Την απόλυτη ικανοποίησή του για την πορεία της έκδοσης τόσο του 5ετούς όσο και του 30ετούς ομολόγου, εξέφρασε ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, τονίζοντας παράλληλα ότι η ζήτηση δεν ήταν μόνο υψηλή αλλά και εξαιρετικής ποιότητας, γεγονός που αποδεικνύει τόσο την ελκυστικότητα των ελληνικών ομολόγων όσο και την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία.
Όπως επισημαίνει σε γραπτή ανακοίνωσή του ο υπουργός Οικονομικών, το ελληνικό δημόσιο συγκέντρωσε σήμερα το ποσό των 2,5 δισ. ευρώ, με το επιτόκιο του 5ετούς ομολόγου να είναι σχεδόν μηδενικό, ενώ αυτό του 30ετούς ήταν χαμηλότερο από την αρχική έκδοση.
Επιπρόσθετα ο κ. ΣταΪκούρας σημειώνει ότι παρά το γεγονός ότι έχουν καλυφθεί οι στόχοι του δανειακού προγράμματος για το 2021 αποφασίστηκε να υπάρξει επανέκδοση των δύο τίτλων, καθώς καταγράφεται αυξημένη ζήτηση από θεσμικούς επενδυτές σε ελληνικά ομόλογα, ενώ παράλληλα τα επιτόκια παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Αναλυτικότερα ο κ. Σταϊκούρας υπογράμμισε ότι «Η Ελλάδα, σήμερα, προχώρησε, για πρώτη φορά, σε ταυτόχρονη έκδοση δύο ομολογιακών τίτλων. Στην έκδοση 5ετούς και 30ετούς ομολόγου. Και το έκανε με ιδιαίτερη επιτυχία, αφού και οι δύο αυτές εκδόσεις προσέλκυσαν ιδιαίτερα υψηλή ζήτηση, είχαν εξαιρετική ποιότητα και κατέγραψαν ιστορικά χαμηλές αποδόσεις.
Συγκεκριμένα, η έκδοση του 5ετούς ομολόγου έγινε με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο, που αποτελεί νέο ιστορικό χαμηλό – ανεξαρτήτως διάρκειας –, ενώ αυτή του 30ετούς ομολόγου έγινε με επιτόκιο χαμηλότερο από την προηγούμενη έκδοση, η οποία είχε πραγματοποιηθεί τον Μάρτιο του 2021.
Η διπλή αυτή έξοδος, από την οποία το Ελληνικό Δημόσιο άντλησε συνολικά 2,5 δισ. ευρώ, πραγματοποιήθηκε παρότι έχει καλυφθεί ο εφετινός στόχος του δανειακού προγράμματος. Όμως, η αυξημένη ζήτηση για ελληνικούς ομολογιακούς τίτλους, και μάλιστα από μεγάλη μερίδα θεσμικών επενδυτών, έδωσε την ευκαιρία στη χώρα να βελτιώσει τη ρευστότητα της καμπύλης αποδόσεων σε ακόμη δύο σημεία, αντλώντας, παράλληλα, κεφάλαια με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους.
Η μεθοδική δουλειά του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, η υπεύθυνη και αποδοτική οικονομική πολιτική του Υπουργείου Οικονομικών και το συνολικό έργο της Ελληνικής Κυβέρνησης, αποφέρουν θετικά αποτελέσματα και αναγνωρίζονται, για ακόμη μία φορά, έμπρακτα, από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Από τον Ιούλιο του 2019, όταν η Νέα Δημοκρατία ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχει αντλήσει – συνολικά – 30 δισ. ευρώ από τις αγορές, εκ των οποίων τα 23,5 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Έτσι, παρά τις αυξημένες δυσκολίες και την πρωτόγνωρη αβεβαιότητα – σε διεθνές επίπεδο – καταφέρνουμε να διατηρούμε τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας σε ασφαλές ύψος. Το Υπουργείο Οικονομικών και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους θα συνεχίσουμε την υλοποίηση μίας έξυπνης και διορατικής εκδοτικής στρατηγικής, με συνεπή παρουσία στις διεθνείς αγορές.
