Ένα παράθυρο στην επόμενη ημέρα των ελληνικών τραπεζών, ύστερα από 13 χρόνια δοκιμασίας από τη μεγάλη οικονομική κρίση και τους κραδασμούς που προκάλεσε η πανδημία, ανοίγουν τα οικονομικά στοιχεία του τραπεζικού συστήματος για το 9μηνο του 2022, που δείχνουν για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό και μετάβαση σε αρκετά υψηλή κερδοφορία, κυρίως επειδή μειώθηκαν θεαματικά οι προβλέψεις για τα «κόκκινα» δάνεια.
Ειδικότερα, από τα στοιχεία που παραθέτει η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική πολιτική, αρχίζει να διαφαίνεται αρκετά καθαρά το αποτέλεσμα της μεγάλης προσπάθειας για την εξυγίανση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων δανείων, αλλά και η επίδραση που έχει αυτή η εξυγίανση στην κερδοφορία των τραπεζών:
- Για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος καταγράφεται μείωση του δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό, 9,7%, ενώ οι τέσσερις συστημικές τράπεζες εμφανίζουν ακόμη καλύτερο δείκτη ΜΕΔ, 7,4%.
Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων* | |||
Δεκ. 2021 | Σεπτ. 2022 | Σεπτ. 2021 | |
Δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) | 15 | 12,8 | 9,7 |
Δείκτης ΜΕΔ ανά χαρτοφυλάκιο | |||
Επιχειρηματικά | 15,2 | 13 | 8,9 |
-Μεγάλες επιχειρήσεις | 8,5 | 7,1 | 4,6 |
-Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις | 24,1 | 21 | 14 |
-Ελεύθεροι επαγγελματίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις | 32,5 | 30,7 | 28,9 |
-Ναυτιλιακά | 10,9 | 6,2 | 2,6 |
Στεγαστικά | 11,8 | 10,4 | 10,4 |
Καταναλωτικά | 24,8 | 19,5 | 18,5 |
*ποσοστό %, στοιχεία εντός ισολογισμού, ατομική βάση |
- Μετά την εγγραφή τεράστιου ύψους προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο το 2021, λόγω της μαζικής τιτλοποίησης προβληματικών δανείων με τις κρατικές εγγυήσεις του προγράμματος «Ηρακλής», οι προβλέψεις στο 9μηνο του 2022 μειώνονται θεαματικά, κατά 82,6% ή κατά 6,352 δισ. ευρώ.
- Ο περιορισμός της «αιμορραγίας» κερδών από τις προβλέψεις πιστωτικού κινδύνου και τα αυξημένα έσοδα από προμήθειες και χρηματοοικονομικές πράξεις, επέτρεψε στις τράπεζες στο 9μηνο του 2022 να ξεφύγουν από τις βαριές ζημιές (προ φόρων) του 2021, οι οποίες είχαν ανέλθει σε 4,396 δισ. ευρώ και να εμφανίσουν κέρδη 3,4 δισ. ευρώ. Πρόκειται για μια βελτίωση περίπου κατά 7,8 δισ. ευρώ, ένα πολύ υψηλό ποσό, στο οποίο συμπυκνώνεται η μεγάλη βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων.
Αποτελέσματα χρήσεως των ελληνικών τραπεζών | |||
(ποσά σε εκατ. ευρώ) | Εννεάμηνο 2021 | Εννεάμηνο 2022 | Μεταβολή (%) |
Λειτουργικά έσοδα | 6.616 | 7.965 | 20,4 |
Καθαρά έσοδα από τόκους | 4.209 | 4.053 | -3,7 |
– Έσοδα από τόκους | 5.400 | 5.387 | -0,2 |
– Έξοδα τόκων | -1.191 | -1.334 | 12 |
Καθαρά έσοδα από μη τοκοφόρες εργασίες | 2.407 | 3.912 | 62,5 |
– Καθαρά έσοδα από προμήθειες | 1.088 | 1.272 | 17 |
– Έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις | 1.238 | 1.902 | 53,7 |
– Λοιπά έσοδα | 82 | 738 | >100 |
Λειτουργικά έξοδα | -3.075 | -2.934 | -4,6 |
Δαπάνες προσωπικού | -1.543 | -1.363 | -11,7 |
Διοικητικά έξοδα | -1.107 | -1.127 | 1,8 |
Αποσβέσεις | -425 | -444 | 4,4 |
Καθαρά έσοδα | 3.541 | 5.032 | 42,1 |
Προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο | -7.690 | -1.338 | -82,6 |
Λοιπές ζημίες απομείωσης | -166 | -165 | -0,3 |
Μη επαναλαμβανόμενα κέρδη/ζημίες | -81 | -128 | 57,8 |
Κέρδη/ζημίες προ φόρων | -4.396 | 3.400 | - |
Φόροι | -260 | -795 | 206,1 |
Κέρδη/ζημίες από διακοπτόμενες δραστηριότητες | 39 | 299 | >100 |
Κέρδη/ζημίες μετά από φόρους | -4.617 | 2.905 | - |
Το ξέφωτο και οι νέοι κίνδυνοι
Όσον αφορά τα δικά τους προβλήματα, οι τράπεζες φαίνεται ότι έχουν καταφέρει να βγουν σε ξέφωτο, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το 2023 δεν θα αντιμετωπίσουν σοβαρές προκλήσεις, που προέρχονται κυρίως από την επιδείνωση του διεθνούς μακροοικονομικού περιβάλλοντος, για τις οποίες η Τράπεζα της Ελλάδος συνιστά αυξημένη επαγρύπνηση.
