Με στόχο να πάψει η Ελλάδα να είναι ουραγός της Ευρώπης στις υψηλές ταχύτητες του διαδικτύου, πραγματοποιείται ένας αγώνας δρόμου και από την κυβέρνηση ώστε να ενισχυθεί η πρόσβαση των νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ενώ παράλληλα οι πάροχοι πραγματοποιούν τις από καιρού καθυστερημένες επενδύσεις τους για ανάπτυξη των δικτύων.
Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς τηλεπικοινωνιών η έλλειψη ζήτησης για πιο υψηλές ταχύτητες είχε οδηγήσει την απαρχαιωμένη εικόνα στη χώρα με τα δίκτυα χαμηλών ταχυτήτων. Ωστόσο η εικόνα αυτή δείχνει να αλλάζει με τα κουπόνια για την ενίσχυση της ζήτησης, και καθώς η δράση Super Fast Broadband (SFBB) που επεκτάθηκε το καλοκαίρι μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, φτάνει στο τέλος της, το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης ετοιμάζει νέο πρόγραμμα, το οποίο βγήκε σε δημόσια διαβούλευση το καλοκαίρι.
Το Gigabit Voucher Scheme με προϋπολογισμό 100 εκατ. ευρώ έρχεται να αντικαταστήσει το αρκετά πρώιμο πρόγραμμα του SFBB των 60 εκατ. ευρώ, θα επιδοτεί το αρχικό κόστος σύνδεσης και τα μηνιαία τέλη για ταχύτητες άνω των 250 Mbps, έχοντας στόχο η διείσδυση των υπερυψηλών ταχυτήτων να υπερβεί το 10% μέχρι το τέλος της δράσης και να ξεκολλήσει η χώρα από τον πάτο της ευρωπαϊκής κατάταξης.
Οι συνδρομητές πρόκειται να λάβουν ως επιδότηση το ποσό του αρχικού τέλους σύνδεσης ύψους 48 ευρώ, και μέρος των μηνιαίων τελών για τα επόμενα δυο χρόνια που είναι 16 ευρώ μηνιαίως για νοικοκυριά και 35 ευρώ για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με το συνολικό ποσό της ενίσχυσης να είναι στα 432 ευρώ για κάθε νοικοκυριό και 888 ευρώ για κάθε μικρομεσαία επιχείρηση.
Ωφελούμενοι θα είναι τα νοικοκυριά και επιχειρήσεις που βρίσκονται εντός των περιοχών παρέμβασης και δεν διαθέτουν συνδέσεις με ταχύτητα μεγαλύτερη των 100 Mbps, και δεν έχουν λάβει ήδη την ενίσχυση από το κουπόνι του SFBB. Την ενίσχυση από το Gigabit Voucher Scheme οι ωφελημένοι θα μπορούν να την λάβουν μόνο μια φορά, ενώ θα είναι δυνατή και η μεταφορά της επιδοτούμενης σύνδεσης σε άλλη διεύθυνση εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις της υπηρεσίας.
Σε πολύ χαμηλά επίπεδα η χρήση του διαδικτύου στην Ελλάδα
Την ίδια στιγμή που το 70% των νοικοκυριών στην ΕΕ μπορεί να επωφεληθεί από σταθερή συνδεσιμότητα δικτύου πολύ υψηλής χωρητικότητας (VHCN) με δυνατότητα προσφοράς ταχυτήτων gigabit και η κάλυψη δικτύου FTTP να έχει φτάσει το 50% έχοντας διπλασιαστεί την τελευταία πενταετία, στην Ελλάδα μόλις 1 στα 5 νοικοκυριά μπορεί να έχει πρόσβαση στα δίκτυο υπερυψηλών ταχυτήτων, παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει καταγράψει η χώρα που πήγε στο 20% από 10% το 2020.
Επίσης σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, ενώ το 2021 το 92% των νοικοκυριών στην Ευρώπη έχει σύνδεση στο διαδίκτυο, στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 85% με τη χώρα μας να είναι στους ουραγούς της ΕΕ ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία, παρά την πολύ σημαντική πρόοδο που έχει καταγράψει, μαζί με Κύπρο, Ρουμανία, Σλοβενία και Λιθουανία όπου τα ποσοστά έχουν αυξηθεί έως και 20% την τελευταία πενταετία.
Αντιθέτως, Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες είχαν το υψηλότερο ποσοστό (99%) νοικοκυριών με συνδρομή στο διαδίκτυο το 2021, με την Ιρλανδία, τη Φινλανδία (και οι δύο με 97%) και τη Δανία και την Ισπανία (96%) να ακολουθούν από κοντά. Ειδικότερα το 2021, οι τακτικοί χρήστες του διαδικτύου ανέρχονταν στο 87% (τουλάχιστον εβδομαδιαία χρήση), ενώ σχεδόν το 80% το χρησιμοποιούσε καθημερινά ή σχεδόν καθημερινά.
Επιπλέον η χώρα μας έχει από τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων που δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο στην ΕΕ μαζί με τη Βουλγαρία. Ένας στους πέντε στην Ελλάδα δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ το διαδίκτυο ενώ στην ΕΕ το αντίστοιχο ποσοστό είναι στο 8%.
Το χάσμα μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών στη χρήση του διαδικτύου εξακολουθεί να υφίσταται σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν. Τα νοικοκυριά σε πόλεις, κωμοπόλεις και προάστια έχουν συγκριτικά υψηλότερα ποσοστά συνδρομής (94% στις πόλεις και 92% στις κωμοπόλεις και τα προάστια), ενώ τα νοικοκυριά σε αγροτικές περιοχές κατέγραφαν ελαφρώς χαμηλότερα ποσοστά (89%).
Όπως αναφέρει η έκθεση, το χάσμα μεταξύ πόλεων και υπαίθρου είναι ιδιαίτερα ορατό στη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία (όπου τα νοικοκυριά στις αγροτικές περιοχές κατέγραφαν τιμές χαμηλότερες από 80%).
Η έκθεση αναγνωρίζει ότι «η Ελλάδα βελτίωσε τις επιδόσεις της αναφορικά με τη συνδεσιμότητα». Ειδικότερα, «σχετικά με τα σταθερά δίκτυα, η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο ως προς την κάλυψη των δικτύων υπερυψηλών ταχυτήτων (VHCN) και ταχείας ευρυζωνικότητας (NGA), φτάνοντας το ποσοστό του 92%, το οποίο είναι πάνω από τον ενωσιακό μέσο όρο».
Παράλληλα επισημαίνει πως απαιτείται περισσότερη πρόοδος, ιδίως όσον αφορά τη διείσδυση σταθερών ευρυζωνικών επικοινωνιών ταχύτητας τουλάχιστον 100 Mbps, η οποία παραμένει πολύ χαμηλή (9%) σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι στο 41% και την περαιτέρω βελτίωση της κάλυψης 5G (66%), ώστε να εξασφαλιστεί η πρόσβαση σε υψίρρυθμη συνδεσιμότητα σε ολόκληρη τη χώρα.