Μεταβατική θεωρείται από φορείς της αγοράς ακινήτων η περίοδος που διανύουμε για την αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων τύπου Airbnb, καθώς τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί μετά την πανδημία του COVID-19, αναμένεται να επιδράσουν καταλυτικά για το μέλλον της αγοράς των 2 δισ. ευρώ. Σε μια πρώτη ανάγνωση, διαπιστώνεται ότι σε πανελλαδικό επίπεδο, η πανδημία δεν έχει επηρεάσει αρνητικά τον αριθμό των αγγελιών ακινήτων. Διακρίνεται μια ανθεκτικότητα των παραθεριστικών περιοχών, οι οποίες άλλωστε, αποτελούν πάνω από το 70% του συνόλου των ακινήτων.
Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, στο σύνολο της χώρας καταγράφονται σήμερα αγγελίες για περίπου 120.000 καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Το μέγεθος αυτό είναι σχετικά αμετάβλητο από τις αρχές του έτους, δείγμα ότι παρά τις επιμέρους αυξομειώσεις σε συγκεκριμένες αγορές, εν τέλει, ο συνολικός αριθμός δεν έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με το 2019. Αυτό οφείλεται στα τουριστικά σημεία, όπου οι ιδιοκτήτες εξακολουθούν να διαθέτουν τα ακίνητά τους, εν αναμονή των πρώτων επισκεπτών, είτε από την Ελλάδα, είτε από το εξωτερικό.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις αρχικές ενδείξεις, το φετινό καλοκαίρι θα χαρακτηριστεί από ένα σημαντικό κύμα εσωτερικού τουρισμού, με τους επισκέπτες όμως να προτιμούν τα καταλύματα βραχυχρόνιων μισθώσεων και όχι τις ξενοδοχειακές μονάδες, τόσο λόγω χαμηλότερου κόστους, όσο – κυρίως – λόγω της αίσθησης υψηλότερης ασφάλειας που προσφέρουν. Άλλωστε, σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, 9 στα 10 καταλύματα είναι αυτοτελή διαμερίσματα.
Το προφίλ των ιδιοκτητών
Την διατήρηση του αριθμού των αγγελιών συνδράμει και η φύση του κλάδου των βραχυχρόνιων μισθώσεων, όπως αυτός έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με την έρευνα που πραγματοποίησε η Ernst & Young για λογαριασμό του ΕΒΕΑ και η οποία δημοσιεύτηκε εντός της εβδομάδας, το 64% αφορά επαγγελματίες οικοδεσπότες, οι οποίοι προχωρούν σε τακτική μίσθωση καταλυμάτων με σκοπό την άντληση βασικού εισοδήματος. Οι επαγγελματίες αυτοί διαθέτουν πάνω από ένα κατάλυμα, συχνά ακόμα και ολόκληρα συγκροτήματα κατοικιών.
Επίσης, στην αγορά λειτουργούν και εταιρείες διαχείρισης ακινήτων ως παροχή υπηρεσίας με συμμετοχή στα έσοδα. Άλλες πάλι εταιρείες προχωρούν σε μακροχρόνια συμβόλαια ενοικίασης χώρων ή διαμερισμάτων και στη συνέχεια τα αξιοποιούν ως καταλύματα Airbnb.
Με εξαίρεση την τελευταία κατηγορία, οι υπόλοιποι επαγγελματίες της αγοράς δεν προβλέπεται να εξέλθουν άμεσα από τον τομέα των βραχυχρόνιων μισθώσεων, καθώς αποτελεί βασική τους δραστηριότητα και όχι κάτι ευκαιριακό. Ωστόσο, και με δεδομένο ότι οι περισσότεροι εξ αυτών λειτουργούν σε μεγάλα αστικά κέντρα, κυρίως στην Αθήνα, θα πρέπει να αναμένεται μια διαφοροποίηση στον τρόπο εκμετάλλευσης των ακινήτων τους, μεταφέροντας κάποια εξ αυτών στην μακροχρόνια εκμίσθωση, ώστε να μειώσουν τις απώλειες, που έχουν σήμερα, λόγω της πανδημίας.
Στην περίπτωση της Αθήνας, τον Σεπτέμβριο του 2019, το 50% των αγγελιών ή 3.686 ακίνητα εκμισθώνονται από επαγγελματίες οικοδεσπότες. Σε ετήσια βάση καταγράφεται αύξηση του σχετικού αριθμού κατά 28%, όχι όμως και του μεριδίου, καθώς ανάλογη αύξηση σημείωσαν και οι αγγελίες ιδιωτών.
