Απαραίτητη χαρακτηρίζει ο Γιάννης Στουρνάρας τη συνέχιση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος, προκειμένου η ελληνική οικονομία να προετοιμαστεί για μια ασφαλή και πλήρη επανεκκίνηση, επισημαίνοντας πως λόγω του μεγάλου επενδυτικού κενού, η δημοσιονομική στήριξη θα πρέπει να έχει ισχυρό επενδυτικό χαρακτήρα και να στηρίζεται σε φιλικές προς την ανάπτυξη δημόσιες δαπάνες.
Σε ομιλία του στην εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου με τίτλο «Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις στην Ελλάδα των προγραμμάτων προσαρμογής 2010-2018», ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, τονίζει ότι η υγειονομική κρίση, παρά τις ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις της για την κοινωνία και την οικονομία, αποτελεί μια αξιοσημείωτη ευκαιρία για να προωθηθούν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ώστε η Ελλάδα να προχωρήσει προς τη νέα ψηφιακή εποχή, αντιμετωπίζοντας παράλληλα και τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.
«Στην περίοδο μετά την πανδημία, η αποκατάσταση της μακροοικονομικής ισορροπίας με υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης πρέπει να είναι προτεραιότητα, επαναφέροντας παράλληλα σταδιακά τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών», αναφέρει, προσθέτοντας ότι «το ταμειακό απόθεμα ασφαλείας θα πρέπει να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα τα επόμενα χρόνια, καθώς συμβάλλει στη διατήρηση χαμηλού κινδύνου αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, παρέχοντας εμπιστοσύνη στους επενδυτές».
«Η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ αποτελεί μεγάλη ευκαιρία και κρίνεται καθοριστική», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Στουρνάρας.
Ταυτόχρονα, προσθέτει ότι η πρόσφατη κρίση (όπως και η κρίση χρέους που οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές, για παράδειγμα στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού) είναι μια ευκαιρία για να πραγματοποιήσει η Ευρώπη ακόμη ένα σημαντικό βήμα προς την οικονομική ολοκλήρωση.
Ο διοικητής της ΤτΕ επισημαίνει ότι ο τρόπος αντίδρασης της ΕΕ στην κρίση της πανδημίας έχει επιπτώσεις και στο μελλοντικό σχεδιασμό του πλαισίου της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης και αναφέρει χαρακτηριστικά:
- Πρώτον, η μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων θα πρέπει να δώσει έμφαση στην απλοποίησή τους και στην αποτελεσματική μείωση του δημόσιου χρέους.
- Δεύτερον, το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί ένδειξη της πολιτικής βούλησης να σχεδιαστεί ένας ενιαίος φορέας συντονισμού της δημοσιονομικής πολιτικής όταν προκύψει ανάγκη.
«Παρά το γεγονός ότι το Ταμείο Ανάκαμψης έχει προσωρινό χαρακτήρα, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό ορόσημο για την ευρωζώνη, η οποία δεν έχει ακόμα ένα μόνιμο κεντρικό δημοσιονομικό μηχανισμό (central fiscal capacity) για τη στήριξη των κρατών-μελών στην αντιμετώπιση μακροοικονομικών διαταραχών και την ενίσχυση επενδυτικών σχεδίων που στηρίζουν του στρατηγικούς στόχους της Ένωσης», καταλήγει.