Στη σφοδρή αντίδραση των φορέων του κλάδου παραγωγής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές και των μεγάλων εταιρειών - επενδυτών προσκρούει το σχέδιο που εξετάζει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, για την επιβολή ενός νέου «χαρατσιού», με στόχο να καλυφθεί το μεγάλο έλλειμμα που δημιούργησαν στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) οι περυσινές μειώσεις του ειδικού τέλους (ΕΤΜΕΑΡ) και οι συνέπειες της πανδημίας.
Στη χθεσινοβραδυνή συνάντηση του υπουργού με τους εκπροσώπους του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΣΗΑΠΕ) και της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), δηλαδή των δύο φορέων που έχουν κάτω από την «ομπρέλα» τους τις μεγαλύτερες ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες του κλάδου, έγινε σαφές ότι οι σχεδιασμοί του υπουργείου, που ακόμη δεν έχουν παρουσιασθεί επίσημα, έχουν προκαλέσει την έντονη δυσφορία των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι επιχειρηματικοί φορείς δήλωσαν ανοικτοί στο διάλογο, τονίζοντας όμως ότι δεν μπορούν να τοποθετηθούν αναλυτικά, πριν το υπουργείο κοινοποιήσει έστω και προκαταρκτικές σκέψειες και προτάσεις και πριν δημοσιοποιήσει τα στοιχεία και τις μελέτες στις οποίες βασίζεται ο σχεδιασμός του, δηλαδή τη μελέτη από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και τη μελέτη που εκπονεί ο Διαχειριστής Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ).
Ακόμη και πριν την επίσημη και αναλυτική τοποθέτησή τους, όμως, οι φορείς ξεκαθάρισαν ότι αντιτάσσονται σε σχέδια για μεταφορά των βαρών από το έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ στους παραγωγούς. Η πρότασή τους προς τον υπουργό ήταν να εξετασθούν δύο άλλες εναλλακτικές λύσεις για την κάλυψη του ελλείμματος: να αναζητηθεί χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά κονδύλια (πρόγραμμα REACT EU) ή, σε περίπτωση που δεν εγκριθεί αυτή η χρηματοδότηση από τις Βρυξέλλες, να καλυφθεί το έλλειμμα από κρατικούς πόρους, όπως γίνεται ήδη στη Γερμανία.
Μάλιστα, οι φορείς προειδοποίησαν για ένα σοβαρό κίνδυνο: εάν το υπουργείο συνεχίσει, χωρίς σοβαρές μελέτες και στοιχεία, να υποστηρίζει ότι το μεγαλύτερο μέρος του ελλείμματος οφείλεται στις επιπτώσεις της πανδημίας, παραγνωρίζοντας την επίπτωση των περυσινών αποφάσεων για μείωση του ΕΤΜΕΑΡ και ταυτόχρονονη μείωση αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, τελικά οι Βρυξέλλες θα θέσουν υπό αμφισβήτηση το αίτημα για κονδύλια από το REACT EU και η χώρα θα κινδυνεύσει να χάσει πόρους. «Αν θέλουμε όλοι μαζί να εξαντλήσουμε τις πιθανότητες να υπάρξει χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά κονδύλια πρέπει να συμφωνήσουμε σε ένα ρεαλιστικό αίτημα που θα ανταποκρίνεται στην πραγματική επίπτωση της πανδημίας και να το υποστηρίξουμε όλοι μαζί με κάθε μέσο», τονίζεται χαρακτηριστικά από τους φορείς του κλάδου.
Η χθεσινή συνάντηση έδωσε την ευκαιρία να εκφρασθεί η δυσαρέσκεια των εταιρειών για τους έως τώρα χειρισμούς της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου. Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται, «οι Σύνδεσμοι και οι Εταιρείες που συμμετείχαν στη συνάντηση με τον υπουργό ζήτησαν αυτή την συνάντηση προκειμένου να ενημερωθούν για τις προθέσεις του υπουργείου. Κι αυτό διότι μέχρι σήμερα υπάρχουν δηλώσεις, ομιλίες, συνεντεύξεις και διάφορα ρεπορτάζ στον Τύπο, αλλά ακόμα καμία επίσημη ενημέρωση για το πώς σκέφτεται το υπουργείο να χειριστεί το θέμα με το έλλειμμα του ΕΛΑΠΕ. Πρόθεση τους είναι να συνδράμουν με ιδέες και προτάσεις σε έναν διάλογο που πρέπει να είναι ουσιαστικός κι ειλικρινής κι όχι προσχηματικός. Σε έναν διάλογο χωρίς προειλημμένες αποφάσεις».
Περαιτέρω, σε μια αναφορά που συνδέει ευθέως τη συνέχιση των επενδύσεων στις ΑΠΕ με την τήρηση σταθερών κανόνων, φορείς και εταιρείες υπογράμμισαν: «Βασική αρχή του διαλόγου οφείλει να είναι ο σεβασμός των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η Πολιτεία έναντι των επενδυτών που επένδυσαν στη βάση των εγγυήσεων μιας συντεταγμένης Πολιτείας που οφείλει να έχει συνέπεια και συνέχεια. Ποιος επενδυτής θα επενδύσει σε μια χώρα που συνεχώς αθετεί τα συμφωνημένα»;
Φορείς και εταιρείες σχολιάζουν, εξάλλου, με έντονη δυσφορία τους επικοινωνιακούς χειρισμούς της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου, υπογραμμίζοντας ότι «διάλογος δεν μπορεί να γίνεται με εκ των προτέρων στοχοποίηση κι ενοχοποίηση της άλλης πλευράς». Όπως σημειώνουν, «είναι λυπηρό το γεγονός ότι ενοχοποιείται και στοχοποιείται ο κλάδος με κατηγορίες για υπερκέρδη και για το ότι δήθεν δεν έχει υποστεί κάποια συνέπεια από την κρίση και την πανδημία».
Όπως υπενθυμίζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου, το 2014 επιβλήθηκε το λεγόμενο New Deal που προκάλεσε «χάος και οδυνηρές συνέπειες στην επενδυτική δραστηριότητα στον κλάδο με ξεπούλημα έργων, αναστολή επενδύσεων κ.α. Ελάχιστοι μείναμε να επενδύουμε και να βοηθάμε τη χώρα και οικονομικά και για να πιάσει τους στόχους για τις ΑΠΕ».
Επίσης, επισημαίνεται ότι «έχουν επιβληθεί και έκτακτες εισφορές που είχαν συνοδευθεί με τη ρητή διαβεβαίωση της Πολιτείας ότι πρόκειται για ένα έκτακτο γεγονός που δεν πρόκειται ποτέ να επαναληφθεί. Aντίστοιχες πρακτικές έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2018/2001, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές».