Ιδιαίτερα υψηλά πρόστιμα επιβάλλονται στα αδικαιολόγητα χρηματικά ποσά που βρίσκει η εφορία στους τραπεζικούς λογαριασμούς των φορολογουμένων, μέσα από τους ελέγχους που διενεργεί στους τραπεζικούς λογαριασμούς σε 24ωρη βάση.
Όπως προκύπτει από τις υποθέσεις που φτάνουν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, τα ποσά των φόρων και των προστίμων που καταλογίζονται κυμαίνονται από 55% έως και πάνω 100%, εάν ο ελεγχόμενος είναι επιχειρηματίας.
Πρόκειται για τα ποσά που η ΑΑΔΕ τα χαρακτηρίζει ως «προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία». Συνήθως εντοπίζονται με τους ελέγχους των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών, τους οποίους διενεργεί το «Σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας» το οποίο θα αξιοποιεί τα δεδομένα του Αρχείου Χρηματοπιστωτικών Προϊόντων και Αναλυτικών Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και έναντι του οποίου δεν ισχύει κανένα τραπεζικό και επαγγελματικό απόρρητο.
Επίσης, το Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών, παρακολουθεί τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και όταν διαπιστώσει κάποια περίεργη κίνηση εμβασμάτων, τότε χτυπάει «καμπανάκι» και ο συγκεκριμένος IBAN ελέγχεται εξονυχιστικά, όπως φυσικά και οι τυχόν άλλοι τραπεζικοί λογαριασμοί του κατόχου.
Παράδειγμα, συναγερμό στις ελεγκτικές αρχές μπορεί να χτυπήσει μια δωρεά από γονέα σε τέκνο, καθώς η εφορία θα ψάξει να βρει, αν το ποσό μεταβιβάστηκε προκύπτει από τα δηλωθέντα εισοδήματα του γονέα.
Τα στοιχεία που αντλούνται από τα τραπεζικά ιδρύματα συσχετίζονται με τα δηλωθέντα εισοδήματα των ελεγχόμενων και αναλόγως των ευρημάτων καλούνται για εξηγήσεις και αν δεν δικαιολογήσουν τα ποσά, επιβάλλονται πρόστιμα. Ο ελεγχόμενος μπορεί να επικαλεστεί ότι οι καταθέσεις από την πώληση περιουσιακών στοιχείων ή από δωρεές κ.λπ., αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να έχει τις αποδείξεις που θα πείσουν τους ελεγκτές.
Η νέα εφαρμογή είναι online και αντλεί στοιχεία από τις τράπεζες και τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα ιδρύματα πληρωμών, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος τα οποία δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, με ή χωρίς φυσική εγκατάσταση, και τηρούνται στο Μητρώο της Τράπεζας της Ελλάδας, καθώς και από τον ΤΕΙΡΕΣΙΑ Α.Ε.
Το νέο σύστημα, το BANCAPP επιταχύνει τη διαδικασία του ελέγχου, καθώς προσδιορίζει τη φορολογητέα ύλη κατ' έτος, για κάθε ελεγχόμενο ΑΦΜ.
Τα στοιχεία που αντλεί από τις τράπεζες και τα λοιπά χρηματοοικονομικά ιδρύματα, στοιχεία που αφορούν σε καταθετικούς λογαριασμούς πρώτης ζήτησης, προθεσμιακούς, χορηγητικούς λογαριασμούς, επενδυτικούς λογαριασμούς που περιλαμβάνουν παντός τύπου χαρτοφυλάκια επενδυτικών προϊόντων και αξιογράφων (αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα, μετοχές, τραπεζοασφάλιστρα, παράγωγα, Repos κ.λπ.), πιστωτικές κάρτες, θυρίδες, λογαριασμούς πληρωμών, προπληρωμένες κάρτες (prepaid) και ηλεκτρονικά πορτοφόλια.
Όλα τα ανωτέρω στοιχεία αντιστοιχίζονται αυτόματα με τα εισοδήματα που δηλώθηκαν από τον υπόχρεο στις συγκεκριμένες φορολογικές περιόδους και πράττει αναλόγως αν διαπιστωθεί πως οι χρηματοοικονομικές επενδύσεις είναι υψηλότερες και δεν δικαιολογούνται.
Αντίστοιχο πρόβλημα έχουν και οι φορολογούμενοι οι οποίοι, κατά την εφορία έχουν αποκτήσει και άλλου είδους περιουσιακά στοιχεία, όπως ακίνητα, αυτοκίνητα, σκάφη κλπ. τα οποία δεν δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματά τους, αλλά είναι ελάχιστες αυτές οι περιπτώσεις, ενώ οι περισσότερες εντοπίζονται μέσω του ελέγχου των τραπεζικών καταθέσεων.
Το ποινολόγιο
Στις περιπτώσεις που η ΑΑΔΕ εντοπίσει την απόκτηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, που δικαιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματα, θεωρείται προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία και αντιμετωπίζεται (φορολογικά) ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα. Στο πλαίσιο αυτό σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, οι φόροι και τα πρόστιμα που επιβάλλονται είναι τα ακόλουθα:
- Το ποσό που δεν δικαιολογείται η απόκτησή του φορολογείται με συντελεστή 33% από το πρώτο ευρώ.
- Το ποσό του φόρου που προκύπτει προσαυξάνεται επιπλέον με πρόστιμο 50% λόγω «ανακρίβειας της υποβληθείσας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος».
- Αν το αδήλωτο εισόδημα αφορά στα φορολογικά έτη από 2012 έως και το 2023, τότε στο ποσό επιβάλλεται επιπλέον και ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
- Στο συνολικό ποσό φόρου και προστίμου επιβάλλονται τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής που ανέρχονται σε 0,73% μηνιαίως, με ημερομηνία έναρξης από τον χρόνο διάπραξης του αδικήματος της φοροδιαφυγής.
Αν πρόκειται για λογαριασμό επιχειρηματία, ο οποίος υπάγεται στον ΦΠΑ, τότε, επί του ποσού που θα θεωρηθεί προσαύξηση περιουσίας, θα επιβληθεί και ΦΠΑ (αναλόγως 6, 13% ή 24%), με αποτέλεσμα ο συνολικός «λογαριασμός» να ξεπεράσει και το 100% του ποσού που βρέθηκε «ακάλυπτο».