Επίθεση στην κυβέρνηση για τον Πτωχευτικό Κώδικα, εξαπέλυσε από το βήμα της Βουλής, η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου.
Όπως τόνισε «το πτωχευτικό νομοσχέδιο δημιουργεί ένα πλαίσιο γρήγορων και εκτεταμένων πτωχεύσεων για όλους, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Οδηγεί σε πλήρη απώλεια περιουσίας και δεσμεύει τα εισοδήματα και της επόμενης μέρας».
«Η ΝΔ δεν βλέπει την οικονομική ρίζα του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους, αλλά βλέπει στρατηγικούς κακοπληρωτές. Δεν βλέπει τι έχει συμβεί με τις τράπεζες όλη την περίοδο της κρίσης. Δεν βλέπει τη νέα κρίση που ξεσπάει και την ανάγκη διευρυμένης κοινωνικής προστασίας», πρόσθεσε η κ. Αχτσιόγλου, σημειώνοντας ότι «το νομοσχέδιο ικανοποιεί μόνο τις τράπεζες», αντιθέτως «οι παραγωγικοί φορείς, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, μιλούν για «ταφόπλακα» και «ομηρία», κανείς τους δεν βλέπει τη «δεύτερη ευκαιρία» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση».
Για την πρώτη κατοικία υπογράμμισε ότι «το νομοσχέδιο καταργεί γενικώς και οριζόντια την προστασία της. Ακόμα και ο λεγόμενος «ευάλωτος» πολίτης, που κατά το νομοσχέδιο είναι όποιος βγάζει μέχρι 7000 ευρώ τον χρόνο, χάνει την ιδιοκτησία της πρώτης κατοικίας του».
Αναφερόμενη σε άλλες διατάξεις του νομοσχεδίου επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι «η πτώχευση φυσικών προσώπων και νοικοκυριών είναι επιλογή της κυβέρνησης», η οποία, μάλιστα, «εντάσσει στην πτωχευτική περιουσία και οτιδήποτε αποκτήσει ο πτωχευμένος πολίτης, το νοικοκυριό, και μετά την πτώχευση, εφόσον υπερβαίνει τα 611 ευρώ/μήνα για ένα άτομο», με αυτή τη ρύθμιση «δεν θα μπορεί να ορθοποδήσει κανείς» και «αν δεν αλλάξει, ερμηνεύεται ως άρση του ακατάσχετου ορίου».
Παράλληλα, τόνισε, «προβλέπεται άρση των κατασχεμένων για ξέπλυμα χρήματος, ώστε να ξεχρεώνονται οι τράπεζες» και επιβαρύνεται η θέση των εργαζόμενων καθώς «οι συμβάσεις εργασίας λύνονται αυτόματα και χωρίς αποζημίωση με την κήρυξη πτώχευσης». Επίσης, «χειροτερεύει ο χρόνος απαλλαγής από τα χρέη, σε 3 από 2 έτη, που ισχύει», ενώ «στον εξωδικαστικό οι τράπεζες έχουν τον απόλυτο έλεγχο. Διαμορφώνουν την πρόταση ρύθμισης, την οποία επιβάλλουν στο Δημόσιο και λένε στην επιχείρηση ή στο νοικοκυριό: ή θα πάρεις την πρόταση μας ή θα μείνεις αρρύθμιστος και θα τρέχεις στην πτώχευση».