Ακόμη και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που διαβεβαίωνε έως τον Δεκέμβριο ότι ο υψηλός πληθωρισμός είναι μεταβατικός και δεν θα χρειασθεί αύξηση επιτοκίων μέσα στο 2022, το απρόσμενο άλμα του πληθωρισμού, τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία και κάνει, για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, ορατή μια αλλαγή κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής, πιθανόν από τη συνεδρίαση του συμβουλίου τον Μάρτιο, με πολύ πιο γρήγορο από τον αναμενόμενο τερματισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και, ακολούθως, αύξηση επιτοκίων τουλάχιστον μία φορά μέσα στο 2022.
Οι χθεσινές ανακοινώσεις της ΕΚΤ, σε συνδυασμό με τη συνέντευξη Τύπου της Κριστίν Λαγκάρντ, θύμισαν έντονα στους συντελεστές των αγορών όσα συνέβησαν πρόσφατα με τη Fed και τον Τζερόμ Πάουελ. Ενώ το ανακοινωθέν της ΕΚΤ για τη νομισματική πολιτική δεν φάνηκε να αλλάζει κάτι στη γνωστή, χαλαρή κατεύθυνση, καθώς επιβεβαίωσε τις αποφάσεις του Δεκεμβρίου, τα όσα δήλωσε στους δημοσιογράφους η επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας έδειξαν ότι υπάρχει μεγάλη ανησυχία για την πορεία του πληθωρισμού και δεν πρέπει πλέον να αποκλείεται μια γρήγορη στροφή πολιτικής από την τράπεζα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόδοση του γερμανικού 10ετούς ομολόγου, που κυμαινόταν ως το μεσημέρι γύρω στο 0,03%, μετά τις ανακοινώσεις από την Κριστίν Λαγκάρντ πενταπλασιάσθηκε (!), φθάνοντας στο 0,15%, όπως φαίνεται στο γράφημα, καθώς η αγορά άρχισε να προεξοφλεί μία ή και περισσότερες αυξήσεις επιτοκίου, ενώ προηγουμένως θα έχει τερματισθεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, που είχε προσφέρει τα τελευταία χρόνια ισχυρή στήριξη στα ομόλογα της ευρωζώνης.
Το άλμα απόδοσης του γερμανικού ομολόγου
Παράλληλα, οι ευρωπαϊκές μετοχές «κρέμασαν» μετά τις ανακοινώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ, καθώς οι επενδυτές καλούνται να υπολογίσουν την επίδραση που θα έχει στις αποτιμήσεις ένα πιθανό «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής από τον Μάρτιο. Ο ευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 έκλεισε με σημαντικές απώλειες τη χθεσινή συνεδρίαση (-1,80%), κάνοντας «βουτιά» μετά τις 15.00.
Η βύθιση του δείκτη Stoxx 600 στη χθεσινή συνεδρίαση
Τα δύο σενάρια για τη νομισματική πολιτική
Με βάση όσα είπε χθες η επικεφαλής της ΕΚΤ, υπάρχουν πλέον δύο σενάρια για την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, τα οποία θα εξετασθούν τον Μάρτιο και οι αποφάσεις θα ληφθούν με βάση τα νεότερα στοιχεία για τον πληθωρισμό και τις αναθεωρημένες προβλέψεις που θα γίνουν από τους οικονομολόγους της κεντρικής τράπεζας:
- Το πρώτο σενάριο, που πλέον φαίνεται ότι έχει εξασθενήσει πολύ, είναι να παραμείνει σταθερά χαλαρή η νομισματική πολιτική, κάτι που προϋποθέτει ότι θα υπάρξουν τα πρώτα σημάδια εξασθένησης των πληθωριστικών πιέσεων τον Φεβρουάριο και ότι οι ειδικοί της ΕΚΤ θα εξακολουθήσουν να προβλέπουν ότι η αύξηση του πληθωρισμού θα είναι προσωρινή το 2022, για να υποχωρήσει κάτω από τον στόχο του 2% το 2023 και το 2024.
- Το δεύτερο σενάριο είναι και το χειρότερο για τις αγορές και την ευρωπαϊκή οικονομία, παρά τις διαβεβαιώσεις της Κρ. Λαγκάρντ ότι οι κινήσεις για «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής θα είναι προσεκτικές και σταδιακές, ώστε να αποφευχθούν αναταράξεις. Εάν οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό αναθεωρηθούν και κριθεί ότι είναι πολύ πιθανό να συνεχίσει να ξεπερνά τον στόχο του 2% και το 2023, η ΕΚΤ αναμένεται να εκδώσει νέα καθοδήγηση για την επιτάχυνση του τερματισμού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την αύξηση του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων, που είναι σήμερα αρνητικό. Ο αναλυτής της PIMCO, Κονσταντίν Βέιτ, τονίζει ότι η αγορά ήδη προεξοφλεί μια αύξηση του επιτοκίου κατά 10 μονάδες βάσης τον Ιούλιο, κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να τερματισθούν οι αγορές ομολόγων ακόμη και από τον Απρίλιο. Ο τερματισμός της ποσοτικής χαλάρωσης, όπως εκτιμούν πολλοί αναλυτές, ενδέχεται να προκαλέσει πιέσεις στα ομόλογα των υπερχρεωμένων οικονομιών και η προσοχή θα στραφεί κυρίως στην Ιταλία, που πάντως έχει σημειώσει πρόοδο με την κυβέρνηση Ντράγκι και βρίσκεται σε καλύτερη θέση από το παρελθόν για να αντιμετωπίσει τις πιέσεις. Για την Ελλάδα δεν αλλάζουν πολλά, καθώς ήδη έχει προεξοφληθεί ότι μετά τον Μάρτιο τίθεται και πάλι εκτός των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, κάτι που έχει αυξήσει από το 0,90% στο 1,80% το επιτόκιο δανεισμού της χώρας στην τελευταία έκδοση 10ετών ομολόγων.
