Μπορεί η πύρινη λαίλαπα να κατάπιε χιλιάδες δασικές εκτάσεις με τον αριθμό να αυξήθηκε κατά 18% στη Δυτική Ελλάδα, ωστόσο οι καμένες εκτάσεις ήταν λιγότερες κατά 14% σε σχέση με το 2018, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του απολογισμού της φετινής αντιπυρικής περιόδου, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή χρονική περίοδο.
Σύμφωνα με τον διοικητή των πυροσβεστικών υπηρεσιών Δυτικής Ελλάδας, αρχιπύραρχο Ευθύμιο Γεωργακόπουλο στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, «όλες οι φωτιές αντιμετωπίστηκαν μέσα στο πρώτο τρίωρο από την εκδήλωσή τους», προσθέτοντας ότι «βασικός σκοπός ήταν η μαζική προσβολή των πύρινων μετώπων από τα πυροσβεστικά μέσα.»
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της διοίκησης πυροσβεστικών υπηρεσιών Δυτικής Ελλάδας, ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών στους νομούς Αχαΐας, Ηλείας και Αιτωλοακαρνανίας έφθασε φέτος τις 849, ενώ κάηκαν 3.482 στρέμματα. Πέρυσι είχαν εκδηλωθεί 719 φωτιές και είχαν καεί 4.034 στρέμματα.
Επίσης, όπως προκύπτει από τα ίδια στοιχεία, οι περισσότερες πυρκαγιές εκδηλώθηκαν στην Ηλεία και οι λιγότερες στην Αχαΐα.
Συγκεκριμένα, στην Ηλεία εκδηλώθηκαν 377 φωτιές, στην Αιτωλοακαρνανία 255 και στην Αχαΐα 215.
Το 2018, είχαν εκδηλωθεί 370 φωτιές στην Ηλεία, 192 στην Αιτωλοακαρνανία και 157 στην Αχαΐα. Όσον αφορά στις καμένες εκτάσεις, οι περισσότερες καταγράφηκαν στην Αιτωλοακαρνανία, όπου κάηκαν 1.575 στρέμματα, ενώ στην Ηλεία κάηκαν 1.296 στρέμματα και στην Αχαΐα 611 στρέμματα.
Πέρυσι, είχαν καεί 3.103 στρέμματα στην Ηλεία, 604 στρέμματα στην Αιτωλοακαρνανία και 327 στρέμματα στην Αχαΐα.
Όπως ανέφερε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο διοικητής των πυροσβεστικών υπηρεσιών Δυτικής Ελλάδας, αρχιπύραρχος Ευθύμιος Γεωργακόπουλος, «παρ΄ όλο που την φετινή αντιπυρική περίοδο είχαμε περισσότερες φωτιές, μόνο οκτώ δασικές πυρκαγιές έκαψαν πάνω από 100 στρέμματα η κάθε μία και μάλιστα μία από αυτές τις μεγάλες φωτιές εκδηλώθηκε πριν από την αντιπυρική περίοδο.»
Σχετικά με το επιχειρησιακό σχέδιο για την αντιμετώπιση των φωτιών, αλλά και το γεγονός ότι φέτος κάηκαν λιγότερα στρέμματα, ο Ευθύμιος Γεωργακόπουλος, λέει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ότι «δεν περιμέναμε να εξελιχθεί το συμβάν και μετά να καλέσουμε περεταίρω ενισχύσεις , διότι είναι προτιμότερο κάποια οχήματα να επιστρέψουν στη βάση τους, παρά να μετράμε στη συνέχεια καταστροφές και περισσότερα καμένα στρέμματα.» «Βέβαια», όπως επισημαίνει, «αυτή η κινητοποίηση γίνεται χωρίς υπερβολές, δηλαδή με ορθολογική αξιοποίηση των μέσων, διότι τα κριτήρια στην αντιμετώπιση μια πυρκαγιάς είναι οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν εκείνη την στιγμή, η ώρα που εκδηλώνεται η φωτιά, αλλά και το σημείο στο οποίο είναι το πύρινο μέτωπο.»
Μάλιστα, όπως σημειώνει, «όταν για παράδειγμα εκδηλώνεται φωτιά στο προστατευόμενο δάσος της Στροφυλιάς, τότε θα σταλεί εκεί ο μέγιστος αριθμός των δυνάμεων, ενώ αν έχουμε μία φωτιά σε περιοχή που κρίνουμε ότι δεν υπάρχει μεγάλος κίνδυνος, τότε θα σταλούν λιγότερες δυνάμεις.»
Όμως, όπως εξηγεί, «δεν θα πάει μόνο ένα πυροσβεστικό όχημα για να διαπιστώσει τι ακριβώς συμβαίνει και να επιχειρήσει, αλλά θα κινητοποιηθούν ικανές πυροσβεστικές δυνάμεις.»
Μένοντας στο θέμα της αντιμετώπισης των φετινών παραγιών και στο ότι κάηκαν λιγότερες εκτάσεις, ο Ευθύμιος Γεωργακόπουλος, αναφέρει στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ότι «έπαιξαν επίσης ρόλο η εκπαίδευση του προσωπικού, αλλά και η παρουσία πεζοπόρου τμήματος στην περιοχή των Λεχαινών που θεωρείται κομβικό σημείο για την άμεση κινητοποίηση πυροσβεστικών δυνάμεων μετά την εκδήλωση πυρκαγιών κυρίως στην Ηλεία, η οποία είναι η πιο δύσκολη περιοχή.»
Επίσης, σύμφωνα με τη διοίκηση των πυροσβεστικών υπηρεσιών Δυτικής Ελλάδας, «χάρη στην ετοιμότητα, στον συντονισμό και στη συνεργασία, πρωτίστως όλων των πυροσβεστικών δυνάμεων, αλλά και των εμπλεκόμενων φορέων και αρχών, όπως η πολιτική προστασία, η Αστυνομία, οι δασικές υπηρεσίες, η τοπική αυτοδιοίκηση, οι εθελοντές αλλά και οι απλοί πολίτες, κατορθώθηκε να προστατευτούν ανθρώπινες ζωές, δημόσια και ιδιωτική περιουσία, φυσικό κάλλος και δασικός πλούτος.»