Το πρώτο «πακέτο» μέτρων… αντίστασης στις οικονομικές παρενέργειες της επιδημίας του κοροναϊού, με παρεμβάσεις φορολογικής ανακούφισης και χρηματοδοτικής στήριξης επιχειρήσεων δρομολόγησε χθες η κυβέρνηση, ενώ στη σημερινή συνάντηση με τον Κλάους Ρέγκλινγκ ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, θα συζητήσει για τα περιθώρια που αφήνουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί για συνολικότερη «απάντηση» στην επιδημία με δημοσιονομικά μέτρα.
Η κυβέρνηση κινητοποιείται σε ελάχιστο χρόνο μετά την εκδήλωση των πρώτων κρουσμάτων στην Ελλάδα -η Ιταλία χρειάσθηκε περίπου ένα μήνα για να πάρει αποφάσεις-, την ώρα που οι προβλέψεις των οικονομικών αναλυτών γίνονται όλο και πιο «σκοτεινές». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αναλυτές του Bloomberg διατύπωσαν χθες την πιο απαισιόδοξη πρόβλεψη ως τώρα, εκτιμώντας ότι η παγκόσμια οικονομία θα χάσει φέτος 2,7 τρισ. δολ., ποσό που αντιστοιχεί στο ΑΕΠ της Μ. Βρετανίας, μίας εκ των επτά ισχυρότερων ανεπτυγμένων οικονομιών.
Σε πρώτη φάση, το κυβερνητικό σχέδιο περιλαμβάνει μέτρα μηδενικής δημοσιονομικής επιβάρυνσης, τα οποία δεν χρειάζονται καν την έγκριση των Ευρωπαίων δανειστών και μπορούν να υιοθετηθούν άμεσα, ακόμη και πριν τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 16 Μαρτίου.
Αναστολή ΦΠΑ και φθηνά δάνεια
Το βασικό μέτρο αυτής της κατηγορίας είναι η προσωρινή αναστολή της πληρωμής του ΦΠΑ από τις επιχειρήσεις, ώστε να εξασφαλίζουν πρόσθετη ρευστότητα. Αυτό το μέτρο σχεδιάζεται να ενεργοποιείται σε συνάρτηση με τα περιοριστικά μέτρα που θα λαμβάνονται κατά περιοχές για να περιορίζεται η εξάπλωση της επιδημίας. Για παράδειγμα, αν υιοθετούνται περιοριστικά μέτρα στην Αττική (κλείσιμο σχολείων, καταστημάτων και άλλων χώρων συνάθροισης), θα αναστέλλεται προσωρινά και η πληρωμή του ΦΠΑ στο νομό. Στην ακραία περίπτωση που επεκταθούν τα περιοριστικά μέτρα σε όλη τη χώρα, η αναστολή πληρωμής του ΦΠΑ θα εφαρμοσθεί σε εθνικό επίπεδο.
Προφανώς αυτό το μέτρο έχει χαρακτήρα προσωρινής ανακουφιστικής παρέμβασης. Μια άλλη παρέμβαση μεγαλύτερης εμβέλειας, που από τον πρωθυπουργό συνδέθηκε και με τη συγκυρία των έντονων πιέσεων στις επιχειρήσεις από τις επιπτώσεις της επιδημίας, είναι η παροχή εγγυημένων δανείων ύψους έως 500 εκατ. ευρώ σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Χθες, συμφωνήθηκε με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων η σύσταση Ταμείου Εγγυοδοσίας δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων με διαχειριστή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤαΕ). Το ΕΤαΕ θα λειτουργεί ως εγγυητής έως και για το 80% των δανείων. Στο Ταμείο Εγγυοδοσίας θα διατεθούν 100 εκατ. ευρώ που θα προέρχονται από τους πόρους του ΕΣΠΑ και με τη μόχλευση από τις τράπεζες θα μπορούν να χορηγηθούν φθηνά δάνεια έως 500 εκατ. ευρώ.
«Σε 90 ημέρες από αύριο, τα πιστωτικά ιδρύματα θα μπορούν να δανειοδοτούν εταιρείες και νέες επενδύσεις, ουσιαστικά χωρίς ρίσκο», τόνισε ο πρωθυπουργός. «Αυτή η πρωτοβουλία», πρόσθεσε, «εκδηλώνεται σε μία στιγμή ερωτημάτων για την πορεία της διεθνούς οικονομίας, και κατά συνέπεια και της ελληνικής οικονομίας, λόγω του κοροναϊού. Και τώρα είναι η ώρα να στηριχθεί ακόμα περισσότερο η πραγματική οικονομία».
Η διαπραγμάτευση για μεγαλύτερο «πακέτο» στήριξης
Το μεγάλο ερώτημα, που απασχολεί όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά συνολικά την ευρωζώνη αυτή την περίοδο, είναι με ποια δημοσιονομικά μέτρα και σε ποιο βαθμό μπορούν να υποστηριχθούν οι οικονομίες μπροστά στην κρίση που δημιουργεί η επιδημία.
