Με μια ιστορική απόφαση για τη συνοχή της ευρωζώνης και τη σταθερότητα του ευρώ, η γερμανική Βουλή έδωσε τέλος στην αμφισβήτηση της νομιμότητας του προγράμματος αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (PSPP) από το Συνταγματικό Δικαστήριο, δίνοντας την άδεια στην Bundesbank να συνεχίσει να συμμετέχει σε αυτό το πρόγραμμα νομισματικής πολιτικής που, κατά πολλούς αναλυτές, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αποτροπή διαλυτικών φαινομένων, κυρίως σε ό,τι αφορά την ιταλική συμμετοχή στο κοινό νόμισμα.
Η πρόσφατη απόφαση του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, που προκάλεσε αίσθηση στους πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους της ευρωζώνης, έθεσε υπό αμφισβήτηση την αναλογικότητα του μέτρου, δηλαδή το αν θα μπορούσε ενδεχομένως η ΕΚΤ να επιτύχει τους ίδιους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής, χωρίς να καταφύγει στις αγορές κρατικών ομολόγων, που λίγο απέχουν από την… απαγορευμένη δια ροπάλου νομισματική χρηματοδότηση (απευθείας χρηματοδότηση των κυβερνήσεων από την κεντρική τράπεζα).
Εξαρχής, η ΕΚΤ τοποθετήθηκε με σαφήνεια απέναντι σε αυτή την απόφαση, με την Κριστίν Λαγκάρντ να υπογραμμίζει ότι το δικαστήριο της Καρλσρούης δεν έχει δικαιοδοσία να ελέγξει τις αποφάσεις της κεντρικής τράπεζας, τις οποίες έχει εγκρίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Ωστόσο, η απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου θα μπορούσε να αφήσει νομικά μετέωρη τη συμμετοχή της Bundesbank στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων με προφανή συνέπεια, σε περίπτωση μη συμμετοχής της μεγαλύτερης τράπεζας του Ευρωσυστήματος, να τίθεται ζήτημα ουσιαστικής ακύρωσης του PSPP.
Όμως, η ίδια η απόφαση του δικαστηρίου άφηνε στους πολιτικούς τον τελευταίο λόγο, αφού ανέφερε ότι είναι αρμοδιότητα της Βουλής να ζητήσει εξηγήσεις από την ΕΚΤ και να αποφασίσει για τη νομιμότητα του προγράμματος και, κατ’ επέκταση, για τη συνέχιση της συμμετοχής της Bundesbank. Αυτό ακριβώς έκανε χθες το γερμανικό Κοινοβούλιο, σε μια ιστορική ψηφοφορία, όπου με μεγάλη πλειοψηφία κρίθηκε οριστικά ότι δεν τίθεται ζήτημα αμφισβήτησης της νομιμότητας του PSPP.
Υπέρ της απόφασης τάχθηκαν όχι μόνο τα κόμματα του Μεγάλου Συνασπισμού που κυβερνά (Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες), αλλά και οι Πράσινοι, όπως και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες. Έτσι, η πολιτική τάξη της Γερμανίας έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα υπέρ της ενότητας της ευρωζώνης, σε μια περίοδο δύσκολης οικονομικής δοκιμασίας, λόγω της κρίσης του κορονοϊού, που η ΕΚΤ έχει τονίσει ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια νέα κρίσης χρέους στην ευρωζώνη, εάν οι αγορές αποφασίσουν να θέσουν σε αμφισβήτηση την αξιολόγηση υπερχρεωμένων οικονομιών.
Σύμφωνα με την απόφαση, η δήλωση της ΕΚΤ, σύμφωνα με την οποία έχει ελεγχθεί πλήρως η αναλογικότητα του προγράμματος αγοράς ομολόγων, είναι «ολοκληρωμένη». Αυτή είναι μια οριστική «απάντηση» στην απαίτηση των δικαστών να κρίνει η Βουλή αν τίθεται ζήτημα αναλογικότητας, που κλείνει τη συζήτηση για το PSPP και περιορίζει δραστικά τα περιθώρια αμφισβήτησης ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου του νέου προγράμματος αγοράς ομολόγων για την πανδημία.
«Αποτελεί ισχυρό μήνυμα ότι τέσσερις κοινοβουλευτικές ομάδες υποστηρίζουν την πρόταση», δήλωσε ο Αντρέας Γιουνγκ, αναπληρωτής αρχηγός της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης της Μέρκελ, κατά τη διάρκεια της συζήτησης πριν από την ψηφοφορία. «Αποτελεί μήνυμα για την Φρανκφούρτη (σ.σ. δηλαδή για την ΕΚΤ) ότι η Bundesbank θα συνεχίσει να συμμετέχει στο πρόγραμμα».
Η ΕΚΤ «συμβάλλει σημαντικά στη νομισματική σταθερότητα εδώ και χρόνια», δήλωσε ο Σοσιαλδημοκράτης βουλευτής Κρίστιαν Πέτρι και πρόσθεσε: «Η Γερμανία είναι σε θέση να προχωρήσει μόνο σε συνεργασία με την Ευρώπη».
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι ακραία κόμματα, όπως το ακροδεξιό AfD, δεν δείχνουν διάθεση να σταματήσουν τις σκληρές επικρίσεις εναντίον της ΕΚΤ. Επίσης, οι ίδιοι ενάγοντες που προσέφυγαν στο Συνταγματικό Δικαστήριο για το PSPP έχουν δηλώσει την πρόθεσή τους να επαναφέρουν παρόμοια επιχειρήματα για να αμφισβητήσουν και το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων για την πανδημία. Έτσι, η συζήτηση στη Γερμανία για το ρόλο και τις αρμοδιότητες της ΕΚΤ δεν έχει κλείσει οριστικά, αν και η χθεσινή απόφαση της Βουλής αποτελεί ένα πολύ σημαντικό βήμα για την «οχύρωση» της ΕΚΤ έναντι των αμφισβητήσεων.