«Η αύξηση των επιτοκίων θα υποβοηθήσει εν μέρει τη λειτουργική κερδοφορία των τραπεζών, η οποία όμως θα επηρεαστεί αρνητικά από το αυξημένο κόστος χρήματος καθώς και από την επιβράδυνση της πιστωτικής επέκτασης και τη δημιουργία νέων ΜΕΔ σε συνάφεια με τους υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού και την αναμενόμενη επιδείνωση της οικονομικής δραστηριότητας», τονίζει σχετικά η ΤτΕ.
Η ανάλυση της ΤτΕ για την πορεία των ελληνικών τραπεζών
Το πρώτο εξάμηνο του 2022 οι τραπεζικοί όμιλοι της ευρωζώνης παρουσίασαν αύξηση της αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2021, καθώς η αύξηση των λειτουργικών εσόδων και η μείωση των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο αντιστάθμισαν την αύξηση των λειτουργικών εξόδων. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας σε επίπεδο ευρωζώνης υποχώρησαν ελαφρώς τον Ιούνιο του 2022 σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2021, ενώ ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) συνέχισε την πτωτική του πορεία.
Οι διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης αναμένουν αποδυνάμωση των προοπτικών του κλάδου, αναφέροντας ότι η αύξηση των επιτοκίων θα υποβοηθήσει εν μέρει τη λειτουργική κερδοφορία των τραπεζών, η οποία όμως θα επηρεαστεί αρνητικά από το αυξημένο κόστος χρήματος καθώς και από την επιβράδυνση της πιστωτικής επέκτασης και τη δημιουργία νέων ΜΕΔ σε συνάφεια με τους υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού και την αναμενόμενη επιδείνωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Ταυτόχρονα, οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να βελτιώνουν το ονομαστικό εισόδημα των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα την άσκηση μειωτικής επίδρασης επί της πραγματικής αξίας του χρέους. Από την άλλη πλευρά, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις επηρεάζονται αρκετά δυσμενέστερα, σε σχέση με τις επιχειρήσεις με μεγαλύτερη ισχύ στην αγορά (market power), από το αυξημένο κόστος της ενέργειας, γεγονός που συνεπάγεται ετερογενείς επιδράσεις των πληθωριστικών πιέσεων ανά οικονομία, αναλόγως με τα χαρακτηριστικά της εγχώριας επιχειρηματικής αγοράς.
Η μετάβαση των ελληνικών τραπεζών σε κέρδη
Στο περιβάλλον αυτό, το εννεάμηνο του 2022 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν κέρδη, ως αποτέλεσμα της εμφάνισης μη επαναλαμβανόμενων εσόδων, της μείωσης των λειτουργικών εξόδων και κυρίως της μείωσης των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο, οι οποίες τις είχαν οδηγήσει στην καταγραφή σημαντικών ζημιών το εννεάμηνο του 2021.
Αναλυτικότερα, τα λειτουργικά έσοδα αυξήθηκαν, καθώς η μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους αντισταθμίστηκε από τη σημαντική αύξηση των καθαρών εσόδων από μη τοκοφόρες εργασίες (προμήθειες, έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα).
Σταθερή η κεφαλαιακή επάρκεια
Αναφορικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio − CET1 ratio) σε ενοποιημένη βάση μειώθηκε οριακά στο 13,5% το Σεπτέμβριο του 2022 (από 13,6% το Δεκέμβριο του 2021), ενώ ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio − TCR) παρέμεινε αμετάβλητος στο 16,2%, παραμένοντας αμφότεροι χαμηλότερα από το επίπεδο της ευρωζώνης.
Ενσωματώνοντας την πλήρη επίδραση του ΔΠΧΑ 9 (fully loaded capital ratios), ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) αυξήθηκε σε 12,3% το Σεπτέμβριο του 2022 από 11,6% το Δεκέμβριο του 2021 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (TCR) σε 15,0% από 14,2%.
Μονοψήφιος δείκτης ΜΕΔ
Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2022 η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων σε ατομική βάση βελτιώθηκε, καθώς τα ΜΕΔ ανήλθαν σε 14,6 δισεκ. ευρώ, μειωμένα κατά 3,8 δισεκ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου 2021 και κατά περίπου 94,1 δισεκ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων για το σύνολο του τραπεζικού τομέα αποκλιμακώθηκε περαιτέρω (Σεπτέμβριος 2022: 9,7%, Δεκέμβριος 2021: 12,8%), αλλά παρέμεινε υψηλότερος από το επίπεδο της ευρωζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, άξιο λόγου είναι ότι όλες οι σημαντικές τράπεζες έχουν ήδη επιτύχει τον επιχειρησιακό στόχο τους για μονοψήφιο ποσοστό ΜΕΔ. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων για τις τέσσερις σημαντικές τράπεζες ήταν 7,4% το Σεπτέμβριο του 2022.
