«Προσγειώνονται» οι προσδοκίες της κυβέρνησης για δραστική αναθεώρηση των κανόνων του ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας, που θα επέτρεπαν να χαραχθεί με πολύ λιγότερους περιορισμούς η δημοσιονομική πολιτική από το 2023 και μετά, καθώς η δέσμη ιδεών που έδωσε χθες στη δημοσιότητα ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας δείχνουν ότι χαλάρωση μεν θα υπάρξει, αλλά οι αυστηροί κανόνες για το χρέος σε μεγάλο βαθμό θα διατηρηθούν, ενώ οι υπερχρεωμένες χώρες θα παραμείνουν σε... σφικτό μανδύα εποπτείας και θα είναι υποχρεωμένες να επιτυγχάνουν αυστηρότερους στόχους.
Η διαβούλευση για το Σύμφωνο Σταθερότητας άρχισε με πρωτοβουλία της Κομισιόν την προηγούμενη Τρίτη, 19 Οκτωβρίου και προβλέπεται ότι θα είναι μακρά και δύσκολη, ιδιαίτερα όταν φθάσει, τον επόμενο χρόνο, στο στάδιο της τελικής διαπραγμάτευσης μεταξύ των κυβερνήσεων, όπου αναμένεται και πάλι η Ευρώπη να χωρισθεί σε δύο στρατόπεδα, Βορρά και Νότου. Η τελική έκβαση αυτής της διαπραγμάτευσης είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί σήμερα, καθώς οι διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία συνεχίζονται, ενώ η Γαλλία βρίσκεται στην τελική ευθεία για τις προεδρικές εκλογές του Απριλίου 2022.
Όμως, σε αυτή τη συζήτηση ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν τα μηνύματα που στέλνει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), ο οποίος δημιουργήθηκε μετά τις διαδοχικές κρίσεις στην Ελλάδα και άλλες χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης, ως ένας μηχανισμός διάσωσης υπερχρεωμένων χωρών με δυσκολία χρηματοδότησης από την αγορά. Λόγω της φύσης της αποστολής και των αρμοδιοτήτων του, ο ESM, που διευθύνεται από τον Γερμανό τεχνοκράτη, Κλάους Ρέγκλινγκ, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στις συζητήσεις για τους δημοσιονομικούς κανόνες, γι' αυτό και οι κυβερνήσεις και οι αγορές παρακολουθούν πολύ στενά τις ιδέες που εκφράζει για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας.
Ο ESM δημοσίευσε χθες ένα έγγραφο ιδεών, που υπογράφεται από έξι οικονομολόγους του. Οι προτάσεις που διατυπώνονται περιλαμβάνουν ορισμένες αρκετά σημαντικές βελτιώσεις, όμως είναι αμφίβολο αν θα έχουν σημαντική πρακτική αξία για την Ελλάδα, τουλάχιστον στην επίτευξη του βασικού στόχου της κυβέρνησης, ο οποίος δεν είναι άλλος από τη μείωση των υψηλών (συμφωνημένων από την εποχή του μνημονίου) στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Μεγαλύτερο όριο χρέους, αλλά...
Ειδικότερα,
- Οι οικονομολόγοι του ESM τονίζουν ότι δεν πρέπει να αναθεωρηθεί το ανώτατο όριο για το έλλειμμα του προϋπολογισμού, που είναι 3% του ΑΕΠ. Προτείνουν, όμως, μια σημαντική αύξηση του πλαφόν για το δημόσιο χρέος, από το 60% στο 100%, εξηγώντας ότι σήμερα οι οικονομικές συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές από τη δεκαετία του '90 και επιτρέπουν αυτή την αλλαγή. Στις σημερινές συνθήκες χαμηλών επιτοκίων, με ένα έλλειμμα όχι μεγαλύτερο από το 3% είναι δυνατόν να εξυπηρετηθεί ομαλά ένα χρέος που θα φθάνει το 100% του ΑΕΠ. Επιπλέον, προτείνουν να καταργηθεί ο στόχος που υπάρχει σήμερα στο Σύμφωνο Σταθερότητας για την παρακολούθηση του διαρθρωτικού ισοζυγίου του προϋπολογισμού, ο οποίος έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι δημιουργεί πολύ σοβαρά προβλήματα, καθώς προϋποθέτει ότι θα γίνονται εκτιμήσεις για το παραγωγικό κενό και τον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης των οικονομιών. Αντί για τον στόχο αυτό, οι οικονομολόγοι του ESM προτείνουν να παρακολουθούνται οι δημόσιες δαπάνες και να μην επιτρέπεται η αύξησή τους με ρυθμό μεγαλύτερο από τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης μιας μεγάλης περιόδου. Αυτό θα απλοποιούσε σημαντικά την παρακολούθηση των οικονομιών από την Κομισιόν.
