απονομή ευσήμων για το κόστος του καλαθιού λαμβάνει σκωπτικά σχόλια στην αγορά.
Βέβαια πηγές του λιανεμπορίου έλεγαν ότι τα «καλάθια» δεν μπορούν να είναι συγκρίσιμα, γιατί η κάθε αλυσίδα διαμορφώνει το δικό της με διαφορετική σύνθεση, ανάλογα με τις δυνατότητες της και την εμπορική της πολιτική, προσθέτοντας ότι «το φθηνότερο καλάθι είναι αυτό που αποτελείται αποκλειστικά από προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας και το ακριβότερο αυτό που που αποτελείται αποκλειστικά από επώνυμα προϊόντα». Κι ως εκ τούτου η διαφήμιση των μεγάλων αλυσίδων είναι κάτι πρωτοφανές για τα δεδομένα όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και της ευρωπαϊκής αγοράς –πρόκειται για εξωτερική παρέμβαση στο πεδίο του ανταγωνισμού.
Επίσης πηγές της αγοράς με τις οποίες συνομίλησε το BD έλεγαν ότι πολλές βιομηχανίες που το επιθυμούν έχουν δεχθεί να τοποθετηθούν τα προϊόντα τους στα «καλάθια», άλλες δεν το επιθυμούν και δεν είναι δυνατόν να πιεστούν για να το κάνουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις θυγατρικές των πολυεθνικών ομίλων: «πιθανόν κάποιες από αυτές να δεχθούν την συμμετοχή, όμως αυτό και σε αυτή την κατηγορία των εταιρειών χρειάζεται κάποιο χρόνο. Εμείς δεν σκοπεύουμε να διαταράξουμε τις σχέσεις μας με τους προμηθευτές μας, σε τελική ανάλυση», ανέφεραν πηγές από τα σούπερ μάρκετ.
Όμως οι «γκρίνιες» έπιασαν τόπο και χθες το μεσημέρι ο κ. Γεωργιάδης συναντήθηκε με εκπροσώπους της διοίκησης του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων. Σε ανακοίνωση του ο σύνδεσμος αναφέρει πως η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών «προσφέρει σταθερά στους καταναλωτές προϊόντα επώνυμα, ασφαλή, υψηλής ποιότητας, με διαρκείς προωθητικές ενέργειες, διασφαλίζοντας παράλληλα την επάρκεια σε προϊόντα διατροφής. Πιο συγκεκριμένα, από τις αρχές του τρέχοντος έτους, το ποσοστό της προωθητικής έντασης για τα επώνυμα ταχυκίνητα καταναλωτικά προϊόντα στην κατηγορία Τρόφιμα & Ποτά ανήλθε στο 42,3%, με σταθερά ανοδική τάση (πηγή: NielsenIQ). Συμμεριζόμενη την κρισιμότητα της κατάστασης, η Βιομηχανία Τροφίμων & Ποτών θα συνεχίσει να στηρίζει τον Έλληνα καταναλωτή, προκειμένου τα προϊόντα που παράγει να αποτελούν τη συνειδητή επιλογή του. Ο ΣΕΒΤ, στο πλαίσιο του θεσμικού του ρόλου, ενθαρρύνει τα Μέλη του να εντατικοποιήσουν τις ενέργειές τους, διευρύνοντας τη συμμετοχή τους στο "καλάθι του νοικοκυριού"».
Αντιθέτως τα πράγματα είναι πιο δύσκολα στις μικρότερης κατηγορίας αλυσίδες σούπερ μάρκετ, όσες δηλαδή έχουν ετήσιες πωλήσεις άνω των 90 εκατ. ευρώ και κάτω των 600 εκατ. ευρώ, αυτών που βρίσκονται στην μεσαία κατηγορία. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, «υπάρχει γκρίνια» προς τον κ. Γεωργιάδη πως οι βιομηχανίες δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα τους για ιδιαίτερες προσφορές και γι΄αυτό δεν διαθέτουν ανταγωνιστικά «καλάθια», χάνοντας μερίδιο στην αγορά.
Από την άλλη πλευρά είναι αναμενόμενη, όπως έλεγαν οι ίδιες πηγές, η αύξηση των πωλήσεων των προϊόντων του «καλαθιού». Πράγματι οι πωλήσεις είναι αυξημένες στην πρώτη εβδομάδα εφαρμογής του μέτρου, πάνω από 40% - 50%, ανάλογα με την αλυσίδα και την σύνθεση του κάθε «καλαθιού». Αλλά αυτό, συμπλήρωναν, δεν είναι κάτι παράδοξο, το ίδιο συμβαίνει σε κάθε προσφορά προϊόντος. Είναι γεγονός ότι οι καταναλωτές ψωνίζουν λιγότερα προϊόντα από τα εκτός «καλαθιού» και περισσότερα τεμάχια από αυτά που βρίσκονται στο «καλάθι». Έτσι «λείπουν» πωλήσεις από άλλες κατηγορίες προϊόντων και η υπερβάλλουσα αγορά σήμερα θα προκαλέσει μειωμένες πωλήσεις αυτών των προϊόντων στο επόμενο διάστημα. Είναι μία «μετάθεση πωλήσεων στο χρόνο», όπως επισήμαναν χαρακτηριστικά.