Η συζήτηση αυτή γίνεται σε δύο επίπεδα και είναι ιδιαίτερα σημαντικές οι επαφές που θα έχει σήμερα στην Αθήνα με τον πρωθυπουργό ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος έχει προγραμματισμένη συνάντηση και με τον Χρήστο Σταϊκούρα, την Δευτέρα:
- Σε επίπεδο ευρωζώνης, η τηλεδιάσκεψη του Eurogroup, την Τετάρτη, έθεσε τους βασικούς κανόνες.. εμπλοκής των κυβερνήσεων στην κρίση που έχει ξεσπάσει. Συμφωνήθηκε ότι θα χρησιμοποιηθούν «όλα τα κατάλληλα εργαλεία πολιτικής» για την ενίσχυση της ανάπτυξης, περιλαμβανομένων των δημοσιονομικών μέτρων. Καθώς αυτές οι παρεμβάσεις θα προκαλέσουν επιδείνωση δημοσιονομικών αποτελεσμάτων, οι υπουργοί συμφώνησαν ότι θα αξιοποιηθούν οι «ρήτρες ευελιξίας» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που επιτρέπουν προσωρινή υπέρβαση των ορίων για τα ελλείμματα, όταν χρειάζεται να αντιμετωπισθούν έκτακτες καταστάσεις. Ταυτόχρονα, όμως, συμφωνήθηκε ότι οι πρόσθετες δαπάνες που θα γίνουν από τις κυβερνήσεις θα ελέγχεται από την Κομισιόν αν πράγματι αφορούν μέτρα που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κρίσης.
- Ιδιαίτερα για την Ελλάδα, που εκτός από την υποχρέωση σεβασμού των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας, βρίσκεται και σε πρόγραμμα ενισχυμένης επιτήρησης, θα πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία που θα απελευθερώνει πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, αλλά χωρίς να τεθεί ζήτημα παραβίασης του στόχου για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Σε αυτό το πλαίσιο θεωρείται βέβαιο ότι θα εγκριθεί το αίτημα εξαίρεσης δαπανών για τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης από τον υπολογισμό του πλεονάσματος, ενώ κερδίζει «πόντους» η ελληνική πρόταση που θα επιτρέψει να μεταφέρονται σε επόμενα έτη τα υπερπλεονάσματα των προηγούμενων. Αυτές οι ιδέες είχαν αρχίσει να συζητούνται πριν εκδηλωθεί η διαταραχή με την επιδημία κοροναϊού. Επιπλέον, όμως, ζητούμενο είναι να βρεθεί τρόπος να γίνουν πρόσθετες δαπάνες για την αντιμετώπιση των συνεπειών της επιδημίας, χωρίς να θεωρηθεί ότι η χώρα παραβιάζει τις υποχρεώσεις της για το πλεόνασμα. Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο έχει προτείνει να αξιοποιηθεί η λεγόμενη «ρήτρα διαφυγής» του Συμφώνου Σταθερότητας, που επιτρέπει υπέρβαση του γενικού ορίου για το έλλειμμα σε «εξαιρετικές περιπτώσεις». Η δυσκολία εν προκειμένω έγκειται στο ότι η συγκεκριμένη ρήτρα δεν έχει ως τώρα εφαρμοσθεί σε χώρες που βρίσκονται σε ενισχυμένη επιτήρηση, όπως η Ελλάδα, και θα χρειασθεί ειδική πολιτική διαπραγμάτευση.
Ερωτηματικά για τις ελαφρύνσεις
Η διαταραχή που έχει προκαλέσει η επιδημία του κοροναϊού στην οικονομία, την ώρα που ήδη είχαν εμφανισθεί σημάδια επιβράδυνσης της ανάπτυξης κατά το δ’ τρίμηνο του 2019, οδηγεί με βεβαιότητα σε αρκετά χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης το 2020, σε σχέση με το στόχο του προϋπολογισμού (αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8%), κάτι που θα έχει, αναπόφευκτα, επιδράσεις και στη δημοσιονομική διαχείριση.
Προς το παρόν, η κυβέρνηση επιμένει, όπως δηλώνει ο Χρήστος Σταϊκούρας, ότι δεν τίθεται ζήτημα αλλαγής της απόφασης να μειωθεί η εισφορά αλληλεγγύης την άνοιξη. Όμως, αυτή η ελάφρυνση, όπως και άλλες που έχουν εξετασθεί από την κυβέρνηση, έχει τεθεί εν αμφιβόλω, καθώς οι επιπτώσεις της κρίσης φαίνεται ότι είναι πολύ σοβαρότερες από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί και δεν αποκλείεται να χρειασθεί ένας νέος σχεδιασμός, ο οποίος θα δίνει περισσότερη έμφαση σε μέτρα υποστήριξης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε μια έκτακτη συγκυρία, αφήνοντας για το μέλλον τις φορολογικές ελαφρύνσεις.