Δραστική δημοσιονομική προσαρμογή το επόμενο έτος με κόφτη 12,3 δισ. ευρώ στα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων από την πανδημία προβλέπει το Μεσοπρόσθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2022-2025 που αναμένεται να υποβληθεί στη Κομισιόν την ερχόμενη εβδομάδα.
Ο πυρήνας της κυβερνητικής στρατηγικής είναι η επαναφορά της χώρας σε τροχιά εξυγίανσης των δημοσίων οικονομικών με μηδενισμό του πρωτογενούς ελλείμματος το 2022 και επίτευξη πλεονασμάτων από το 2023 και μετά.
Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς, η απόσυρση των δημοσιονομικών παρεμβάσεων με τη μορφή των άμεσων εισοδηματικών ενισχύσεων και επιδοτήσεων σε εργαζόμενους, επαγγελματίες και επιχειρήσεις καθώς και του «παγώματος» των πληρωμών για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές θα ξεκινήσει από τον επόμενο μήνα έτσι ώστε το συνολικό δημοσιονομικό κόστος μαζί με το νέο κύμα στοχευμένων παρεμβάσεων για εστίαση, εμπόριο και τουρισμό να συγκρατηθεί φέτος στα 15 δισ. ευρώ και το πρωτογενές έλλειμμα να μην ξεπεράσει τον νέο επί τα χείρω αναθεωρημένο στόχο του 7,2% του ΑΕΠ.
Το εργαλείο για την αυτόματη συμπίεση του ελλείμματος είναι η συρρικνωση των κονδυλίων για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης, καθώς το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει ότι ο λογαριασμός για το Δημόσιο θα πέσει το 2022 στο 1,1% του ΑΕΠ, δηλαδή στα 2 δισ. ευρώ, έναντι 8,3% ή 14,3 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι θα ανέλθει φέτος.
Πέραν αυτού, το οικονομικό επιτελείο ποντάρει στον υψηλό, πάνω από 6%, ρυθμό ανάπτυξης με τη συνδρομή και των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης που θα τονώσει τα δημόσια έσοδα και θα συμβάλει καθοριστικά στην προσαρμογή.
Με βάση τους στόχους, το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης θα εμφανίσει έλλειμμα 2,9% το 2022 έναντι 9,9% το τρέχον έτος και η καθοδική πορεία θα συνεχιστεί τα επόμενα έτη με οριακό έλλειμμα 0,4% το 2023 και θετικό ισοζύγιο στη περιοχή του 0,6% του ΑΕΠ το 2024 και το 2025. Το πρωτογενές έλλειμμα από 7,2% του ΑΕΠ φέτος θα προσγειωθεί στο 0,3% το 2022 χωρίς τη λήψη περιοριστικών μέτρων και το 2023 θα μετατραπεί σε πλεόνασμα της τάξης του 2% του ΑΕΠ για να ανέβει τα επόμενα έτη στη ζώνη του 2,9%.
Το χρέος της γενικής κυβέρνησης θα μειωθεί από το 204,5% του ΑΕΠ φέτος στο 189,5% το 2022 και στη συνέχεια στο 176,7% το 2023 και στο 166,1% το 2024.
Τρεις κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης
Στο μέτωπο της πραγματικής οικονομίας ο πήχης της ανάπτυξης τοποθετείται φέτος στο 3,6% και το 2022 στο 6,2% «αποσβένοντας» την ύφεση του 8,2% του 2020 με αποτέλεσμα το ΑΕΠ να γυρίσει στο 2019 ενώ για για τα επόμενα έτη η ταχύτητα της ανάκαμψης θα πέσει στο 4,5%.
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές προβλέψεις με την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης οι «κινητήρες» θα είναι η αναθέρμανση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η εκρηκτική άνοδος των επενδύσεων ειδικά το 2022 και η ενίσχυση των εξαγωγών.
Ειδικότερα, η ιδιωτική κατανάλωση εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από 2,6% φέτος στο 2,9% το 2022 και κατά μέσον όρο 2,5% τα επόμενα έτη. Σημειώνεται ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών εκτιμά ότι σημαντική συμβολή στην ανάκαμψη θα έχει το «ξεπάγωμα» του αποθέματος των καταθέσεων των 24 δισ. ευρώ (αναβαλλόμενη κατανάλωση) που δημιούργησαν τα νοικοκυριά την περίοδο της πανδημίας λόγω της ανασφάλειας και του φόβου για την επόμενη ημέρα.
Οι επενδύσεις προβλέπεται ότι θα απογειωθούν το επόμενο έτος, σημειώνοντας ιστορικό ρεκόρ αύξησης 30,3% και θα συνεχίσουν την ανοδική πορεία με ρυθμό πάνω από 10% έως το 2025. Όσον αφορά στις εξαγωγές από 10,4% φέτος θα αυξηθούν κατά 13,7% το 2022 και θα συνεχίσουν να αυξάνονται με ρυθμό πάνω από 6%.
Ωστόσο, παρά τις φορολογικές ελαφρύνσεις (κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις καθώς και της προκαταβολής φόρου) το φορολογικό βάρος στην οικονομία σε ποσοστό του ΑΕΠ θα παραμείνει τα επόμενα τέσσερα έτη στα υψηλά επίπεδα του 40%.
Στο τομέα της αγοράς εργασίας το ποσοστό απασχόλησης εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 2,3% το 2022 από 0,7% φέτος και στη συνέχεια θα κινηθεί με μέσο ρυθμό 1,3% με 1,5%, ενώ το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να μειωθεί πάνω από 4 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2025.