- Όμως, στο θέμα που «καίει» κυρίως την Ελλάδα και την Ιταλία, τις δύο χώρες με το μεγαλύτερο χρέος, οι οικονομολόγοι του ESM δεν κάνουν πολλές παραχωρήσεις. Ένας βασικός κανόνας του Συμφώνου Σταθερότητας ορίζει ότι οι χώρες με χρέος πάνω από το ανώτατο όριο (100% του ΑΕΠ με βάση τις προτάσεις του ESM) είναι υποχρεωμένες να μειώνουν τη διαφορά από το όριο με ρυθμό 5% ετησίως (κατά το 1/20), ώστε μέσα σε μια εικοσαετία να έχουν επανέλθει στο ανώτατο όριο. Για τον κανόνα αυτό, οι οικονομολόγοι του ESM προτείνουν να διατηρηθεί, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Ιταλία θα επιβαρυνθούν με την υποχρέωση για αρκετά υψηλά πλεονάσματα, προκειμένου να συμμορφωθούν με αυτόν τον κανόνα. Με τα σημερινά δεδομένα, όπου το ελληνικό χρέος ξεπερνά το 200% του ΑΕΠ, θα έπρεπε η Ελλάδα να επιτύχει μια μείωση του χρέους τουλάχιστον κατά 5% του ΑΕΠ. Ο ίδιος ο Κλάους Ρέγκλινγκ, μιλώντας στο "Spiegel" πριν από λίγες ημέρες, είχε αφήσει να εννοηθεί ότι αυτός ο κανόνας για τη μείωση του χρέους θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στις υπερχρεωμένες χώρες, λέγοντας: «Αν εφαρμοζόταν κατά γράμμα αυτός ο κανόνας, ένα κράτος όπως η Ιταλία θα έπρεπε να επιτυγχάνει ετήσια πλεονάσματα 6-7% του ΑΕΠ. Αυτό δεν μπορεί να γίνει και δεν έχει νόημα».
- Μια άλλη πρόταση των οικονομολόγων του ESM που δεν είναι ευχάριστη για τις υπερχρεωμένες χώρες είναι αυτή που προτείνει διαχωρισμό της επιτήρησης των χωρών σε δύο ταχύτητες. Όσες έχουν χρέος χαμηλότερο από το όριο του 100%, θα παρακολουθούνται από την Κομισιόν μόνο σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του κανόνα για τις δημόσιες δαπάνες. Αντίθετα, για τις χώρες με υπερβολικό χρέος, η Κομισιόν θα πρέπει να ορίζει δημοσιονομικούς στόχους για την επόμενη τριετία σε κυλιόμενη βάση, οι οποίοι θα είναι συνεπείς με τη μείωση του χρέους, όπως προβλέπουν οι κανόνες για το χρέος. Αυτό για την Ελλάδα θα σήμαινε τη συνέχιση, σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, των ίδιων κανόνων που εφαρμόζονται εδώ και χρόνια με τα μνημόνια, όπου οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί και, παλαιότερα, το ΔΝΤ όριζαν τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα και οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν υποχρεωμένες να τους επιτυγχάνουν.
Παρότι υπάρχουν ακόμη πολλά περιθώρια για διαπραγματεύσεις, είναι σαφές ότι αυτές οι προτάσεις ξεφεύγουν εντελώς από τους στόχους που έχει θέσει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Κατ' επανάληψη έχει δηλωθεί ότι βασικός στόχος είναι να καταργηθεί ο κανόνας για τη μείωση του χρέους κατά 1/20 τον χρόνο. Στρατηγική επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να αποδεσμευθεί από τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ, ώστε να μπορέσει να εφαρμόσει την πολιτική για μειώσεις της φορολογίας. Εάν στη διαπραγμάτευση για το Σύμφωνο Σταθερότητας επικρατήσουν ιδέες, όπως αυτές που εκφράζονται από τους οικονομολόγους του ESM, αυτοί οι στόχοι θα είναι αμφίβολο αν μπορούν να επιτευχθούν.