Συναγερμός για τον πληθωρισμό
Η Λαγκάρντ εμφανίσθηκε χθες περισσότερο ανήσυχη από κάθε άλλη φορά για την πορεία του πληθωρισμού, αφήνοντας για πρώτη φορά ανοιχτό το ενδεχόμενο για αύξηση των επιτοκίων μέσα στο 2022 και διευκρινίζοντας ότι σημαντικές αποφάσεις για την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής θα ληφθούν στην συνεδρίαση του συμβουλίου της ΕΚΤ τον Μάρτιο όπου θα είναι διαθέσιμα νεότερα στοιχεία για τον πληθωρισμό.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ έδωσε μια εικόνα γενικευμένης ανησυχίας για την πορεία του πληθωρισμού σημειώνοντας ότι προκάλεσε έκπληξη στα μέλη του συμβουλίου η αύξηση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο όταν εκτινάχθηκε στο υψηλότερο σημείο της ιστορίας φτάνοντας στο 5,1%. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, διευκρίνισε ότι ανησυχία εκφράστηκε από όλα τα μέλη του συμβουλίου και όχι μόνο από τους τραπεζίτες που συνήθως υιοθετούν τις πιο σκληρές θέσεις, τα λεγόμενα «γεράκια».
Όταν κλήθηκε από δημοσιογράφο να δηλώσει εάν θα επαναλάμβανε την δέσμευση που είχε κάνει τον Δεκέμβριο ότι δεν θα γίνει αύξηση επιτοκίου μέσα στο 2022, η πρόεδρος της ΕΚΤ απέφυγε να την επαναλάβει λέγοντας χαρακτηριστικά ότι δεν αναλαμβάνει δεσμεύσεις χωρίς όρους. Όπως εξήγησε οι αποφάσεις της ΕΚΤ θα βασιστούν στις συζητήσεις που θα γίνουν τον Μάρτιο με βάση τα νεότερα στοιχεία για τον πληθωρισμό ενώ η ΕΚΤ θα λάβει υπ' όψιν την καθοδήγηση που έχει δώσει στην αγορά «αποφεύγοντας απότομες κινήσεις που θα προκαλούσαν αναταράξεις στο σκάφος» όπως είπε χαρακτηριστικά.
Ξεκαθάρισε πάντως ότι η κατάσταση έχει αλλάξει σε σχέση με τον Δεκέμβριο καθώς είναι πλέον σαφές πως υπάρχει ανοδικός κίνδυνος για τον πληθωρισμό, ιδιαίτερα βραχυπρόθεσμα. όπως σημείωσε οι πιέσεις στον πληθωρισμό προέρχονται κυρίως από την ενέργεια και από τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και καταγράφονται αυξήσεις σε ευρύ φάσμα αγαθών και υπηρεσιών που καλύπτουν πάνω από το 60% του δείκτη τιμών καταναλωτή.
Παρόλα αυτά η πρόεδρος της ΕΚΤ προσπάθησε να δώσει μια νότα αισιοδοξίας στις δηλώσεις της επισημαίνοντας ότι προς το παρόν η ΕΚΤ εξακολουθεί να προβλέπει ότι η αύξηση των τιμών θα διαρκέσει για λίγους μήνες και ακολούθως θα υποχωρήσουν. Επιπλέον, υπογράμμισε ότι σε αντίθεση με όσα συμβαίνουν στη Βρετανία όπου ήδη σήμερα η Bank of England προχώρησε σε αύξηση επιτοκίου, στην ευρωζώνη δεν παρατηρούνται μεγάλες ελλείψεις εργατικού δυναμικού και ισχυρές ανοδικές πιέσεις στους μισθούς με αποτέλεσμα οι πληθωριστικές προσδοκίες να παραμένουν σταθερές.
Όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα πιθανών αλλαγών στο μείγμα της νομισματικής πολιτικής, η Κριστίν Λαγκάρντ διευκρίνισε ότι δεν θα υπάρξει αύξηση στα επιτόκια πριν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Με αυτό τον τρόπο μένει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποφασιστεί τον Μάρτιο μια πιο γρήγορη λήξη των αγορών ομολόγων στο πλαίσιο του μόνιμου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης εάν αυτό κριθεί απαραίτητο για να ανοίξει ο δρόμος για μια αύξηση στα επιτόκια αργότερα μέσα στο τρέχον έτος.
Νωρίτερα η ανακοίνωση της ΕΚΤ για τις αποφάσεις του συμβουλίου δεν προϊδέαζε για σημαντικές αλλαγές στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής καθώς σε αυτή την φάση το συμβούλιο απλώς επιβεβαίωσε τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί τον Δεκέμβριο. Μετά τα όσα δήλωσε η Κριστίν Λαγκάρντ γίνεται σαφές ότι αυτή η επιβεβαίωση των αποφάσεων έχει πλέον προσωρινό χαρακτήρα καθώς είναι ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα για αλλαγές στη συνεδρίαση του Μαρτίου.