Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο δημοσιοποίησε την Εξαμηνιαία Έκθεσή του για τις δημοσιονομικές και μακροοικονομικές εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας.
Αναφερόμενη στην Έκθεση, η πρόεδρος του ΕΔΣ, Αναστασία Μιαούλη δήλωσε:
«Το 2023 η ελληνική οικονομία διατήρησε σημαντικό μέρος της δυναμικής της από το 2022 παρά την αυξανόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα λόγω των πολέμων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, την ενεργειακή κρίση και τον επίμονα υψηλό εισαγόμενο πληθωρισμό, αλλά και την υιοθέτηση αυστηρής νομισματικής πολιτικής εκ μέρους της ΕΚΤ. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για το 2023 αναμένεται στο 2,4% και για το 2024 στο 2,6%, ρυθμός καθαρά ταχύτερος από αυτόν της ευρωζώνης, με σημαντική ενίσχυση των επενδύσεων, κυρίως χάρι της αξιοποίησης των πόρων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και της μείωσης της ανεργίας.
Οι δημοσιονομικές επιδόσεις, με αναμενόμενο πρωτογενές πλεόνασμα τόσο για το 2023 αλλά και σημαντικά υψηλότερο για το 2024, μαζί με την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του ελληνικού δημοσίου αποτελούν θετικές εξελίξεις για την ελληνική οικονομία. Όμως, το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ, παρά τη μείωσή του κατά περισσότερες από δέκα μονάδες ετησίως τα τελευταία τρία χρόνια και των ευνοϊκών όρων αποπληρωμής του μεσοπρόθεσμα, παραμένει ένα από τα υψηλότερα διεθνώς και δεν επιτρέπει εφησυχασμό.
Η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας βασίζεται στην αποτελεσματική υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού προγράμματος με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και εργασίας με τη βοήθεια και των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Βασική προϋπόθεση για ανάπτυξη είναι η άσκηση υπεύθυνης δημοσιονομικής πολιτικής με στοχευμένα και κοστολογημένα μέτρα που ενισχύουν την παραγωγικότητα της οικονομίας αλλά και ταυτόχρονα ενισχύουν τη κοινωνική πολιτική και σέβονται τους κανόνες του νέου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης. Αυτό είναι τομοναδικό μονοπάτι για τη συνέχιση της δυναμικής της ανάπτυξης, την ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, τη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και δυναμικών επιχειρήσεων, και όλα αυτά χωρίς την επιβάρυνση των επόμενων γενεών.»