Σε μονοψήφια αύξηση των τιμών των διοδίων, η οποία θα κινηθεί στο εύρος του 6-8%, φαίνεται πως καταλήγει η διαπραγμάτευση για το 2024 μεταξύ των παραχωρησιούχων και του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Παρότι η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των διοδίων αποτελεί συμβατικό δικαίωμα των παραχωρησιούχων, το ζήτημα ετέθη στο τραπέζι προκειμένου να μην επιβαρυνθούν οι πολίτες από αυξήσεις που θα έφταναν ως και το 14%.
Η συνάντηση που έγινε μεταξύ των δύο πλευρών την περασμένη Παρασκευή ήταν σε τελείως διαφορετικό περιβάλλον από εκείνες που προηγήθηκαν τον Σεπτέμβριο, οπότε οι εταιρείες που διαχειρίζονται τους παραχωρημένους αυτοκινητόδρομους της χώρας είχαν εμφανιστεί αδιάλλακτες για αυξήσεις εντός του 2023, που θα μπορούσαν να φτάσουν και στο 12%. Μάλιστα, είχαν ανακοινώσει την αύξηση των διοδίων από την 1η Σεπτεμβρίου, η οποία αποσοβήθηκε.
Το συγκρουσιακό κλίμα εκείνης της περιόδου ανέτρεψε η μεγάλη καταστροφή στη Θεσσαλία. Τελικά, οι αυξήσεις του 2023, που αρχικώς δεν έγιναν λόγω της προεκλογικής περιόδου, βγήκαν τελείως από το κάδρο, όπως και η πρόθεση διεκδίκησης μίας αθροιστικής αύξησης για το 2024, που θα σήμαινε πάνω από +14%.
Υπενθυμίζεται ότι, όπως προβλέπουν οι συμβάσεις παραχώρησης, η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των τελών διέλευσης γίνεται για κάθε έτος βάσει του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του Σεπτεμβρίου του προηγούμενου έτους. Αυτό είναι δηλαδή το ανώτατο περιθώριο της αύξησης. Έχουν υπάρξει χρονιές, μέσα στην οικονομική κρίση, που είχαμε δει ακόμα και μειώσεις. Τις αυξήσεις ανά κατηγορία οχήματος θα ανακοινώσουν αναλυτικά οι παραχωρησιούχοι, όπως γίνεται συνήθως, μετά τα μέσα Δεκεμβρίου, προκειμένου να ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Ένα κεφάλαιο που, κατά πληροφορίες, κλείνει με τη συμφωνία που κυοφορείται με το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, είναι η διεκδίκηση από την πλευρά των εταιρειών που διαχειρίζονται τους αυτοκινητόδρομους (Ολυμπία Οδό, Αττική Οδό, Ιόνια Οδό, Νέα Οδό, Αυτοκινητόδρομο Αιγαίου, Μορέα), των απωλειών από τις αυξήσεις που δεν πραγματοποίησαν το 2023. Σε όρους πραγματικών διελεύσεων είχαν εκτιμηθεί στα 40-45 εκατ. ευρώ.