Υπάρχει ομοφωνία ότι το κλείσιμο των σχολείων ως μέτρο αποτροπής της μετάδοσης του SARS-CoV-2 πρέπει να χρησιμοποιείται ως ύστατο μέτρο. Ο αρνητικός αντίκτυπος του πρώιμου κλεισίματος των σχολείων στη σωματική και ψυχική υγεία, καθώς και στην εκπαιδευτική διαδικασία, όσο και ο οικονομικός αντίκτυπος, υπερτερούν των πιθανών οφελών.
Αυτό αναφέρεται μεταξύ άλλων στην ανασκόπηση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) σχετικά με τη λοίμωξη COVID-19 στα παιδιά και τον ρόλο του σχολείου στη μετάδοση συνοψίζουν οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Ιωάννης Ντάνασης, Μαρία Γαβριατοπούλου και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ).
Όπως αναφέρεται, μεταξύ των κρουσμάτων COVID-19, τα παιδιά ηλικίας 1-18 ετών έχουν μικρότερο ποσοστό νοσηλειών, σοβαρών νοσηλειών και θανάτου συγκριτικά με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες. Τα παιδιά όλων των ηλικιών είναι επιρρεπή σε λοίμωξη COVID-19 και μπορούν να μεταδίδουν τον SARS-CoV-2 σε επίνοσα άτομα. Τα παιδιά νεαρότερης ηλικίας φαίνεται να είναι λιγότερο ευάλωτα στη λοίμωξη, και εάν μολυνθούν ευθύνονται για συρροές κρουσμάτων λιγότερο συχνά συγκριτικά με τους ενήλικες.
Το κλείσιμο των σχολείων μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της μετάδοσης του SARS-CoV-2, αλλά από μόνο του δεν αρκεί ως μεμονωμένο μέτρο πρόληψης της μετάδοσης της COVID-19 στην κοινότητα, χωρίς παράλληλη εφαρμογή μασκών προσώπου και ελάττωση του συγχρωτισμού.
Νέες πληροφορίες που συλλέγονται σχετικά με τη νέα παραλλαγή του SARS-CoV-2 που εντοπίστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να αλλάξουν την επιδημιολογική εικόνα της COVID-19 στα σχολεία. Η επιστροφή των μαθητών στο σχολείο συνέπεσε με μία γενική χαλάρωση των μέτρων αποτροπής του SARS-CoV-2 σε πολλές χώρες και δεν φαίνεται να συνέβαλε καθοριστικά στην εμφάνιση του δεύτερου κύματος της πανδημίας.
Περιστατικά μετάδοσης SARS-CoV-2 έχουν καταγραφεί στο σχολικό περιβάλλον (νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο-λύκειο). Η επίπτωση της λοίμωξης COVID-19 στο σχολικό περιβάλλον φαίνεται να εξαρτάται από την επιδημιολογική εικόνα της COVID-19 στην κοινότητα. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η συρροή κρουσμάτων στα σχολεία ευθύνεται για τη μειονότητα των περιπτώσεων COVID-19 σε κάθε χώρα.
Το εκπαιδευτικό και λοιπό ενήλικο προσωπικό που εργάζεται στο σχολικό περιβάλλον δεν θεωρείται ότι βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο λοίμωξης συγκριτικά με άλλα επαγγέλματα. Εξαίρεση μπορεί, ίσως, να αποτελούν εκπαιδευτικές διαδικασίες, κατά τις οποίες ο εκπαιδευτής έρχεται σε στενή επαφή με παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας ή ενήλικες.
Παρεμβάσεις στο σχολικό περιβάλλον για την πρόληψη του συγχρωτισμού, καθώς και μέτρα ατομικής υγιεινής, είναι θεμελιώδη για την πρόληψη της μετάδοσης. Τα πάσης φύσεως μέτρα πρέπει να προσαρμόζονται στις αντίστοιχες ηλικιακές ομάδες και παράλληλα με την πρόληψη της μετάδοσης να διασφαλίζουν τη συνέχεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας.