Ένα δεύτερο γύρο του σχεδίου «Ηρακλής» για τιτλοποίηση προβληματικών δανείων εξετάζει η κυβέρνηση, εφόσον το ζητήσουν οι τράπεζες, ενώ στο τραπέζι των συζητήσεων για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων θα βρεθεί πολύ σύντομα (ως το τέλος Σεπτεμβρίου, όπως έχει γράψει το Business Daily) το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος για ίδρυση bad bank.
Ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης ανέφερε ότι η κυβέρνηση θα αναμένει την ολοκληρωμένη πρόταση από την Τράπεζα της Ελλάδος, με την οποία επιχειρείται εκτός από το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων να διευθετηθεί και ο αναβαλλόμενος φόρος των τραπεζών ο οποίος αποτελεί, δυσανάλογα, μέρος των ιδίων τους κεφαλαίων. Κληθείς να σχολιάσει σημεία του συγκεκριμένου σχεδίου τα οποία είχαν διαρρεύσει στον Τύπο ανέφερε χαρακτηριστικά ότι ο «διάβολος βρίσκεται στις λεπτομέρειες».
Ο ίδιος, μιλώντας χθες στο πλαίσιο επενδυτικής ημερίδας που διοργάνωσε το Ελληνικό Χρηματιστήριο, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί ο λεγόμενος «Ηρακλής ΙΙ», δηλαδή ένα νέο σχήμα παροχής κρατικών εγγυήσεων προς τις τράπεζες, αφού εξαντληθεί το υφιστάμενο.
Προϋπόθεση για κάτι τέτοιο, όπως είπε, είναι να υπάρξει ζήτηση από τις τράπεζες. Ο ίδιος εκτίμησε ότι με την πλήρη εφαρμογή του Σχεδίου Ηρακλής τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα μειωθούν περίπου στο μισό, ενώ σημαντικά οφέλη θα αποκομίσουν και από το πρόγραμμα «Γέφυρα», τόσο οι δανειολήπτες που επλήγησαν από την πανδημία, όσο και οι τράπεζες. Εκτίμησε δε, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει αξιοσημείωτη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από την πανδημία.
Από την πλευρά του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρας εκτιμά ότι παρά τη μείωση τους, που θα επιτευχθεί μέσω του σχεδίου Ηρακλής, τα κόκκινα δάνεια θα παραμείνουν σε ανεπίτρεπτα υψηλό επίπεδο. Για το λόγο αυτό προτείνει τη δημιουργία μίας εταιρείας διαχείρισης των προβληματικών στοιχείων των τραπεζών κατά τα πρότυπα μιας Asset Management Company - AMC ή «κακής τράπεζας» (bad bank) όπως έχει επικρατήσει.
Η Τράπεζα της Ελλάδος υποστηρίζει ότι βάσει της πρότασης της όχι μόνο δεν ανατρέπονται, αλλά αντίθετα αξιοποιούνται οι υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών, καθώς και οι συμμετοχές τρίτων μερών στους τομείς διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπλέον, εκτιμά ότι ενδεχόμενες ζημιές που σχετίζονται με το υφιστάμενο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων καλύπτονται αποκλειστικά από τις τράπεζες και όχι από τον έλληνα φορολογούμενο, μέχρι του ελάχιστου ορίου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας.