Σε ένα από τα ισχυρότερα κομμάτια της αγοράς ακινήτων διεθνώς έχουν εξελιχθεί τα κέντρα δεδομένων (data centers) εν μέσω πανδημίας, παρά τα σημαντικά περιβαλλοντικά θέματα που αντιμετωπίζουν τα συγκεκριμένα έργα.
Οι επενδύσεις σε data centers, όπως αυτή που ανακοινώθηκε πρόσφατα από την Microsoft για την Αττική, συχνά έρχονται αντιμέτωπες, επίσης, με ισχυρές αντιδράσεις από τοπικές κοινωνίες, λόγω της τεράστιας κατανάλωσης ενέργειας και χρήσης νερού που απαιτούν.
Κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον για τα data centers αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία πέντε χρόνια και πως αποτελούν πλέον μια από τις κορυφαίες επιλογές για επενδυτές ακινήτων.
Καθώς η μετεγκατάσταση κέντρων δεδομένων είναι μια περίπλοκη διαδικασία, οι ενοικιαστές συνήθως χρησιμοποιούν τον χώρο για μεγάλο χρονικό διάστημα, γενικά για περίοδο μεγαλύτερη της δεκαετίας. Ως εκ τούτου, ο τομέας προσφέρει μακροπρόθεσμη ροή εισοδήματος και ασφάλεια.
Ο Olivier Micheli, διευθύνων σύμβουλος της Data4, μιας εταιρείας που λειτουργεί 19 data centers (DC) στην Ευρώπη, τονίζει σε δηλώσεις του στο Business Daily, ότι μέχρι το 2024 σκοπεύει να αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των κέντρων δεδομένων στη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία και σχεδιάζει, επίσης, να επεκταθεί η εταιρεία σε Γερμανία, Κεντρική Ευρώπη και Σκανδιναβία.
«Αναμένουμε να διπλασιάσουμε τον αριθμό των DC, με τουλάχιστον 20 επιπλέον έργα. Τα 12 είναι ήδη σε εξέλιξη», υπογραμμίζει ο ίδιος.
Στον αντίποδα, τα μεγάλα εμπόδια για την είσοδο στην αγορά περιορίζουν την ροή του ιδιωτικού κεφαλαίου στον τομέα:
- «Πρώτον, ιδιαίτερα υψηλό κόστος υποδομής σημαίνει ότι τα κέντρα δεδομένων είναι δαπανηρά στην κατασκευή. Δεύτερον, για μη ειδικούς, είναι επίσης πολύπλοκα στη διαχείριση και απαιτούν κλίμακα για την επίτευξη κερδοφορίας. Τρίτον, λόγω της ταχύτητας της τεχνολογικής ανάπτυξης, η απαξίωση κατά το πέρας του χρόνου είναι μια άλλη ανησυχία που συνεπάγεται δαπανηρή συντήρηση και αυξημένο κόστος», τονίζει η Savills σε πρόσφατα έκθεση της.
Η πανδημία και η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της παγκόσμιας οικονομίας κατέστησε επιβεβλημένη την αύξηση της υπολογιστικής ισχύος, αυξάνοντας την ζήτηση για ψηφιακό νέφος (cloud), και κατά συνέπεια τις επενδύσεις σε data centers.
Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, την τελευταία δεκαετία οι επενδύσεις σε data center έχουν απορροφήσει κεφάλαια 100 δισ. δολαρίων.
Όμως το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, δηλαδή η ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα, που εκπέμπεται στον κύκλο ζωής ενός προϊόντος, που προκαλείται από ένα κέντρο δεδομένων είναι σημαντικό, ειδικά σε αυτά της πρώτης γενιάς.
Καταναλώνοντας το 3% της παγκόσμιας παροχής ηλεκτρικής ενέργειας (αντιπροσωπεύοντας περίπου το 2% των συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου), εκτιμάται ότι τα data centers έχουν το ίδιο αποτύπωμα άνθρακα με την αεροπορική βιομηχανία.