Το υπόλοιπο 36% των οικοδεσποτών αφορά μη επαγγελματίες ιδιώτες. Οι άνθρωποι αυτοί εντοπίζονται είτε σε λιγότερο δημοφιλείς τουριστικές περιοχές της Αθήνας, είτε πιο συχνά σε τουριστικές περιοχές της υπόλοιπης χώρας, κυρίως σε νησιά, έχοντας αναγάγει τις ψηφιακές πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, ένα ακόμα “κανάλι” διάθεσης των ακινήτων τους. Κατά κανόνα, οι άνθρωποι αυτοί κάνουν χρήση των υπηρεσιών αυτών για μικρό χρονικό διάστημα κάθε έτους, έχοντας ως στόχο τους κυρίως την άντληση πρόσθετου εισοδήματος. Στο πλαίσιο αυτό προχωρούν σε ενοίκαση δωματίου, ή και ολόκληρου διαμερίσματος, κατά κανόνα σε περιόδους απουσίας του οικοδεσπότη από το σπίτι (π.χ. διακοπές ή επαγγελματικό ταξίδι). Ασφαλώς, πολλά από τα ακίνητα αυτά δεν αποτελούν την κύρια κατοικία, ωστόσο και πάλι η εκμίσθωσή τους μέσω βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι εποχική και αφορά μόνο τις τουριστικές περιόδου του χρόνου, καθώς δεν υπάρχει ζήτηση τους υπόλοιπους μήνες. Ως εκ τούτου, οι άνθρωποι αυτοί συνεχίζουν και φέτος να προσφέρουν τα ακίνητά τους, καθώς οι εναλλακτικές είναι λιγοστές.
Μεγάλη μείωση στην Αθήνα
Σε αντίθεση με τις παραθεριστικές περιοχές, η εικόνα στο κέντρο της Αθήνας είναι αρκετά διαφορετική, δείχνοντας την ύπαρξη διαφορετικών τάσεων στον κλάδο των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Ειδικότερα, στο τέλος Μαΐου, οι διαθέσιμες αγγελίες ακινήτων είχαν μειωθεί κατά περίπου 2.500 ακίνητα σε σχέση με το αντίστοιχο επίπεδο στις αρχές του έτους και συγκεκριμένα από περίπου 11.500 σε 9.000. Σύμφωνα με διαχειριστές ακινήτων βραχυχρόνιων μισθώσεων, φέτος δεν κατέστη εφικτή ούτε η προσθήκη νέων ακινήτων, όπως παραδοσιακά συνέβαινε την περίοδο της άνοιξης, γεγονός που σε συνδυασμό και με τις αποχωρήσεις που θα συνέβαιναν λόγω πανδημίας, ή λόγω αλλαγής τρόπου εκμετάλλευσης μεμονωμένων ακινήτων, οδήγησε στην παραπάνω μείωση.
Πάντως, όπως προκύπτει από την έρευνα, το 2019, παρότι αποτέλεσε έτος-ρεκόρ για τον τουρισμό, δεν μεταφράστηκε σε αντίστοιχη αύξηση εσόδων για τα ακίνητα που μισθώνονται μέσω Airbnb, ούτε καν στις δημοφιλέστερες περιοχές, δηλαδή πέριξ της Ακρόπολης. Έτσι, ούτως ή άλλως, το 2020, θα υπήρχαν αποχωρήσεις ακινήτων από το Airbnb, απλώς η πανδημία επιτάχυνε τις σχετικές εξελίξεις.
Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία της έρευνας, το 2019, πτωτικά κινήθηκε τόσο η πληρότητα και συνεπώς και το μέσο μηναίο εισόδημα. Στην περίπτωση του 1ου Δημοτικού Διαμερίσματος, που καλύπτει τις δημοφιλέστερες συνοικίες, όπως Πλάκα, Κουκάκι-Μακρυγιάννη, Ακρόπολη, Μοναστηράκι, Εξάρχεια, Κολωνάκι και Λυκαβηττό κι έχει μερίδιο της τάξεως του 50% σε ό,τι αφορά τον αριθμό των αγγελιών με 5.532 ακίνητα, η πληρότητα περιορίστηκε από περίπου 70% τον Ιούλιο του 2018 σε 64% τον περσινό Ιούλιο. Αντίστοιχα, μείωση κατά 9% σε σχέση με τον Ιούλιο του 2018, που ήταν και ο καλύτερος μήνας από πλευράς εσόδων την τελευταία διετία, σημείωσαν και τα μέσα μηνιαία έσοδα. Ειδικότερα, τον Ιούλιο του 2018, το μέσο μηνιαίο έσοδα ανήλθε σε 1.446 ευρώ, ενώ τον Ιούλιο του 2019 μειώθηκε σε 1.353 ευρώ. Ανάλογη τάση καταγράφηκε στις περισσότερες ενότητες του Δήμου Αθηναίων, κυρίως ως αποτέλεσμα της αυξημένης προσφοράς καταλυμάτων, που περιόρισε τις πληρότητες.
Στελέχη της αγοράς σημειώνουν ότι το φετινό καλοκαίρι αναμένεται να αποτελέσει σημείο αναφοράς για το πώς θα πορευτεί ο τομέας των βραχυχρόνιων μισθώσεων και τα επόμενα χρόνια, καθώς όπως τονίζουν «θα ξεχωρίσει η ήρα από το στάχυ». Το πιθανότερο είναι ότι θα εξελιχθεί σε μια κατεξοχήν επαγγελματική δραστηριότητα και όχι σε κάτι ευκαιριακό.