Το μεγάλο ζήτημα της ανανέωσης του ακτοπλοϊκού στόλου στην χώρα μας, που θα απαιτήσει μέσα στην επόμενη δεκαετία κεφάλαια δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά και της χρηματοδότησης αυτού, με τη δημιουργία μιας εταιρείας ειδικού σκοπού (Special Purpose Vehicle) υπό κρατικό έλεγχο, άνοιξε το Ναυτικό επιμελητήριο της Ελλάδος, αναθέτοντας στην PWC την εκπόνηση σχετικής μελέτης.
Η σχετική μελέτη είναι ζωτικής σημασίας για την εξέλιξη του κλάδου, καθώς όπως έχει επισημανθεί πρόσφατα από την ετήσια έκθεση της XRTC για την ελληνική ακτοπλοϊα, ο στόλος είναι ιδιαίτερα «γερασμένος» με το 60% να έχει ηλικία άνω των 22 ετών, ενώ ένα στα τέσσερα είναι ηλικίας άνω των 30 ετών. Γεγονός που προβληματίζει τις εταιρίες, οι οποίες κατανοούν την ανάγκη ανανέωσης του στόλου τους, αλλά τόσο τα αρνητικά οικονομικά τους αποτελέσματα των προηγουμένων ετών όσο και η δυστοκία των τραπεζών για τη χρηματοδότηση αυτού του εγχειρήματος δημιουργούν έντονη αβεβαιότητα.
Με βάση τη μελέτη της PWC, η οποία περιγράφει την σημαντικότητα της ακτοπλοΐας για τη νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα, το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος μπορεί να διεκδικήσει σημαντικά κονδύλια από τα ευρωπαϊκά ταμεία σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών, τα οποία θα δοθούν για την ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου. Με βάση εκτιμήσεις της αγοράς το κόστος για την ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου μέσα στην επόμενη 10ετία θα ανέλθει περίπου στα 4,5 δισ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ακτοπλοΐα μέσω αμέσων και εμμέσων επιδράσεων συμμετέχει στο ΑΕΠ με 12,9 δισ., ή με ποσοστό 7,3%, ενώ εάν ληφθούν υπόψη και τα δρομολόγια της Αδριατικής η συμμετοχή ξεπερνά τα 16 δισ. ή το 9,2% του ΑΕΠ.
Η μελέτη της PWC εστιάζει σε πρώτη φάση στην κατάσταση του στόλου και στην ανάγκη ανανέωσής του και τονίζεται πως τα τρία τέταρτα του υφιστάμενου ακτοπλοϊκού στόλου θα πρέπει να έχουν ανανεωθεί έως το 2030, ενώ εξετάζει και τη δημιουργία ενός μηχανισμού χρηματοδότησης των απαιτούμενων επενδύσεων. Επενδύσεις οι οποίες εστιάζουν στην ανανέωση μέχρι το τέλος του 2030 περίπου 115 ακτοπλοϊκών πλοίων όλων των κατηγοριών (από επιβατηγά, οχηματαγωγά, και ταχύπλοα αλλά και υδροπτέρυγα) και άλλων 124 πορθμείων.
Στο πρώτο από τα τρία σκέλη της μελέτης καταγράφεται ο ρόλος και η σημασία της ακτοπλοΐας, ενώ τα άλλα σκέλη που ολοκληρώνουν την μελέτη αφορούν στον τρόπο που θα εκταμιευτούν τα χρήματα και τεχνικές παράμετροι. Η μελέτη προτείνει τη δημιουργία μιας εταιρείας ειδικού σκοπού (Special Purpose Vehicle), η οποία θα έχει επικεφαλής μια δημόσια εταιρεία, όπως π.χ. την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα μαζί με εκπροσώπους των βασικών ενδιαφερόμενων, συμπεριλαμβανομένου του Ναυτικού Επιμελητήριου Ελλάδος.
Η συμμετοχή του Δημόσιου έχει τη δυνατότητα να επιταχύνει την κινητοποίηση δημόσιων πόρων, οι οποίοι θα είναι καθοριστικοί για το υπάρχον οικονομικό πλαίσιο και θα έχει τη δυνατότητα να «ξεκλειδώσει» χρηματοδότηση για την ανανέωση στόλου για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ανεξάρτητα από το μέγεθος τους, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να προσελκύσει έναν ευρύ αριθμό επενδυτών από τον ιδιωτικό τομέα.
Οι προτάσεις για ίδρυση δημόσιου φορέα για τη χρηματοδότηση της ανανέωσης του στόλου «απαντούν» στην ουσιαστική αδυναμία των εταιρείων του κλάδου να χρηματοδοτήσουν αυτές τις επενδύσεις.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι τα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι οι δανειακές υποχρεώσεις των τριών μεγάλων εταιρειών του κλάδου, Attica, ΑΝΕΚ και ΜΙΝΟΑΝ, το 2019 ανήλθαν σε €670 εκατ. περίπου από €605 εκατ. το 2018, παρουσιάζοντας μια αύξηση κατά 11%. Ταυτόχρονα, οι εταιρείες μετά το φετινό δύσκολο καλοκαίρι, όπου καταγράφηκε μείωση πάνω από 60% στην επιβατική κίνηση, έχουν έρθει σε δυσκολότερη θέση και παρά το ότι η ανανέωση του στόλου είναι επιτακτική για την διατήρηση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της αγοράς παρουσιάζουν αδυναμία υποστήριξης των απαιτούμενων επενδύσεων.
Η ολοκλήρωση της μελέτης του Ναυτικού Επιμελητηρίου υπό αυτές της συνθήκες και η κινητοποίηση δημοσίων πόρων μπορεί να δώσει λύση στο μείζον ζήτημα της ανανέωσης του στόλου και να υποστηρίξει την ομαλή συνέχιση των μεταφορών στα νησιά, που αποτελεί μείζονα εθνικό στόχο.