Το φυσικό αέριο αποτελεί εργαλείο ανάπτυξης για τις τοπικές οικονομίες εξασφαλίζοντας παράλληλα μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, επεσήμανε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας μιλώντας σήμερα σε διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα «Ανάπτυξη του Δικτύου Φυσικού Αερίου και Περιφερειακή Ανάπτυξη».
Όπως υπογράμμισε, το δεκαετές πρόγραμμα του ΔΕΣΦΑ περιλαμβάνει επενδύσεις ύψους 500 εκατ. ευρώ ενώ πάνω από 300 εκατ. ευρώ είναι οι επενδύσεις που προγραμματίζει η Δημόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανομής Αερίου (ΔΕΔΑ) την επόμενη 5ετία.
«Με την επικείμενη είσοδο ιδιωτών στη ΔΕΠΑ Υποδομών, προσδοκούμε να συνεχιστούν οι επενδύσεις για περαιτέρω ανάπτυξη των δικτύων φυσικού αερίου", πρόσθεσε ο υπουργός. Σημείωσε ακόμη ότι με έργα υποδομής όπως οι αγωγοί ΤΑΡ, η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας και η κατασκευή νέου πλωτού σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στην Αλεξανδρούπολη, βελτιώνεται η ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας και σε συνδυασμό με τους κάθετους αγωγούς προς τα Βαλκάνια (IGB, αγωγός διασύνδεσης με τη Β.Μακεδονία) και την Ιταλία (East Med) η Ελλάδα αναδεικνύεται σε περιφερειακό κόμβο και συμβάλλει στην διαφοροποίηση των πηγών και οδών εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο.
Στο ίδιο συνέδριο ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΔΑ Μάριος Τσάκας τόνισε ότι η εταιρεία υλοποιεί το μεγαλύτερο πρότζεκτ επέκτασης δικτύων διανομής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, με πρόβλεψη για υποδοχή «πράσινων» καυσίμων όπως το υδρογόνο και το βιομεθάνιο. Σημείωσε ότι τα έργα για την ανάπτυξη δικτύων διανομής στη Δυτική Ελλάδα, αρχής γενομένης από την Πάτρα το Αγρίνιο και τον Πύργο θα ξεκινήσουν εφέτος και θα ολοκληρωθούν το 2023, δίνοντας τη δυνατότητα σε περισσότερα από 12.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις να τροφοδοτηθούν με φυσικό αέριο. Το καύσιμο θα μεταφέρεται αρχικά με βυτιοφόρα σε υγροποιημένο μορφή έως ότου τεθεί σε λειτουργία ο αγωγός του ΔΕΣΦΑ που σχεδιάζεται να επεκταθεί στην Πάτρα.
Η Διευθύνουσα Σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ Maria Rita Galli ανέφερε ότι το φυσικό αέριο είναι μεταβατικό καύσιμο ενόψει της απανθρακοποίησης της οικονομίας αλλά παράλληλα είναι εδώ για να μείνει με την ενσωμάτωση του υδρογόνου και του βιομεθανίου που θα επιτρέψουν την περαιτέρω διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών. Τόνισε ότι ο ΔΕΣΦΑ επενδύει σε υποδομές που θα επιτρέψουν τη μεταφορά φυσικού αερίου σε περιοχές όπου δεν υπάρχει δίκτυο μεταφοράς, σε υγροποιημένο ή συμπιεσμένη μορφή με πλοία και βυτιοφόρα.
«Με την επικείμενη είσοδο ιδιωτών στη ΔΕΠΑ Υποδομών, προσδοκούμε να συνεχιστούν οι επενδύσεις για περαιτέρω ανάπτυξη των δικτύων φυσικού αερίου", πρόσθεσε ο υπουργός. Σημείωσε ακόμη ότι με έργα υποδομής όπως οι αγωγοί ΤΑΡ, η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας και η κατασκευή νέου πλωτού σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στην Αλεξανδρούπολη, βελτιώνεται η ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας και σε συνδυασμό με τους κάθετους αγωγούς προς τα Βαλκάνια (IGB, αγωγός διασύνδεσης με τη Β.Μακεδονία) και την Ιταλία (East Med) η Ελλάδα αναδεικνύεται σε περιφερειακό κόμβο και συμβάλλει στην διαφοροποίηση των πηγών και οδών εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο.
Στο ίδιο συνέδριο ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΔΑ Μάριος Τσάκας τόνισε ότι η εταιρεία υλοποιεί το μεγαλύτερο πρότζεκτ επέκτασης δικτύων διανομής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, με πρόβλεψη για υποδοχή «πράσινων» καυσίμων όπως το υδρογόνο και το βιομεθάνιο. Σημείωσε ότι τα έργα για την ανάπτυξη δικτύων διανομής στη Δυτική Ελλάδα, αρχής γενομένης από την Πάτρα το Αγρίνιο και τον Πύργο θα ξεκινήσουν εφέτος και θα ολοκληρωθούν το 2023, δίνοντας τη δυνατότητα σε περισσότερα από 12.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις να τροφοδοτηθούν με φυσικό αέριο. Το καύσιμο θα μεταφέρεται αρχικά με βυτιοφόρα σε υγροποιημένο μορφή έως ότου τεθεί σε λειτουργία ο αγωγός του ΔΕΣΦΑ που σχεδιάζεται να επεκταθεί στην Πάτρα.
Η Διευθύνουσα Σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ Maria Rita Galli ανέφερε ότι το φυσικό αέριο είναι μεταβατικό καύσιμο ενόψει της απανθρακοποίησης της οικονομίας αλλά παράλληλα είναι εδώ για να μείνει με την ενσωμάτωση του υδρογόνου και του βιομεθανίου που θα επιτρέψουν την περαιτέρω διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών. Τόνισε ότι ο ΔΕΣΦΑ επενδύει σε υποδομές που θα επιτρέψουν τη μεταφορά φυσικού αερίου σε περιοχές όπου δεν υπάρχει δίκτυο μεταφοράς, σε υγροποιημένο ή συμπιεσμένη μορφή με πλοία και βυτιοφόρα.