Όλοι μαζί λειτουργούμε με σχέδιο, υπευθυνότητα και αποτελεσματικότητα, ώστε να περιορίσουμε, όσο γίνεται περισσότερο, τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης και κάθε άλλης εξωγενούς δοκιμασίας, να ενισχύσουμε περαιτέρω την ανάκαμψη της οικονομίας και να οικοδομήσουμε στέρεες βάσεις για την επίτευξη ισχυρής, βιώσιμης, έξυπνης και κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης».
Η πορεία της διπλής έκδοσης
Βάσει των στοιχείων που υπάρχουν η απόδοση για το 5ετές ομόλογο υποχώρησε στη ζώνη του 0,05%, ενώ αυτή για το 30ετές ομόλογο διαμορφώθηκε στο 1,65%, δηλαδή χαμηλότερα από την αρχική έκδοση όπου είχε φθάσει κοντά στο 2%.
Συνολικά επενδυτές έχουν προσφέρει περισσότερα από 14 δισ. ευρώ. Η προσφορά για τα 5ετή ομόλογα ξεπερνά τα 6,6 δισ. ευρώ και για τα 30ετή κυμαίνεται άνω των 7,3 δισ. ευρώ. Είναι η πέμπτη κατά σειρά «έξοδο» του δημοσίου στις αγορές από τις αρχές του 2021.
Όπως ανακοίνωσε ο ΟΔΔΗΧ χθες το δημόσιο έδωσε εντολή στις Αlpha Bank, Barclays, Citi, Commerzbank και Morgan Stanley να προχωρήσουν στην επανέκδοση αφενός του ομολόγου λήξης στις 12 Φεβρουαρίου 2026 με κουπόνι στο 0% και αφετέρου του ομολόγου λήξης 24 Ιανουαρίου 2052 με κουπόνι 1,875%. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η κοινοπρακτική συναλλαγή θα πραγματοποιηθεί στο άμεσο μέλλον ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά.
Ήδη από τις προηγούμενες εκδόσεις το Ελληνικό Δημόσιο έχει αντλήσει από τις αγορές περίπου 11,5 δισ. ευρώ, καλύπτοντας έτσι το στόχο τού δανειακού προγράμματος που είχε τεθεί για φέτος. Βέβαια ο συγκεκριμένος στόχος που είχε τεθεί με την κατάθεση του Προϋπολογισμού στηριζόταν σε διαφορετικά δεδομένα από αυτά που δημιούργησε η πανδημία. Για παράδειγμα όταν συντάχθηκε ο Προϋπολογισμός του 2021, πέρυσι το φθινόπωρο, το πακέτο για την ανακούφιση των συνεπειών από την κρίση του κορονοϊού υπολογίζονταν στα 7,5 δισ. ευρώ, ενώ πλέον αισίως έχει ξεπεράσει τα 15 δισ. ευρώ.
Το Ελληνικό Δημόσιο έχει προχωρήσει στις εξής εκδόσεις ομόλογων:
- Ιανουάριος 2021, 10ετές ύψους 3.5 δισ. ευρώ
- Μάρτιος 2021, 30ετές ύψους 2,5 δισ. ευρώ
- Μάιος 2021, 5ετές ύψους 3 δισ. ευρώ
- Ιούνιος 2021, 10ετές ύψους 2,5 δισ. ευρώ.
Η ευχέρεια του Δημοσίου να δανείζεται από τις αγορές - παρόλο που τα ελληνικά ομόλογα δεν διαθέτουν από τους οίκους αξιολόγησης την αναγκαία προς επένδυση βαθμολογία - στηρίζεται τόσο στη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους, την οποία αναγνώρισε στην τελευταία του έκθεση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά κυρίως στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της πανδημίας PEPP - και τις επεκτάσεις του - που έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Υπενθυμίζεται ότι τα ελληνικά ομόλογα συμμετέχουν στο πρόγραμμα ΡΕΡΡ όχι όμως στο πρόγραμμα ΑΡΡ, καθώς η Ελλάδα δεν διαθέτει την απαιτούμενη, πιστοληπτική ικανότητα. Ο ίδιος απέφυγε να απαντήσει για το κατά πόσο η ΕΚΤ σχεδιάζει να προχωρήσει στην αύξηση του προγράμματος ΑΡΡ μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος πανδημίας τον Μάρτιο του 2022.