Αισιόδοξο για την πορεία της ελληνικής οικονομία εμφανίζεται το Δημοσιονομικό Συμβούλιο στη φθινοπωρινή έκθεσή του, καθώς εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης μπορεί να ξεπεράσει το 6,1% και να κυμανθεί κοντά στο 7%, τονίζοντας, όμως, ότι συνεχίζουν να υπάρχουν αρκετοί κίνδυνοι για την οικονομία.
Όπως μάλιστα υπογραμμίζει ο πρόεδρος του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου κ. Παναγιώτης Κορλίρας «σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνει η Φθινοπωρινή Έκθεση 2021, η ελληνική οικονομία είχε ισχυρή ανάπτυξη και τα επιμέρους στοιχεία μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε. Σημαντικός παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει αποσταθεροποίηση στις οικονομίες παγκοσμίως, συνεπώς και στην οικονομία μας, είναι η μετάλλαξη Όμικρον, για την οποία η επιστημονική κοινότητα δεν διαθέτει ακόμα στοιχεία. Εφόσον, όμως δεν χρειαστεί η λήψη έκτακτων υγειονομικών μέτρων, πιστεύουμε ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, θα συνεχίσει να βελτιώνεται».
Βάσει των δεδομένων που αναπτύσσονται στην έκθεση σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2019, σε όρους προστιθέμενης αξίας, η οικονομία έχει καλύψει μεγάλο μέρος των απωλειών που προκάλεσε η πανδημία αλλά υπολείπεται κατά 2,8%. Το δημόσιο χρέος ξεπέρασε το 205% του ΑΕΠ το 2020 αλλά οι προβλεπόμενοι υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης για το 2021 και 2022 αναμένεται να το αποκλιμακώσουν σημαντικά. Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, με το ελληνικό δημόσιο κατά τη διάρκεια του 2021 να έχει προχωρήσει σε συνολικές εκδόσεις και επανεκδόσεις χρέους ύψους 14 δισ. ευρώ
Οι βασικοί κίνδυνοι για το 2022, αναφορικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, μπορούν να προκύψουν:
- από τυχόν αναζωπύρωση της πανδημίας που θα απαιτήσει νέα μέτρα στήριξης της οικονομίας και ενίσχυσης του συστήματος υγείας,
- από ενδεχομένως παρατεταμένες πληθωριστικές πιέσεις -ιδίως στην ενέργεια- οι οποίες θα απαιτήσουν ενδεχομένως τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων,
- από τυχόν καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων και
- από έκδοση δικαστικών αποφάσεων με αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο
Αναφορικά με το 2021 στην έκθεση αναφέρεται ότι:
- Το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 6,1%,, εκτίμηση η οποία κρίνεται συντηρητική σε σχέση με αντίστοιχες προβλέψεις πολλών οργανισμών (αύξηση πέριξ του 7%)
- Σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2019, σε όρους προστιθέμενης αξίας, η οικονομία έχει καλύψει μεγάλο μέρος των απωλειών που προκάλεσε η πανδημία∙ υπολείπεται κατά 2,8%
- Βασικές αιτίες των πληθωριστικών πιέσεων αποτελούν οι μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα παγκοσμίως. Συμπληρώνει μάλιστα ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα είναι πρόσκαιρες και θα περιοριστούν όταν εξομαλυνθούν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και υποχωρήσουν ή έστω σταθεροποιηθούν οι τιμές στην ενέργεια. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας το γενικό επίπεδο των τιμών υποχώρησε με αποτέλεσμα την ύπαρξη αρνητικού πληθωρισμού καθ’ όλη την περίοδο από τον Απρίλιο του 2020 μέχρι και τον Μάιο του 2021. Από τον Ιούνιο του 2021, όμως ο πληθωρισμός επανήλθε σε θετικό επίπεδο και τον Οκτώβριο του 2021 ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (Εν.ΔΤΚ) αυξήθηκε κατά 2,8% σε σχέση με τον αντίστοιχο περυσινό μήνα.
- Η απασχόληση αυξήθηκε τον Αύγουστο του 2021 κατά 5,8% σε σχέση με τον Αύγουστο του 2020, δηλαδή αυξήθηκε κατά 227 χιλ. άτομα, ενώ το εργατικό δυναμικό αυξήθηκε κατά 2,1%, δηλαδή κατά 98 χιλ. άτομα. Η κατάσταση στην αγορά εργασίας τον Αύγουστο του 2021 σε σχέση με τον Αύγουστο του 2019, πριν την έναρξη της πανδημίας, φαίνεται να βελτιώνεται, με την απασχόληση να έχει αυξηθεί κατά 4%, (155 χιλ. άτομα), και το εργατικό δυναμικό κατά 0,6%, (25 χιλ. άτομα), με αποτέλεσμα τη μείωση του ποσοστού ανεργίας κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες τα τελευταία δυο χρόνια.
Στην έκθεση εκτιμάται ότι το 2022, το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4,5% και ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα κυμανθεί κάτω από 1,2%.