Σχετικά με τη διάρθρωση των ΜΕΔ, το 68% περίπου αφορά επιχειρηματικά δάνεια, το 22% περίπου στεγαστικά και το υπόλοιπο καταναλωτικά. Επίσης, περίπου ισόποση είναι η κατανομή μεταξύ δανειακών συμβάσεων που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, δανείων αβέβαιης είσπραξης (“unlikely to pay”) και δανείων σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών τα οποία δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί. Μείωση του δείκτη ΜΕΔ παρατηρήθηκε σε όλες τις κατηγορίες χαρτοφυλακίων, με τη μεγαλύτερη μείωση να καταγράφεται στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2022 περίπου το 38% του συνόλου των ΜΕΔ συνδεόταν με ρυθμίσεις, ενώ επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που τίθενται σε καθεστώς ρύθμισης εμφανίζει πάλι καθυστέρηση σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης. Επίσης, σημαντική μείωση εμφανίζει το ποσοστό των δανείων που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας το Σεπτέμβριο 2022 σε σχέση με το Δεκέμβριο 2021.
Αυξημένο κόστος έκδοσης ομολόγων
Το 2022 οι σημαντικές ελληνικές τράπεζες εξέδωσαν ομόλογα με σκοπό την κάλυψη της Ελάχιστης Απαίτησης Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων (MREL). Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης, στο τέλος Ιουνίου 2022 (SRB MREL Dashboard 2022:Q2) απομένουν περίπου 10,9 δισεκ. ευρώ που πρέπει να καλυφθούν από αντίστοιχες ομολογιακές εκδόσεις ή άλλους τύπους επιλέξιμων στοιχείων παθητικού έως το τέλος του 2025.
Μάλιστα, οι εκδόσεις αυτές διενεργήθηκαν με αυξημένο κόστος, σε συνάφεια με τη σημαντική επιδείνωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών και το αυξημένο κόστος αντίστοιχων εκδόσεων ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η Eurobank προέβη τον Ιούνιο του 2022 σε έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ύψους 500 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 4,375%, αυξημένο έναντι της αντίστοιχης έκδοσης του Σεπτεμβρίου 2021 (τοκομερίδιο 2,25%). Επίσης, η Alpha Bank προέβη στα τέλη Οκτωβρίου 2022 σε έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας ύψους 400 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 7,0%, αυξημένο έναντι της αντίστοιχης έκδοσης του Δεκεμβρίου 2021 (τοκομερίδιο 3,0%). Στη συνέχεια, η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς εξέδωσαν στα μέσα Νοεμβρίου ομόλογα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, ύψους 500 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 7,25% και 350 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 8,25% αντίστοιχα. Επιπρόσθετα, η Εθνική Τράπεζα προέβη στα τέλη Νοεμβρίου σε έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, ύψους 200 εκατ. λιρών Αγγλίας με τοκομερίδιο 8,75% (τελικό κόστος για την τράπεζα 6,97% μετά από συναλλαγές ανταλλαγής νομισμάτων). Επίσης, η Eurobank εξέδωσε στα τέλη Νοεμβρίου 2022 ομόλογο μειωμένης εξασφάλισης (subordinated Tier 2), ύψους 300 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 10%. Τέλος, η Alpha Bank εξέδωσε στις αρχές Δεκεμβρίου ομόλογο υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, ύψους 450 εκατ. ευρώ με τοκομερίδιο 7,5%.
Σημειώνεται ότι επιβαρυντικά στο χρηματοδοτικό προφίλ των ελληνικών τραπεζών θα δράσει η αποπληρωμή της φθηνής χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα (TLTRO-III), ενώ ευνοϊκά επιδρά η μεγάλη καταθετική τους βάση. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, το επόμενο διάστημα παρουσιάζονται σημαντικές προκλήσεις για τον τραπεζικό κλάδο, όπως οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις και η αναμενόμενη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας διεθνώς, γεγονότα που μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία νέων ΜΕΔ, ενώ μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να συνυπολογιστούν και οι επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή. Σημειώνεται ότι υποστηρικτικά προς τις προοπτικές του κλάδου δρουν τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών για την απορρόφηση έως ένα βαθμό του αυξημένου ενεργειακού κόστους, καθώς και η υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NextGenerationEU.
Συνολικά, οι τράπεζες οφείλουν να επιδεικνύουν συνεχή επαγρύπνηση για την αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων. Η περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ και η διατήρηση της κερδοφορίας τους θα συμβάλουν στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της ανθεκτικότητάς τους.