Αν η δεκαετία που αποχαιρετούμε χαρακτηρίστηκε από την εκτίναξη της δημοφιλίας των κοινωνικών δικτύων, επανακαθορίζοντας τον τρόπο που επικοινωνούμε, αλλά και τα κριτήρια βάσει των οποίων κάνουμε αγορές, η νέα δεκαετία που ανοίγεται μπροστά μας δείχνει να διορθώνει τις αστοχίες της πρώτης αυτής φάσης ανάπτυξης, καλώντας όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές να δείξουν μεγαλύτερη υπευθυνότητα. Ο λόγος για τους influencers, τα αμφιλεγόμενα πρόσωπα πίσω από αναρίθμητους λογαριασμούς στα social media που προωθούν κάθε είδους προϊόντα, προσδοκώντας να καταστούν Διαδικτυακοί πρεσβευτές τους, έναντι αδράς αμοιβής.
Έχοντας αποσπάσει την προσοχή μεγάλων εμπορικών ομίλων, οι influencers βρέθηκαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος την χρονιά που αποχαιρετούμε, «απορροφώντας» περί τα 2 δισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα. Κι όμως, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Captiv8, το 11% των λογαριασμών αυτών αποδείχθηκε ότι περιείχαν ψευδείς πληροφορίες, οδηγώντας σε απώλεια της τάξεως των 200 εκατομμυρίων δολαρίων για τις επιχειρήσεις.
Το εύρος της απάτης ήταν τέτοιο που υποχρέωσε τη δημοφιλή πλατφόρμα του Instagram και άλλα κοινωνικά δίκτυα να προχωρήσουν στην διαγραφή εκατομμυρίων λογαριασμών που διαφημίζονταν ως influencers έχοντας προηγουμένως αγοράσει ψευδούς ακολούθους, παραπλανώντας τόσο την αγορά όσο και τους ανυποψίαστους καταναλωτές για την δυναμική της επιδραστικότητάς τους. Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η πρόσφατη απόφαση της δημοφιλούς πλατφόρμας να κρύβει τα likes από τις αναρτήσεις των χρηστών του, μέτρο που βρίσκεται σε πειραματική εφαρμογή σε χώρες όπου το πρόβλημα είναι οξύτερο.
Το θέμα αγγίζει και την ελληνική αγορά, όπου πολλές επιχειρήσεις επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο αυτό προκειμένου να προσεγγίσουν τη νεότερη γενιά των Millennials και Gen-Z που ζουν μέσα από το κινητό τους τηλέφωνο.
Όπως αναφέρει η διευθύντρια Μάρκετινγκ της εταιρείας μακιγιάζ και καλλυντικών Dust+Cream, Ολυμπία Τζιμαράκα, οι influencers αποτελούν ένα από τα εργαλεία στρατηγικής της εταιρείας με στόχο την διεύρυνση της πελατειακής της βάσης αλλά και το βαθύτερο brand awareness, ωστόσο, η επιλογή των προσώπων γίνεται με μεγάλη προσοχή και κατόπιν έρευνας. Από την πλευρά της, η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας καλλυντικών Fresh Line, Ναταλί Βαγιωνή, μιλώντας σε πρόσφατο Beauty Forum, σημείωσε ότι το influencing δεν αποτυπώθηκε ποτέ με συγκεκριμένα νούμερα, εκφράζοντας σχετική δυσπιστία σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα των σχετικών δαπανών.
Οι μισές Ελληνίδες συμβουλεύονται τα κοινωνικά δίκτυα
Πάντως, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας παροχής υπηρεσιών e-commerce Generation Y, οι νέες Ελληνίδες συμβουλεύονται τα κοινωνικά δίκτυα σε ποσοστό 46% -και ειδικότερα το Instagram σε ποσοστό 80%- πριν πάρουν μία απόφαση αγοράς για κάποιο προϊόν ομορφιάς. Επιπλέον, σύμφωνα με την Generation Y, η αγορά των γυναικών άνω των 50 ετών αποτελεί την πιο δυναμικά ανερχόμενη δημογραφική ομάδα για τις εταιρείες ομορφιάς που ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε -αληθινούς- influencers.
Σε κάθε περίπτωση, μετά τον κανιβαλισμό της αγοράς από αμφιλεγόμενες διαδικτυακές προσωπικότητες, αρκετές εταιρείες έχουν στραφεί στους micro-influencers, δηλαδή λογαριασμούς στα κοινωνικά δίκτυα που έχουν λιγότερους από 10.000 ακολούθους, στοχεύοντας έτσι στην προώθηση ενός προϊόντος σε μικρότερο μεν εύρος αλλά με την μορφή της “φιλικής συμβουλής”.
Πρόσφατη εξάλλου έρευνα της McKinsey πιστοποιεί ότι η παρότρυνση από μία κοντινή, αξιόπιστη πηγή αυξάνει τις πιθανότητες αγοράς ενός προϊόντος κατά 50%. Αντίστοιχης στόχευσης είναι και η στροφή αρκετών εταιρειών στους super fans, τους πιο φανατικούς υποστηρικτές μίας μάρκας οι οποίοι λειτουργούν σαν μίνι διαφημιστές της στον κοινωνικό τους κύκλο. Ποντάροντας στην κόπωση από τους influencers (influencer fatigue) και αξιοποιώντας σύνθετους αλγόριθμους, νεοφυείς επιχειρήσεις υπόσχονται να εντοπίσουν και να συνδέσουν τους πιο φανατικούς υποστηρικτές μίας φίρμας με την ίδια, προκειμένου να λειτουργήσουν ως πρεσβευτές της σε μικρότερη κλίμακα.
Με δεδομένο ότι ο μέσος Ευρωπαίος δαπανά 24 ώρες την εβδομάδα σερφάροντας στο Διαδίκτυο κι ελέγχει το κινητό του τηλέφωνο ανά 12 λεπτά ημερησίως, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ofcom, η προβολή μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα αποτελεί μονόδρομο καθιστώντας το influencer marketing κορυφαίο εργαλείο για τις εταιρείες. Ας ελπίσουμε μόνο ότι στη νέα δεκαετία η επιδιωκόμενη επιδραστικότητα θα συνοδεύεται και από την αντίστοιχη αυθεντικότητα τόσο του αγγελιοφόρου όσο και του μηνύματος.