Σε αναβάθμιση της εκτίμησής του για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 στο 2,3% προχωρά το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), με το εύρος των προβλέψεων να κυμαίνεται από 2,1% έως 2,7%.
Σημειώνεται ότι πρόκειται για εκτίμηση ελαφρώς υψηλότερη από αυτήν του προσχεδίου του προϋπολογισμού, που την τοποθετεί στο επίπεδο του 2,2%.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΓΠΚΒ οι προοπτικές τις ελληνικής οικονομίας είναι θετικές για το 2024 και το 2025 και αναμένεται ότι η ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί ταχύτερα από τον μέσο ρυθμό της ευρωζώνης συμβάλλοντας στην περαιτέρω σύγκλιση του κατά κεφαλή εισοδήματος της χώρας μας με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Για το 2025, η συνεχιζόμενη απόσυρση της νομισματικής σύσφιξης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), οι πρόσφατες αναβαθμίσεις των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών που αντανακλούν τη σημαντική βελτίωση των προοπτικών του ελληνικού τραπεζικού κλάδου, σε συνδυασμό με την παράλληλη εισαγωγή του πέμπτου τραπεζικού πόλου, αναμένεται να βελτιώσουν την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε φθηνότερο δανεισμό.
Αυτό, σε συνδυασμό με το σχεδιαζόμενο νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών που εισάγει κίνητρα για συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων, δημιουργεί προϋποθέσεις για επίτευξη οικονομιών κλίμακας πού ευνοούν την παραγωγικότητα, τον σημαντικότερο παράγοντα για ισχυρή οικονομική ανάπτυξη μακροχρόνια αλλά και παράγοντα συγκράτησης των τιμών προς όφελος των καταναλωτών.
Σύμφωνα με την εκτίμηση του ΓΠΚΒ, το πρωτογενές πλεόνασμα στο τρέχον έτος διαμορφώνεται στο 3,5% του ΑΕΠ στο 8μηνο, με την συνεχιζόμενη βελτίωση να οφείλεται στα αυξημένα φορολογικά έσοδα χάρη στην αύξηση της απασχόλησης με ταυτόχρονη αύξηση των μισθών και συντάξεων, στην ισχυρή αύξηση των τουριστικών εσόδων, τα οποία αυξήθηκαν σε σχέση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2023 κατά 5,6%, και τέλος στην εν γένει αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, ως αποτέλεσμα και της υλοποίησης των μέτρων που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την διασύνδεση από επιχειρήσεις ταμειακών μηχανών με POS, καθώς και την επέκταση της υποχρεωτικότητας αποδοχής πληρωμών με πλαστικό χρήμα.
Το ΓΠΚΒ θεωρεί το Νέο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Σχέδιο της Ελλάδας, εχέγγυο της δημοσιονομικής σταθερότητας και αξιοπιστίας που με κόπο οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια. Είναι προς το συμφέρον των πολιτών η συνέχιση της συνετής και αποτελεσματικής δημοσιονομικής πολιτικής όπως και της αποφυγής πολιτικών που θέτουν σε κίνδυνο την δημοσιονομική σταθερότητα ως προϋπόθεση για την επίτευξη μακροχρόνιας οικονομικής ανάπτυξης και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.
Το Γραφείο, όπως και στην προηγούμενη έκθεση, θεωρεί τις επενδύσεις σε πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο, με την αύξηση της παραγωγικότητας που τις συνοδεύει, ως τον βασικό μοχλό για την ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας μακροχρόνια. Για την επίτευξη αυτού του στόχου απαιτείται η μεταστροφή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας προς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας που προάγουν την διεθνή ανταγωνιστικότητά της.
Το ασταθές εξωτερικό περιβάλλον
Ταυτόχρονα, όμως, τονίζεται ότι το εξωτερικό περιβάλλον παραμένει ευμετάβλητο. Οι εκλογές στις Η.Π.Α και η αναζωπύρωση των γεωπολιτικών εντάσεων αυξάνουν την αβεβαιότητα διεθνώς και επομένως και στην ελληνική οικονομία.
Η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής προς την κατεύθυνση χαλάρωσης καθυστερεί σε ορισμένες περιοχές λόγω της αβεβαιότητας ως προς την υποχώρηση του πληθωρισμού, ενώ άρχισε αργότερα από ό,τι αναμενόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα (US Federal Reserve) να μειώνει το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης (Fed funds rate) κατά 50 μ.β. στις 18 Σεπτεμβρίου. Σημειώνεται ότι το βασικό επιτόκιο πολιτικής της ΕΚΤ αυξήθηκε σταδιακά από 0,5% στις 27/7/2022 σε 1,25% στις 14/9/2022 και μέχρι τις 20/9/2023 είχε ανέλθει στο 4,0%. Ωστόσο, με τις αποφάσεις στις δυο τελευταίες συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου της EKT (12/6/2024 και 12/9/2024) το επιτόκιο αυτό μειώθηκε διαδοχικά κατά 25 μονάδες βάσης και διαμορφώνεται από την 18/9/2024 στο 3,5%.
O υψηλός πληθωρισμός, ιδιαίτερα στις υπηρεσίες, περιπλέκει τη νομισματική πολιτική, δημιουργώντας αυξημένη αβεβαιότητα σχετικά με τον ρυθμό ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής μετά από την παρατεταμένη περίοδο νομισματικής σύσφιξης των τελευταίων ετών. Ταυτόχρονα, οι αυξανόμενες γεωπολιτικές και εμπορικές εντάσεις εντείνουν περαιτέρω την αβεβαιότητα για την πορεία του πληθωρισμού.
Η εκλογική αναμέτρηση στις Ηνωμένες Πολιτείες προκαλεί αβεβαιότητα σε σχέση με ενδεχόμενες αλλαγές της εμπορικής και βιομηχανικής πολιτικής έναντι των εμπορικών της εταίρων, και ο κλάδος της μεταποίησης χαρακτηρίζεται από αρνητικά σημάδια. Στην ευρωζώνη, παρά τις σε γενικές γραμμές καλές συνθήκες στην αγορά εργασίας, η μεταποίηση ειδικά στη Γερμανία εμφανίζει προβλήματα. Σύμφωνα με το ΓΠΚΒ, η ανάγκη βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της EE, έναντι των Η.Π.Α. και της Κίνας, που αναδεικνύει η πρόσφατη έκθεση Ντράγκι, απαιτεί γρήγορες και καθοριστικές αποφάσεις για ένα ισχυρό πλαίσιο συνεργασίας και επενδύσεων σε καινοτομία, άμυνα και ενεργειακή αυτονομία από τις μεγάλες οικονομίες της ΕΕ.