Σφοδρή κριτική στη φορολογική αντιπρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάνει ο υπουργός Επικρατείας Άκης Σκέρτσος, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Όπως σχολιάζει «οικονομική πολιτική ΣΥΡΙΖΑ: άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα αλλιώς». «Θα περίμενε κανείς μετά από την καταστροφική 5ετία ΣΥΡΙΖΑ 2015-2019 -που ενώ "έβρεχε λεφτά" σε όλη την Ευρώπη, εμείς κρατούσαμε ομπρέλα λόγω του 3ου μνημονίου και της ιδεοληπτικής υπερφορολόγησης που επέβαλαν- οι οικονομολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ να έχουν βάλει μυαλό. Δυστυχώς, φαίνεται πως αυτό είναι αδύνατο παρά την αλλαγή ηγεσίας και την δήθεν γνώση της πραγματικής οικονομίας που ισχυρίζεται ότι διαθέτει ο νέος businessman αρχηγός», αναφέρει και συνεχίζει:
«Δεν είναι μόνο ότι το οικονομικό πρόγραμμα ΣΥΡΙΖΑ -σύμφωνα με την κοστολόγηση του ΓΛΚ (σσ Γενικό Λογιστήριο του Κράτους)- ρίχνει ξανά την οικονομία στα βράχια λόγω των υπέρογκων δαπανών ύψους 45,8 δισ. ευρώ. Ακόμη κι αν υποθέταμε ότι τα χρήματα αυτά υπάρχουν και δεν οδηγούν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό -που προφανώς δεν υπάρχουν- το επόμενο πρόβλημα είναι ότι εισηγούνται για άλλη μια φορά τη λάθος "συνταγή" για την ελληνική οικονομία».
Σύμφωνα με τον Ά. Σκέρτσο, «δύο παραδείγματα αρκούν για να καταλάβουμε γιατί το πρόγραμμα ΣΥΡΙΖΑ αποτρέπει τις επενδύσεις και ενθαρρύνει τη φοροδιαφυγή. Στα δύο βασικότερα προβλήματα, δηλαδή, που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, το επενδυτικό κενό και τη δίκαιη φορολογία, η αξιωματική αντιπολίτευση εισηγείται να πάμε ξανά πίσω.
1ο παράδειγμα: διαφοροποιημένοι συντελεστές φορολογίας εισοδήματος επιχειρήσεων. 17% για τις επιχειρήσεις με κερδοφορία έως 220.000 και 24% για τις επιχειρήσεις με κερδοφορία άνω των 220.000.
Γιατί το εισηγούνται; Διότι τους κάνει να ακούγονται πιο φιλολαϊκοί υπέρ των επιχειρήσεων με μικρότερο τζίρο και μικρότερη κερδοφορία και δήθεν πιο αυστηροί προς τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.
Γιατί είναι λάθος; Διότι σε μια οικονομία που χαρακτηρίζεται, δυστυχώς, ακόμη από αδύναμη κουλτούρα πληρωμών και φορολογικής συνείδησης, δημιουργούν το τέλειο κίνητρο ώστε οι επιχειρήσεις να δηλώνουν λιγότερα έσοδα και μικρότερα κέρδη για να επωφελούνται του χαμηλότερου συντελεστή. Σε μια συγκυρία δηλαδή που η ελληνική οικονομία έχει ανάγκη από μεγέθυνση, υψηλότερους τζίρους αλλά και δαπάνες για επενδύσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα φορολογικό κίνητρο που οδηγεί σε υποδήλωση εσόδων, φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή, λιγότερα έσοδα για το κράτος.
2ο παράδειγμα: κατάργηση των μερισμάτων και ενσωμάτωση της φορολογίας τους στην κλίμακα της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Γιατί το εισηγούνται; Διότι επίσης με τον ίδιο οικονομικό και φορολογικό αναλφαβητισμό που τους διακρίνει, θεωρούν ότι τα μερίσματα είναι κάτι που αφορά μόνο τις μεγάλες επιχειρήσεις και δεν έχουν ιδέα ότι μια υψηλότερη φορολογία τους θα έπληττε και τους μικρομεσαίους.
Γιατί είναι λάθος; Τα πράγματα είναι απλά. Έως το 2019 που η φορολογία μερισμάτων ήταν στο 10%, οι επιχειρήσεις δεν έδιναν μερίσματα διότι θεωρούσαν πολύ υψηλό τον συντελεστή με αποτελέσματα τα έσοδα του Δημοσίου από μερίσματα να κυμαίνονται ετησίως σε περίπου 140 εκατ. ευρώ. Από το 2020 που η φορολογία μερισμάτων μειώθηκε στο 5%, αυτά σχεδόν τετραπλασιάστηκαν και τα έσοδα του Δημοσίου αυξήθηκαν άνω των 230 εκατ. ευρώ. Με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ η φορολογία μερισμάτων να υπαχθεί στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, ο σωρευτικός φορολογικός συντελεστής ενός επιχειρηματία θα αγγίζει το 49%!!!».
Συμπερασματικώς, «ας μας πει λοιπόν ο κ. Κασσελάκης σαν καλός businessman που μας λέει ότι είναι: αν είχε να επιλέξει φορολογικό καθεστώς για τα αστακοκάραβά του, θα επέλεγε την Πολιτεία της Florida με 5,5% συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων ή την Ελλάδα με 49% όπως εισηγείται το κόμμα του μαζί με την ενσωμάτωση μερισμάτων; Η αλήθεια είναι πως δεν χρειάζεται να απαντήσει διότι ήδη ξέρουμε ότι επέλεξε τη Florida αντί της Ελλάδας με συντελεστή 22%+5%».
«Ο σοφός λαός λέει "το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού". Για το "τρις εξαμαρτείν" τι να ισχύει άραγε;», διερωτάται ο υπουργός κλείνοντας