Άγχος και αγωνία προκαλεί στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης η μετάλλαξη Δέλτα του κορονοϊού, καθώς δημιουργεί εστίες κινδύνου για τη πορεία του τουρισμού και την ανάκαμψη της οικονομίας, σε μια συγκυρία καθοριστική για τη «δύναμη του ελατήριου» της επανεκκίνησης.
Το «φάντασμα» της καραντίνας για την αναχαίτιση ενός νέου κύματος πανδημίας στοιχειώνει το υπουργείο Οικονομικών, με αρμόδια στελέχη να κάνουν λόγο για μείζονα κίνδυνο για την οικονομία και τα δημοσιονομικά και να φέρνουν στο τραπέζι το ενδεχόμενο να υπάρξει επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης και να βαθύνουν οι πληγές στο προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο του Μεσοπρόθεσμου, σε περίπτωση αναζωπύρωσης της πανδημίας το Φθινόπωρο και αναγκαστικής επιβολής περιοριστικών μέτρων στην αγορά η οικονομία θα «κατεβάσει» ταχύτητα στο 2,6% αντί πρόβλεψης για 3,6% το 2021.
Η άμεση και μεγαλύτερη απειλή προέρχεται από τον τουρισμό που η συνολική συμβολή του στο ΑΕΠ φθάνει στο 30%. Αν και το βασικό κυβερνητικό σενάριο προβλέπει ότι οι τουριστικές εισπράξεις φέτος θα κινηθούν στο 40%- 45% του 2019, δηλαδή στην περιοχή των 8 δισ. ευρώ από 4 δισ. ευρώ πέρυσι, στον ορίζοντα έχουν ήδη εμφανιστεί μαύρα σύννεφα καθώς ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θέτουν σε καραντίνα ξένους τουρίστες και οι Γερμανοί θέλουν γενικό απαγορευτικό για την είσοδο Βρετανών τουριστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της ινδικής μετάλλαξης.
Το ρευστό σκηνικό στον τουριστικό ευρωπαϊκό χάρτη αφήνει μετέωρη την κυβερνητική πρόβλεψη και αρμόδιοι παράγοντες θεωρούν ότι στη καλύτερη των περιπτώσεων τα φετινά έσοδα από την τουριστική βιομηχανία θα κυμανθούν στο 40% δηλαδή στα επίπεδα των 7 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα οι απώλειες σε σχέση με το 2019 να ξεπεράσουν τα 11 δισ. ευρώ.
Στο δημοσιονομικό πεδίο τυχόν επαναφορά των περιορισμών στη λειτουργία της αγοράς θα απαιτήσει νέα μέτρα στήριξης που θα διογκώσουν το κόστος για το Δημόσιο, ανεβάζοντας τον λογαριασμό πάνω από 16 δισ. ευρώ, τη στιγμή που το οικονομικό επιτελείο πορεύεται με βασική παραδοχή την αποκλιμάκωση της επιδημιολογικής κρίσης και την απόσυρση των ενισχύσεων που θα δώσει ανάσες στα κρατικά ταμεία και θα δρομολογήσει την επαναφορά σε τροχιά εξυγίανσης. Στο δεύτερο εξάμηνο του έτους το πακέτο θα συρρικνωθεί στα 4,5 δισ. ευρώ, ενώ η πρόβλεψη για το 2022 είναι ότι το κόστος για το Δημόσιο θα περιοριστεί σε μόλις 2,1 δισ. ευρώ, όταν φέτος εκτινάσσεται στα 16 δισ. ευρώ, έναντι αρχικής εκτίμησης για 7,1 δισ. ευρώ.
Η πρόσθετη δημοσιονομική επιβάρυνση για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από την υγειονομική κρίση θα προκαλούσε αλυσιδωτές επί τα χείρω αναθεωρήσεις του δημοσιονομικού αποτελέσματος με το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης να εκτινάσσεται φέτος πάνω από τα 17 δισ. ευρώ δημιουργώντας ένα νέο αρνητικό ρεκόρ. Αντίστοιχη θα είναι η επιδείνωση και στο πρωτογενές έλλειμμα, με τον πήχη να ανεβαίνει πάνω από του 7,1% του ΑΕΠ που προβλέπει το βασικό σενάριο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος.
Σε μία τέτοια περίπτωση το πρόβλημα θα οξυνθεί το 2022, καθώς παρά την ευελιξία που δίνει η «ρήτρα διαφυγής» η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί μέσω του Μεσοπρόθεσμου ότι θα περιορίσει δραστικά τις «μαύρες τρύπες» στον προϋπολογισμό και θα αγγίξει την ζώνη των μηδενικών πρωτογενών ελλειμμάτων με μόλις 0,5% του ΑΕΠ.