Μέχρι το 2040, η αποθήκευση ψηφιακών δεδομένων αναμένεται να δημιουργήσει το 14% των παγκόσμιων εκπομπών, περίπου στο ίδιο ποσοστό με αυτό που παράγεται από τις ΗΠΑ σήμερα.
Εν τω μεταξύ, τα κέντρα συνεχίζουν να καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες ρεύματος από δημόσια δίκτυα. Είναι αξιοσημείωτο ότι εταιρείες όπως η Google έχουν τοποθετήσει γεννήτριες ντίζελ να παρέχουν εφεδρική ισχύ σε κέντρα δεδομένων στην περίπτωση που υπάρξει διακοπή στην παροχή ρεύματος.
Τον Δεκέμβρη, ωστόσο, η Google ανακοίνωσε ότι θα αντικαταστήσει μερικές από τις γεννήτριες ντίζελ με μπαταρίες που παρέχουν εφεδρική ισχύ σε κέντρο δεδομένων της στο Saint-Ghislain του Βελγίου, αποτελώντας ένα μεγάλο βήμα για την εταιρεία.
Στην Ευρώπη αυστηροποιούνται οι περιβαλλοντικοί όροι στο χώρο, ενώ εταιρείες δεσμεύονται να αντικαταστήσουν την χρήση ορυκτών καυσίμων με πράσινη ενέργεια. Ωστόσο, οι αντιδράσεις των κατοίκων συνεχίζονται.
Στην Ολλανδία, υπήρξαν ισχυρές αντιδράσεις σε καινούργιο κέντρο δεδομένων στην περιοχή Zeewolde, ενώ η Βουλή της χώρας διέταξε πρόσφατα να γίνει έρευνα στην κατανάλωση ενέργειας υφιστάμενων και πρόσφατα προγραμματισμένων κέντρων δεδομένων.
Με κινητοποιήσεις, επίσης, απάντησαν και οι κάτοικοι πέρυσι σε φιλόδοξα σχέδια για νέο κέντρο δεδομένων στο Ιλινόις (ΗΠΑ) και την κομητεία Kent (ΗΠΑ), όπως επίσης και στο Λουξεμβούργο.
Συγκεκριμένα, στο Bissen, που βρίσκεται στη καρδιά του Λουξεμβούργου, οι κάτοικοι υποστηρίζουν ότι οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν από ένα data center της Google (που θα απαιτούσε το 12% από το ηλεκτρικό ρεύμα της χώρας) θα είναι ελάχιστες, προσθέτοντας ότι υπάρχει έλλειψη διαφάνειας για το έργο. Τον Οκτώβριο, πάντως, το έργο εγκρίθηκε από το δήμο μετά από κάποιες αλλαγές στον αρχικό σχεδιασμό.
Δέκα τέσσερα data centers στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, υπάρχουν 14 data centers, σύμφωνα με την datacentermap.com, που βρίσκονται στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλο και Χανιά.
Ένα μεγάλο ντιλ πραγματοποιήθηκε στον χώρο τον Νοέμβρη όταν εξαγοράστηκε η Lamda Hellix, η οποία δραστηριοποιείται στον κλάδο των carrier και cloud-neutral colocation, από τον αμερικανικό όμιλο Digital Realty.
Ένα μήνα νωρίτερα, τον Οκτώβρη, ανακοινώθηκε από την Microsoft ότι θα προχωρήσει στην δημιουργία του πρώτου συμπλέγματος data center Ελλάδα. Παρόλο που ανακοινώθηκε πανηγυρικά από την εταιρεία και την κυβέρνηση, γνωρίζουμε ελάχιστα για την επένδυση.
Δεν έχει γίνει γνωστό ούτε το πού θα κατασκευαστούν τα κέντρα δεδομένων, αλλά ούτε και ο αριθμός υπαλλήλων που θα προσληφθούν. Στα τέλη του 2022 αναμένεται να ολοκληρωθεί η επένδυση, που εκτιμάται ότι θα ανέλθει περίπου στα 400 εκατ. ευρώ.