Η ελληνική οικονομία μπορεί να συνεχίζει να υπεραποδίδει έναντι του μέσου όρου της ευρωζώνης, αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν ορισμένες προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο το υπ. Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Η ενίσχυση του πληθωρισμού, όπως έδειξαν τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Ιούλιο, αλλά κυρίως η πτώση άνω του 3% στις εξαγωγές του α’ εξαμήνου, δημιουργούν ένα συνδυασμό που μπορεί να σκιάσει, έως έναν βαθμό, το θετικό αφήγημα για την Ελλάδα.
Στο μέτωπο των τιμών ο πληθωρισμός υπηρεσιών κάνει αισθητή, πιθανώς και λόγω εποχικότητας, την παρουσία του και για την ελληνική οικονομία. Πρόκειται για τη «μορφή» του πληθωρισμού που παρακολουθεί στενά η ΕΚΤ, λόγω της αντίσταση που εμφανίζει, εκτιμώντας ότι η αποκλιμάκωσή του θα είναι πιο βραδεία σε σύγκριση με αυτή του πληθωρισμού των τροφίμων.
Όπως έδειξαν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ στην κορυφή της ανόδου βρέθηκε ο τομέας της εστίασης και των ξενοδοχείων, με αύξηση τιμών για τον Ιούλιο κατά 6,7%, ενώ σημαντικά αυξημένη ήταν και οι τιμές στις μεταφορές κατά 3,5%. Το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι η αύξηση αυτή έχει σημαντική εποχικότητα, καθώς ο Ιούλιος είναι ένας από τους κορυφαίους μήνες για τον τουρισμό και ως εκ τούτου δικαιολογείται έως ένα βαθμό η αύξηση των τιμών, λόγω της ανόδου και της ζήτησης.
Με δεδομένη την τουριστική περίοδο αυξημένος αναμένεται ότι θα είναι ο πληθωρισμός υπηρεσιών και τον Αύγουστο, καθώς εκτιμάται ότι και φέτος ο ελληνικός τουρισμός θα καταρρίψει ένα νέο ρεκόρ τόσο αφίξεων όσο και εσόδων. Πάντως η αύξηση τιμών οδηγεί τους ξένους τουρίστες να περιορίσουν τις δαπάνες τους ανά ταξίδι, ενώ οι εγχώριοι, όπως έδειξαν και πρόσφατες μελέτες, μειώνουν τόσο τις δαπάνες όσο και τις ημέρες των διακοπών τους, καθώς δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο ιδιαίτερα αυξημένο κόστος.
Σε κίνδυνο η εξωστρέφεια
Η νέα υποχώρηση των εξαγωγών με πτώση που ξεπέρασε το 3% για το α’ εξάμηνο του 2024, δημιουργεί αρκετές ανησυχίες για την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, κάτι που έσπευσε να υπογραμμίσει και η επικεφαλής του Συνδέσμου Εξαγωγέων, κ. Χ. Σακελλαρίδη.
Όπως τόνισε «η έντονη γεωπολιτική αστάθεια, με επίκεντρο την σύγκρουση Ισραήλ - Χαμάς και η επιδείνωση των συνθηκών στο διεθνές εμπόριο αρχίζουν και αποτυπώνονται ευθέως στην πορεία ανάπτυξης των ελληνικών εξαγωγών», κάνοντας λόγο για σημάδια που προκαλούν ανησυχία στο μέτωπο της εξωστρέφειας.
«Είναι ενδεικτικό πως τον φετινό Ιούνιο παρατηρήθηκε επιβράδυνση 7,3% στις ελληνικές εξαγωγές χωρίς τα πετρελαιοειδή, καθώς υποχώρησαν στα 2,94 δισ. ευρώ έναντι 3,17 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα το 2023. Συμπεριλαμβανομένων των πετρελαιοειδών, η συνολική αξία των ελληνικών εξαγωγών παρουσιάστηκε κατά το εξεταζόμενο διάστημα ελαφρά αυξημένη κατά 2,1%, φθάνοντας στα 4,25 δισ. ευρώ έναντι 4,16 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2023. Οι αντιξοότητες και η αβεβαιότητα σχετικά με τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας δεν επιτρέπουν κανέναν εφησυχασμό. Ελλοχεύει άλλωστε ο κίνδυνος γενικευμένης σύρραξης στη Μέση Ανατολή, με την Τεχεράνη να απειλεί ανοιχτά το Ισραήλ με αντίποινα μετά τον θάνατο του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς.
Ήδη, η παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα αντιμετωπίζει μια σειρά από προκλήσεις (βλ. Χούθι), οι οποίες έχουν εκτοξεύσει το μεταφορικό κόστος ενώ και το κόστος χρήματος έχει «ακριβύνει» σημαντικά. Είναι επιτακτική ανάγκη οι φορείς της εξωστρέφειας και η Πολιτεία να παραμείνουν σε εγρήγορση, ώστε εάν και εφόσον χρειαστεί να παρέμβουν με τον πλέον κατάλληλο και αποτελεσματικό τρόπο», υπογράμμισε.
Η πορεία των εξαγωγών στο α' εξάμηνο
Το θέμα του υψηλού εμπορικού ελλείμματος, το οποίο δεν εμφανίζει σαφείς ενδείξεις αποκλιμάκωσης, έχει υπογραμμίσει αρκετές φορές σε δηλώσεις του και ο επικεφαλής της ΤτΕ, κ. Γιάννης Στουρνάρας, υπογραμμίζοντας ότι θα πρέπει να υπάρξει ενίσχυση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας με στοχευμένες επενδύσεις και παράλληλα να συνεχιστούν μεταρρυθμίσεις οι οποίες αφορούν την αύξηση εξωστρέφειας αλλά και ανταγωνιστικότητας.
Σύμφωνα με τα επιμέρους στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μεγαλύτερη πτώση καταγράφεται στις εξαγωγές προς τις χώρες της ΕΕ, που αποτελούν και τις βασικές αγορές για την Ελλάδα, με την αξία τους να υποχωρεί στα 14 δισ. για το α’ εξάμηνο από άνω των 15,4 δισ. που ήταν το αντίστοιχο διάστημα του 2023 αλλά και οριακά χαμηλότερα και από το α’ εξάμηνο του 2022.