Το λιανεμπόριο τροφίμων αποτέλεσε έναν από τους ελάχιστους κλάδους που βγήκαν κερδισμένοι από την πανδημία, σημειώνοντας ρεκόρ 15 ετών στις πωλήσεις, με τον τζίρο των σούπερ μάρκετ που συγκέντρωσαν τις επισκέψεις των καταναλωτών να ξεπερνάει κάθε πρόβλεψη. Ωστόσο το κόστος της πανδημίας για το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων για το 2020 ξεπέρασε τα 160 εκατ. ευρώ, με το λειτουργικό κόστος να έχει αυξηθεί μέχρι και 5%.
Όπως αναφέρει το ΙΕΛΚΑ, το μεγαλύτερο μερίδιο κόστους προκύπτει από το επιπλέον εργασιακό κόστος, το οποίο εκτιμάται ήδη σε 130 εκατ. ευρώ. Η βασική πηγή αυτού του κόστους είναι οι νέες προσλήψεις που πραγματοποίησαν οι αλυσίδες σουπερμάρκετ, λόγω της επέκτασης του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, του ελέγχου του αριθμού ατόμων στην είσοδο των καταστημάτων, της απολύμανσης, της αδειοδότησης προσωπικού λόγω προστασίας ευπαθών ομάδων, γονικών αδειών, αλλά και της αξιοποίησης νέων καναλιών πώλησης όπως π.χ. τα ηλεκτρονικά σουπερμάρκετ, τηλεφωνικές παραγγελίες, διανομή κατ' οίκον κλπ.
Τα υλικά συσκευασίας στοίχισαν στις επιχειρήσεις τροφίμων περισσότερα από 12 εκατ. ευρώ. Στα κόστη αυτά περιλαμβάνονται από την κατασκευή των πλέξιγκλας για τα ταμεία, μέχρι τη διάθεση μασκών, αντισηπτικών, γαντιών για προσωπικό αλλά και τεστ κορονοϊού, καθώς και η υποστήριξη τηλεργασίας.
Ακριβός ο δρόμος προς το Ελ Ντοράντο των ηλεκτρονικών πωλήσεων
Με πολλούς Έλληνες να περιορίζουν τις μετακινήσεις τους, και την επιβολή δυο lockdown, η δεύτερη μεγαλύτερη κατηγορία κόστους αφορά την παράδοση κατ’ οίκον, η οποία εκτιμάται σε περίπου 14 εκατ. ευρώ, καθώς υπήρξε σημαντική αύξηση των παραγγελιών είτε ηλεκτρονικά ή τηλεφωνικά.
Η παράδοση κατ’ οίκον για το λιανεμπόριο τροφίμων είναι μία ιδιαίτερα κοστοβόρα διαδικασία, που περιλαμβάνει τη διαδικασία της συλλογής των προϊόντων, όσο και τη διαδικασία της μεταφοράς. Οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες του κλάδου τροφίμων στράφηκαν δυναμικά στα ηλεκτρονικά κανάλια, ενώ υπήρξαν στρατηγικές συνεργασίες αλυσίδων σούπερ μάρκετ με πλατφόρμες όπως η e-food, η Wolt αλλά και η Delivery.gr του ομίλου Μούχαλη.
Η διαδικασία της συλλογής είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη, αρκεί να αναλογιστεί κάποιος ότι ένα τυπικό σουπερμάρκετ περιλαμβάνει περίπου 10 χιλ. διαφορετικούς κωδικούς προϊόντων. Επιπρόσθετα, η διαδικασία της μεταφοράς είναι επίσης ιδιαίτερα κοστοβόρα, καθώς περιλαμβάνει την διαχείριση μεγάλων όγκων των προϊόντων, αλλά απαιτεί και επιπλέον ανάγκες συντήρησης για άλλα προϊόντα, ενώ στη λίστα πρέπει να προστεθούν τα λειτουργικά κόστη για τα οχήματα.
Η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, οδήγησε τις εταιρείες του κλάδου να επενδύσουν στα ηλεκτρονικά τους καταστήματα με το κόστος για την δημιουργία, επέκταση και λειτουργία τους να εκτιμάται στα 8 εκατ. ευρώ. Τα κόστη αυτά αφορούν τόσο τη διαμόρφωση, λειτουργία και υποστήριξη των ηλεκτρονικών καταστημάτων, όσο και των διαδικασιών που τα υποστηρίζουν, όπως logistics, την αγορά εξοπλισμού και τη δημιουργία εγκαταστάσεων, όπως pick-up points στα καταστήματα.
Οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ μέσα από τα ψηφιακά κανάλια εκτινάχθηκαν το 2020 στο 1,8% των συνολικών πωλήσεων, έναντι του ισχνού 0,4% που ήταν το 2019, σύμφωνα με έρευνα της Convert Group. Οι προοπτικές ανάπτυξης των πωλήσεων μέσα από το ψηφιακό κανάλι είναι τεράστιες: στη Μ. Βρετανία, αντιστοιχούν στο 16% του συνολικου τζίρου, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο αύξησης σχεδόν κατά 9 φορές ακόμη.
Τα σούπερ μάρκετ διαβλέποντας τις ανάγκες που πρόκειται να δημιουργήσει ο κορονοϊός αποφάσισαν να επενδύσουν δυναμικά στα ηλεκτρονικά τους κανάλια, και είδαν τον τζίρο να διαμορφώνεται στα 163,3 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 262%.
Οι καταναλωτές, έχοντας σαν βασικό κριτήριο την διαθεσιμότητα και τους χρόνους παράδοσης, κατά τη διάρκεια της δεύτερης καραντίνας, στράφηκαν περισσότερο στα ηλεκτρονικά καταστήματα των αλυσίδων σούπερ μάρκετ που προτιμούσαν. Συγκεκριμένα όπως αναφέρει η Convert Group το 26% των συνολικών συναλλαγών ήταν από τα απευθείας ηλεκτρονικά κανάλια των αλυσίδων το πρώτο τρίμηνο του 2020 και αυτό το ποσοστό αυξήθηκε σε 32% το τελευταίο τρίμηνο.