Μήνυμα στις τράπεζες της ευρωζώνης να προετοιμαστούν καλύτερα έναντι μίας σειράς απειλών, αξιοποιώντας τα κέρδη από τα υψηλά επιτόκια για να δημιουργήσουν αποθεματικά, έστειλε η πρόεδρος του SSM, Κλαούντια Μπουχ.
Όπως τονίζει σε συνέντευξή της, οι τράπεζες θα πρέπει να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους: «Δεδομένης της μεγάλης αβεβαιότητας που αντιμετωπίζουμε, δεν μπορώ παρά να παροτρύνω όλες τις τράπεζες να είναι όσο το δυνατόν πιο συνετές όσον αφορά τις επενδύσεις και τον κεφαλαιακό σχεδιασμό τους. Τα κέρδη των τραπεζών έχουν αυξηθεί σε όλους τους τομείς – χάρη και στη σημαντική αύξηση των επιτοκίων. Αυτό δίνει στις τράπεζες μια εξαιρετική ευκαιρία να αυξήσουν τα αποθέματα ασφαλείας τους έναντι μελλοντικών διαταραχών και να επενδύσουν στα πληροφοριακά τους συστήματα. Και αυτό θα ανοίξει τελικά το δρόμο για βιώσιμη μελλοντική κερδοφορία, ενισχύοντας παράλληλα την ανθεκτικότητά τους σε περιόδους πίεσης».
Σύμφωνα με την επικεφαλής του Εποπτικού Μηχανισμού, οι τράπεζες της ευρωζώνης δεν είναι επαρκώς προετοιμασμένες για τους κινδύνους που απορρέουν από το μακροοικονομικό περιβάλλον λόγω γεωπολιτικών εντάσεων, της κλιματικής αλλαγής και των κυβερνοεπιθέσεων.
«Υπάρχουν ακόμη ελλείψεις στην εσωτερική διακυβέρνηση και τον έλεγχο κινδύνων που πρέπει να αντιμετωπιστούν σε αυτό το νέο περιβάλλον», σημείωσε η κα Μπουχ, προσθέτοντας ότι σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο τοπίο κινδύνων, είναι σημαντικό να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά τόσο οι χρηματοοικονομικοί όσο και οι μη χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι.
Επεσήμανε, ακόμη, ότι τα τραπεζικά ιδρύματα συχνά προσπαθούν να αποτυπώσουν τους νέους κινδύνους με τυποποιημένα μοντέλα κινδύνου, τα οποία δεν είναι επαρκώς κατάλληλα για το σκοπό αυτό. «Οι τράπεζες πρέπει να εργάζονται με διαφορετικά σενάρια για να διασφαλίσουν ότι παραμένουν ανθεκτικές σε δυσμενείς συνθήκες», προειδοποίησε. Η ΕΚΤ έχει διαπιστώσει ότι ορισμένες τράπεζες δεν λάμβαναν επαρκώς υπόψη τους νέους κινδύνους στις πρακτικές σχηματισμού προβλέψεων. «Ως εκ τούτου, οι εποπτικές μας ομάδες θα συνεχίσουν να εστιάζουν στις πρακτικές σχηματισμού προβλέψεων, ιδίως σε σχέση με τα ευάλωτα χαρτοφυλάκια», υπογράμμισε.
Εξέφρασε την εκτίμηση ότι ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει αυξηθεί ελαφρώς, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτικών δανείων. «Παρ' όλα αυτά, το κόστος κινδύνου που αναφέρουν πολλές τράπεζες - δηλαδή ο λόγος των προβλέψεων για επισφάλειες προς το σύνολο των δανείων - παραμένει σχετικά χαμηλό και σταθερό. Αυτό υποδηλώνει ότι μπορεί να υπάρχει κάποια ασυμφωνία μεταξύ των αναδυόμενων κινδύνων και των εκτιμήσεων των ίδιων των τραπεζών για τους κινδύνους», τόνισε.