Άνοιξε τις πύλες της σήμερα η 48η Διεθνής Έκθεση Γούνας Καστοριάς, με την συμμετοχή 85 εκθετών από την Ελλάδα αλλά και χώρες του εξωτερικού. Η έκθεση, που θα διαρκέσει έως το Σάββατο, λαμβάνει χώρα στην Καστοριά, το μοναδικό παραγωγικό κέντρο γούνας στον δυτικό κόσμο αυτήν την στιγμή, καθώς παραμένουν σε λειτουργία ακόμη δεκάδες επιχειρήσεις μεταποίησης.
Στην φετινή έκθεση λαμβάνουν μέρος επιχειρήσεις από την Ιταλία, την Τουρκία, την Ουγγαρία και την Ρουμανία, ενώ αναμένονται εμπορικοί επισκέπτες κι αντιπρόσωποι ξένων οίκων κι επιχειρηματίες από την Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Τουρκία, τη Ρουμανία, την Κίνα και την Κορέα. Έχοντας δεχθεί βαρύ πλήγμα, αρχικά από την πανδημία κι εν συνεχεία από τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, η ελληνική παραγωγή γούνας έχει συρρικνωθεί δραματικά την τελευταία τριετία, ενώ αρκετοί Έλληνες γουνοποιοί έχουν εγκαταλείψει την ευρύτερη περιοχή της Καστοριάς αναζητώντας την τύχη τους ακόμη και στην ρωσική αγορά, όπου υπάρχει ζήτηση για εξειδικευμένους γουναράδες.
Η δύσκολη συγκυρία έχει πλήξει και τους εκτροφείς μινκ, ο αριθμός των οποίων έχει περιοριστεί σε περίπου 1 εκατομμύριο φέτος, από σχεδόν 2 εκατομμύρια σε άλλες περιόδους, καθώς σχεδόν οι μισές από τις 92 φάρμες εκτροφής έχουν κλείσει. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Ομοσπονδίας Γούνας, περί τις 2.000 επιχειρήσεις εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στον κλάδο της γουνοποιίας στην περιοχή της Καστοριάς και της Σιάτιστας, απασχολώντας περί τους 4.000 εργαζόμενους. Η φετινή έκθεση διοργανώνεται σε μία πολύ κρίσιμη στιγμή συνολικά για τον κλάδο γούνας, καθώς οι εξαγωγές έχουν συρρικνωθεί κι ο κλάδος αναζητά προσανατολισμό σε ένα ασταθές περιβάλλον. Σημειώνεται ότι προ πανδημίας, οι ελληνικές εξαγωγές γούνας ανέρχονταν σε 108 εκατ ευρώ ετησίως, με το μισό από αυτό το ποσό να προέρχεται από την Ρωσία. Το 2021, οι εξαγωγές προς την Ρωσία μόλις άγγιξαν τα 14 εκατ ευρώ, από 55 εκατ ευρώ που ήταν το 2017, ενώ προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα -μία επίσης προσοδοφόρα αγορά- διαμορφώθηκαν οι ελληνικές εξαγωγές άγγιξαν τα 13 εκατ ευρώ, έχοντας απωλέσει περίπου την μισή αξία τους συγκριτικά με το 2017, που ήταν 31 εκατ ευρώ.