Δυσανάλογα επηρέασε και στην Ελλάδα η κρίση της πανδημίας τους νέους, καθώς στην ηλικιακή ομάδα έως 29 ετών καταγράφηκε αύξηση της ανεργίας, ενώ μειώθηκε σε άλλες ηλικιακές ομάδες, ενώ αυξήθηκε σημαντικά το ποσοστό των νέων που δεν εργάζονται ούτε σπουδάζουν, το οποίο ξεπέρασε και πάλι το 20% και είναι πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως σημειώνει η Alpha Bank σε σχετική ανάλυση, υπάρχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας, τα οποία οφείλονται, σε κάποιο βαθμό, στην επίδραση της πανδημικής κρίσης που χρήζουν περαιτέρω ανάλυσης. Οι -μέχρι σήμερα- επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας φαίνεται ότι παρουσιάζουν σημαντικό βαθμό ασυμμετρίας όσον αφορά σε τρία κυρίως κριτήρια, την ηλικία, το φύλο και το επίπεδο εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τον International Labor Organization (ILO), η τρέχουσα κρίση είχε σοβαρό αντίκτυπο στην απασχόληση παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας, επηρεάζοντας περισσότερο τους νέους συγκριτικά με τις άλλες ηλικιακές ομάδες. Ενδεικτικά, σε παγκόσμιο επίπεδο, η απασχόληση των νέων μειώθηκε κατά 8,7% το 2020, έναντι μείωσης κατά μόλις 3,7% για την απασχόληση των μεγαλύτερων σε ηλικία .
Ομοίως, στην Ελλάδα, το αποτύπωμα της πανδημικής κρίσης για τους νέους ήταν έντονο, καθώς η ανεργία αυξήθηκε, έναντι πτώσης σε άλλες ηλικιακές ομάδες και παράλληλα η απασχόληση σημείωσε εντονότερη μείωση. Επιπρόσθετα, αρκετοί νέοι οδηγήθηκαν εκτός εργατικού δυναμικού, ή στην ανεργία με αποτέλεσμα την άνοδο του ποσοστού όσων δεν εργάζονται, ούτε σπουδάζουν, ή παρακολουθούν προγράμματα κατάρτισης (neither in employment nor in education or training, NEET). Η πανδημία, επίσης, επηρέασε και άλλες ομάδες της αγοράς εργασίας, όπως τις γυναίκες -ειδικά τις νεότερες σε ηλικία- και τα άτομα χαμηλότερης εκπαιδευτικής βαθμίδας.
Πιο αναλυτικά, η απασχόληση στους νέους ηλικίας από 15 έως και 29 ετών μειώθηκε σε όλα τα τρίμηνα από το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και μετά και μάλιστα περισσότερο σε σύγκριση με την επόμενη ηλικιακή ομάδα (30-44 ετών). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις τριμηνιαίες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ (χωρίς εποχική διόρθωση), το πρώτο τρίμηνο του 2021 οι απασχολούμενοι έως 29 ετών μειώθηκαν κατά 13,9% σε ετήσια βάση, έναντι πτώσης κατά 10,8% για τις ηλικίες μεταξύ 30 και 44 ετών. Αντίθετα, η απασχόληση αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης για τους άνω των 45 ετών.
Αυξήθηκε η ανεργία των νέων
Επιπρόσθετα, ενώ οι άνεργοι των ηλικιακών ομάδων 30-44 ετών και άνω των 45 ετών μειώθηκαν, σε όλα τα τρίμηνα από το δεύτερο τρίμηνο του 2020 έως και το πρώτο τρίμηνο του 2021, η ανεργία στους νέους έως 29 ετών, αυξήθηκε στο ίδιο χρονικό διάστημα. Το πρώτο τρίμηνο του 2021, η άνοδος της ανεργίας των νέων ήταν της τάξης του 16,4%, σε ετήσια βάση. Τέλος, το εργατικό δυναμικό για τις δύο ηλικιακές ομάδες έως 45 ετών μειώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, σε ετήσια βάση, ενώ για τους άνω των 45 ετών σημείωσε αύξηση σε όλα τα τρίμηνα του 2020 και οριακή μείωση (-0,7% σε ετήσια βάση), το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, στις χώρες του ΟΟΣΑ (OECD Employment Outlook 2021: “Navigating the Covid-19 Crisis and Recovery”, July 2021), ο αντίκτυπος της πανδημικής κρίσης στους νέους ήταν έντονος, καθώς η ανεργία σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα σημείωσε άνοδο, ενώ οι ώρες απασχόλησης των νέων μειώθηκαν περισσότερο σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ώρες των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας.
Πολλοί νέοι, οι οποίοι μάλιστα εργάζονταν σε κλάδους που επηρεάστηκαν ιδιαιτέρως από την πανδημία, έχασαν την θέση εργασίας τους, ενώ όσοι ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους κατά τη διάρκεια αυτής δυσκολεύτηκαν να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, καθώς οι κενές θέσεις εργασίας ήταν περιορισμένες. Ως εκ τούτου, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών που δεν εργάζονται, ούτε σπουδάζουν (NEET) αυξήθηκε το 2020, αντιστρέφοντας την καθοδική τάση που ακολούθησε κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας.
Το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα, αν και μειώθηκε σημαντικά, από 23% του πληθυσμού το 2011, σε 17,7% το 2019, εξακολουθούσε να είναι αρκετά υψηλότερο από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (12,6%). Το ποσοστό των NEET αυξήθηκε έντονα το δεύτερο τρίμηνο του 2020, δηλαδή στο πρώτο διάστημα της πανδημικής κρίσης, τόσο στην Ελλάδα (+2,2 ποσοστιαίες μονάδες, σε ετήσια βάση), όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση (+2,1 π.μ.). Οι νέοι που δεν εργάζονται, ούτε σπουδάζουν συνέχισαν να αυξάνονται μέχρι το τέλος του 2020, με μικρότερο ρυθμό και στις δύο περιπτώσεις, ενώ το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος σημειώθηκε εκ νέου σημαντική άνοδος, η οποία στη χώρας μας ήταν της τάξης των 3,4 π.μ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το δεύτερο τρίμηνο του 2020, στην πλειονότητα των χωρών το ποσοστό των ΝΕΕΤ αυξήθηκε, πρωτίστως, διότι οι νέοι οδηγήθηκαν εκτός της αγοράς εργασίας και δευτερευόντως λόγω της ανεργίας, ενώ η τάση αυτή αντιστράφηκε το τέταρτο τρίμηνο του ίδιου έτους. Στην Ελλάδα, η κατά 2,2 π.μ. άνοδος του ποσοστού των ΝΕΕΤ στο δεύτερο τρίμηνο του 2020, προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από το γεγονός ότι οι νέοι ηλικίας 15-29 ετών παρέμειναν εκτός εργατικού δυναμικού. Αντίστοιχα, η αύξηση του εν λόγω ποσοστού, κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2020, εξηγείται σε ποσοστό 30%, από την ανεργία των νέων αυτής της ηλικιακής ομάδας.
Ενδείξεις ανάκαμψης
Πάντως, όπως τονίζει η Alpha Bank, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για την απασχόληση και την ανεργία από την ΕΛΣΤΑΤ και το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, καθώς και για τις προσδοκίες των επιχειρηματιών σχετικά με την πορεία της απασχόλησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η αγορά εργασίας στη χώρα μας σταδιακά ανακάμπτει από τις δυσμενείς επιπτώσεις που επέφερε η πανδημική κρίση.
Συγκεκριμένα, το ποσοστό της ανεργίας διαμορφώθηκε, τον Μάιο του 2021, σε 15,9% (εποχικά προσαρμοσμένες εκτιμήσεις), σε σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο από το αντίστοιχο ποσοστό του Μαΐου του 2020 (16,8%), αλλά και του προηγούμενου μήνα (17,1%). Παράλληλα, τον φετινό Ιούνιο, καταγράφηκε η υψηλότερη θετική επίδοση του ισοζυγίου ροών απασχόλησης για τον εν λόγω μήνα, από το 2001 μέχρι σήμερα, ενώ ο δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για την Απασχόληση (Employment Expectations Indicator, EEI) ανήλθε, τον Ιούλιο, στην Ελλάδα, στις 115 μονάδες, από 112 μονάδες τον προηγούμενο μήνα. Η τιμή του Ιουλίου αποτελεί την καλύτερη επίδοση του δείκτη EEI, από την αρχή της πανδημίας (Μάρτιος 2020: 115,8 μονάδες).