Η ανεργία είναι η έβδομη κατά σειρά αιτία που θεσμοθετείται, ώστε ενδεχόμενη αύξησή της να προκαλεί «πάγωμα» σε μελλοντικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα.
Η συγκεκριμένη προσθήκη συμπεριλήφθηκε στο σχέδιο νόμου που εισήχθη στη Βουλή και το οποίο αναφέρεται στην ενσωμάτωση της Κοινοτικής Οδηγίας, που σχετίζεται με το βασικό μισθό και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Σύμφωνα με τις βάσεις που έθεσε η ΕΕ, οι κατώτατες αποδοχές θα πρέπει να είναι ενιαίες, σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
Για τον υπολογισμό τους, θα πρέπει να αξιοποιούνται τέσσερις βασικοί δείκτες:
- Η αγοραστική δύναμη των νομοθετημένων κατώτατων μισθών, λαμβανομένου υπόψη του κόστους διαβίωσης.
- Το γενικό επίπεδο των μισθών και την κατανομή τους.
- Ο ρυθμός αύξησης των μισθών.
- Τα εθνικά επίπεδα και οι εξελίξεις, μακροπρόθεσμα, στην παραγωγικότητα.
Η οριoθέτηση του μαθηματικού τύπου, που θα ενσωματώνει τις ανωτέρω προϋποθέσεις, θα τεθεί σε εφαρμογή το 2028. Μέχρι τότε, η ΕΛΣΤΑΤ αναλαμβάνει τη δέσμευση να ετοιμάσει δύο κρίσιμους δείκτες, που ουσιαστικά θα καθορίζουν τις νέες κατώτατες αποδοχές.
Οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να προσδιορίζουν το ετήσιο ποσοστό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του εκάστοτε τρέχοντος έτους για το χαμηλότερο ποσοστό 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών και το μισό του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Βασική παράμετρος του νέου σχεδίου νόμου, είναι ότι ο κατώτατος μισθός, δεν θα μπορεί να μειώνεται. Άρα, η όποια αναπροσαρμογή του θα γίνεται μόνο, υπό μορφή αύξησης. Όμως, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο οι βασικές αποδοχές να «παγώνουν», όταν θα προκύπτουν συγκεκριμένες συνθήκες, που θα αξιολογούνται από αρμόδια Επιστημονική Επιτροπή:
Αυτές οι συνθήκες περιγράφονται σε αδρές γραμμές στο νομοσχέδιο ως εξής:
- Η οικονομία να βρίσκεται σε σημαντική ύφεση.
- Να υπάρχει σημαντική απόκλιση του εθνικού πληθωρισμού (Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) από τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (σ.σ.: 2%).
- Να υπάρχει σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών.
- Να υπάρχει σημαντική αύξηση του ποσοστού της ανεργίας.
- Η βάση του συντελεστή, που θα προκύπτει από τον σχετικό μαθηματικό τύπο, να μην δικαιολογείται από τα επίπεδα και τις μακροπρόθεσμες εξελίξεις στην παραγωγικότητα και τη δυναμική της ή την απόκλιση του κατώτατου μισθού από το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού.
- Να υπερβαίνει τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας.
- Να μην δικαιολογείται από έκτακτες περιστάσεις. Πάντως, η σύνδεση των αποδοχών ανάμεσα στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, θα επισπευστεί και θα ισχύει από το 2025.
Στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) που συνοδεύει το σχέδιο νόμου, εκτιμάται ότι η δαπάνη του Δημοσίου για να εξισωθούν οι μισθοί σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, θα ανέλθει στα 143 εκατ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, το νομοσχέδιο ορίζει τη δημιουργία «σχεδίου δράσης» που θα προκύψει μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους. Η διάρκεια προσδιορισμού του σχεδίου δράσης θα μπορεί να είναι από ένα έως και πέντε έτη.