Με προσφορά πωλούνται περισσότερα τα μισά προϊόντα στα ράφια των σούπερ μάρκετ, χωρίς μάλιστα οι προωθητικές ενέργειες να αποδίδουν τα αναμενόμενα, καθώς τα σούπερ μάρκετ και οι προμηθευτές τους δεν έχουν καταφέρει να ξεφύγουν από την πρακτική των προσφορών, που αποτελεί κατάλοιπο της μεγάλης οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen, στην Ελλάδα από τον συνολικό όγκο πωλήσεων που πραγματοποιούνται στα σούπερ μάρκετ το 54% πωλείται με κάποιου είδους προσφορά, ενώ το 75% των προωθητικών ενεργειών βρίσκονται κάτω από το break-evenpoint, δηλαδή δεν αποφέρουν στην επιχείρηση έσοδα από επιπλέον πωλήσεις σε σχέση με τα χρήματα που επενδύονται για την προώθηση.
Προμηθευτές και αλυσίδες σούπερ μάρκετ προσπαθούν να απεμπλακούν από το σπιράλ των προσφορών στο οποίο παγιδεύτηκαν στα χρόνια της κρίσης, όταν απέφυγαν να προχωρήσουν σε μειώσεις τιμών, για να τις προσαρμόσουν στη χαμηλότερη ζήτηση και τα μειωμένα εισοδήματα των καταναλωτών, αλλά προτίμησαν την «προσωρινή» διάθεση των προϊόντων με προσφορές, περιμένοντας να περάσει η κρίση.
Όμως, αυτή η πρακτική δεν φαίνεται να δικαιώνεται, καθώς οι καταναλωτές εξακολουθούν να κυνηγούν τις προσφορές, ή στρέφονται σε φθηνότερες λύσεις για πολλά προϊόντα καθημερινής χρήσης, με αποτέλεσμα οι προσφορές να έχουν γίνει μόνιμο στοιχείο της εμπορικής πολιτικής των σούπερ μάρκετ και των προμηθευτών τους, αφού γνωρίζουν ότι χωρίς τις προσφορές σε πολλά είδη η κατανάλωση υποχωρεί κατακόρυφα.
Όπως αναφέρουν τα στοιχεία της Nielsen, οι μισοί καταναλωτές (50%) δηλώνουν πως αναζητούν πλέον τις προσφορές, καθώς το εισόδημα έχει δεχθεί τεράστια πίεση και από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Το αντίστοιχο ποσοστό τον Μάιο και μετά το πρώτο lockdown ήταν στο 38%, με τις συνθήκες να θυμίζουν την δεκαετία της οικονομικής κρίσης και των πιεσμένων εισοδημάτων, κάνοντας ακόμα πιο δύσκολο για τις αλυσίδες να απεμπλακούν από τις προσφορές και να υπάρξει ομαλοποίηση των τιμών.
Η Nielsen ισχυρίζεται ότι η δεδομένη συγκυρία προσφέρει μια ιστορική ευκαιρία ώστε να γίνει μια επανεκκίνηση, μια εκλογίκευση ως προς τη στρατηγική τιμών και προσφορών, ώστε πολλές κατηγορίες προϊόντων να ξεφύγουν από το «προωθητικό σπιράλ» που βρίσκονται εδώ και χρόνια. Κι έτσι να υπάρξει μια σταδιακή επιστροφή αλλά και αντίστοιχη αποδοχή νέων αξιών από τους καταναλωτές.
Η εκτόξευση των private label προϊόντων
Ένας λόγος που δυσκολεύει την προσπάθεια να περιοριστούν οι προσφορές είναι ότι οι καταναλωτές στρέφονται όλο και περισσότερο στη φθηνότερη λύση των private label προϊόντων για πολλά αγαθά της καθημερινότητας.
Το μερίδιο αγοράς για τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας στην Ελλάδα βρισκόταν στο 31,5%. Ποσοστό σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με το 2016 όπου η Ελλάδα ήταν η τελευταία στην Ευρώπη στην κατανάλωση προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας καθώς αυτά αποτελούσαν μόλις το 20% του καλαθιού. Οι Έλληνες καταναλωτές έχουν πραγματοποιήσει την τελευταία τριετία μια σαφή στροφή προς τα private label προϊόντα με την άνοδο σε αυτό το διάστημα να υπολογίζεται στο 50%, χωρίς μάλιστα να συμμετέχουν στις μετρήσεις τα καταστήματα Lidl που θεωρούνται «κάστρο» των συγκεκριμένων προϊόντων.
Συγκεκριμένα, όπως επισημάνθηκε στο Online World of Private Label, οι δύσκολοι οικονομικοί καιροί μπορεί να βοηθήσουν τις επιδόσεις των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας καθώς το μακροοικονομικό κλίμα θα επηρεάσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Παράλληλα η συνεχόμενη αύξηση των φυσικών καταστημάτων εκπτωτικών αλυσίδων, όπως τα Lidl, αναμένεται να επηρεάσει τα μερίδια αγοράς των PL προϊόντων.