Μία ενδιαφέρουσα μεταβολή παρατηρείται την τελευταία πενταετία στην αγορά ένδυσης, με την κατηγορία του plus size να κερδίζει μερίδιο, αλλά και να ενσωματώνεται στις βασικές συλλογές ολοένα και περισσότερων καταστημάτων.
Όπως σημειώνει ο κ. Λεωνίδας Μονέδας, διευθύνων σύμβουλος της Mat Fashion, μοναδικής ελληνικής εταιρείας παραγωγής ενδυμάτων plus size στη χώρα μας και ένα από τα γνωστότερα brands στον χώρο, η τάση έρχεται από το εξωτερικό και απαντά στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των γυναικών για αυτοέκφραση πέρα από στεγανά.
«Η αγορά έχει διευρυνθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια, καθώς βλέπουμε ολοένα και περισσότερους retailers να εμπλουτίζουν τις συλλογές τους με ενδύματα σε μεγαλύτερα μεγέθη ως φυσιολογική επέκταση του προϊόντικού τους μίγματος», σημειώνει ο κ. Μονέδας.
Η εταιρεία Mat Fashion διαθέτει σήμερα 21 επώνυμα καταστήματα στην Ελλάδα, ενώ εμφανίζει εξαιρετικά εξωστρεφές προφίλ, καθώς διατηρεί περισσότερους από 600 συνεργάτες χονδρικής σε 48 χώρες, καλύπτοντας την ευρωπαϊκή αγορά αλλά και εξάγοντας ενδύματα από το Μεξικό και την Καραϊβική μέχρι την Ιαπωνία. Περαιτέρω, μέσω συνεργασιών franchise λειτουργεί δύο monobrand καταστήματα στην Κύπρο, δύο στη Ρουμανία, δύο στο Καζακστάν κι ένα στη Ρωσία.
«Η αγορά της Ρωσίας και της Ρουμανίας παρουσιάζει αυξημένη δυναμική και στοχεύουμε σε περαιτέρω επέκταση του δικτύου μας», επισημαίνει ο κ. Μονέδας. Να σημειωθεί ότι οι πωλήσεις της χονδρικής της Mat ενισχύθηκαν 10% το 2018 έναντι του 2017, αγγίζοντας τα 11,1 εκατ. ευρώ, ενώ η φετινή χρήση αναμένεται να κλείσει στα περσινά επίπεδα.
«Στόχο αποτελεί η διεύρυνση των εξαγωγών μας, ανεβάζοντας το ποσοστό τους στο 60%-70% του συνολικού τζίρου της χονδρικής, από 50% που είναι σήμερα», σημειώνει ο ίδιος, υπογραμμίζοντας ότι το 95% της παραγωγής ρούχων της εταιρείας πραγματοποιείται στην Ελλάδα.
Διεθνής τάση
Η διεύρυνση των διατιθέμενων μεγεθών στα καταστήματα ρούχων αποτελεί τάση που έρχεται από το εξωτερικό –και κυρίως την αμερικανική αγορά, όπου περί το 67% των γυναικών τοποθετείται στην κατηγορία του plus size –στοιχείο που από μόνο του απαιτεί ίσως την επαναξιολόγηση της έννοιας του ρεαλιστικού μεγέθους.
Αντικατοπτρίζεται δε αφενός στην επιτυχία που γνωρίζουν νεοσύστατες εταιρείες εσωρούχων που θέτουν την άνεση του γυναικείου σώματος πάνω από όλα –με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Savage x Fenty της Rihanna- αφετέρου στις απογοητευτικές επιδόσεις της γνωστής αλυσίδας Victoria’s Secret, που καλείται να επαναπροσδιοριστεί στη βάση των ραγδαία μειούμενων πωλήσεων και της έλλειψης διαύλου επικοινωνίας με τη νεότερη γενιά των Gen-Zers, που απορρίπτει τα περιοριστικά πρότυπα και θέτει την αυτοέκφραση πάνω από όλα.
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο που ο ιταλικός οίκος μόδας Dolce & Gabbana έγινε πρωτοπόρος, διευρύνοντας την γκάμα των διατιθέμενων μεγεθών του, στοχεύοντας στην αλλαγή της εικόνας του, έστω και μέσα στα πλαίσια μίας βιομηχανίας που συχνά δέχεται πυρά για την προώθηση μη ρεαλιστικών σωματοτύπων, κι απαντώντας στις ανάγκες μίας ολοένα και αυξανόμενης μερίδας καταναλωτριών που δεν επιθυμεί να «κρυφτεί».