Όταν η Βeat ξεκίνησε τις πρώτες μέρες του Μαΐου 2011, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα άλλαζε όλη την εξέλιξη της αστικής μετακίνησης. Ωστόσο, η εταιρεία που ανέβασε πολύ ψηλά τον πήχη για τον κλάδο και τον αναβάθμισε ποιοτικά και τεχνολογικά, αντιμετωπίζει πλέον πρόβλημα στην εξυπηρέτηση των πελατών, καθώς υπάρχει έλλειψη διαθέσιμων οδηγών, οι οποίοι μετά την χαλάρωση των μέτρων κατά του κορονοϊού δεν επιλέγουν να χρησιμοποιούν την εφαρμογή.
Η μεγάλη αύξηση της επιβατικής κίνησης που σε συνδυασμό με την υψηλή προμήθεια καθιστούν μη ελκυστική για τους οδηγούς τη χρήση της πλατφόρμας αλλά και οι κακές επιλογές της εταιρίας σε ότι αφορά τη διαχείριση των σχέσεων με τους οδηγούς αποτελούν τους βασικούς λόγους της φθίνουσας πορείας του Beat. Οι οδηγοί βρίσκοντας εύκολα κούρσες στους δρόμους, απότέλεσμα της πολύ μεγάλης επιβατικής κίνησης, δεν έχουν κανένα κίνητρο να χρησιμοποιούν την εφαρμογή, δεδομένης μάλιστα τις αλμυρής προμήθειας για κάθε διαδρομή που γίνεται μέσω της πλατφόρμας.
«Η Beat δεν είναι η ίδια εταιρεία που γνωρίσαμε. Μετά την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος (σ.σ.: εξαγοράστηκε από τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες Daimler και BMW) όλα έχουν γίνει πιο απρόσωπα, με την εταιρεία να μην αφουγκράζεται τις ανάγκες των οδηγών που είναι οι βασικοί της συνεργάτες», αναφέρουν οδηγοί ταξί στο Business Daily. Δηλώνουν επίσης πως σημαντικό πρόβλημα που καταγράφεται για τους μεγάλους χρόνους αναμονής είναι η κίνηση στους δρόμους που έχει ενταθεί μετά την καραντίνα, καθώς κυκλοφορούν περισσότερα αυτοκίνητα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας η Βeat προχώρησε στην απομάκρυνση πολλών οδηγών ταξί από την εφαρμογή εξαιτίας της μειωμένης κίνησης που υπήρχε. Από την πλευρά τους οι οδηγοί αναφέρουν πως δεν υπήρξε διαβούλευση της εταιρείας μαζί τους, ενώ δεν υπήρξαν αξιοκρατικά κριτήρια για την επιλογή των οδηγών. Όπως αναφέρει οδηγός ταξί που έχει προσκληθεί να επιστρέψει στην πλατφόρμα, όμως δεν επιστρέφει προς το παρόν: «Είχα βαθμολογία 4,9 στο Beat και με έκοψαν γιατί δεν δούλευα πρωινές ώρες. Αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς γιατί η βάρδια μου είναι μόνο βράδυ. Δεν μπορεί η Beat να καθορίζει το ωράριο μου σε σχέση με τον συνεργάτη μου».
Η Beat σε μια προσπάθεια να αντιδράσει στα ολοένα και αυξημένα παράπονα περί μη εύρεσης ταξί μέσω της εφαρμογής απέστειλε πριν λίγους μήνες email στους οδηγούς - συνεργάτες της προειδοποιώντας πως αν δεν εξυπηρετούν τους πελάτες, τότε θα επαναφέρει στην εφαρμογή τους οδηγούς που είχε βγάλει λόγω της πανδημίας. Η κίνηση αυτή, ωστόσο, δεν είχε θετικό αποτέλεσμα για την εταιρία αντίθετα αποξένωσε ακόμα περισσότερο τους οδηγούς.
Υψηλή προμήθεια
Βασικός παράγοντας που οι οδηγοί των ταξί δεν επιλέγουν πλέον να χρησιμοποιούν την πλατφόρμα είναι το γεγονός πως πλέον υπάρχουν πολλοί περισσότεροι πελάτες στον δρόμο να αναζητούν διαδρομές «όπου και πληρώνουν με μετρητά». Την ίδια στιγμή οδηγοί σημειώνουν πως «το 80% των διαδρομών που παίρνουμε μέσω Beat είναι πληρωμή με κάρτα», με τους οδηγούς έπειτα από 1,5 χρόνο πανδημίας όπου τα εισοδήματά τους μειώθηκαν έως και 70%, να αναζητούν την άμεση ρευστότητα.
Ταυτόχρονα και οι αυξημένες προμήθειες της Beat που πλέον φτάνουν το 12% της κάθε διαδρομής έχουν αποθαρρύνει τους περισσότερους οδηγούς, που σημειώνουν πως όταν ξεκίνησε η εφαρμογή, η προμήθεια ήταν μόλις στα 0,50 ευρώ ανά διαδρομή. Με άλλα λόγια η αυξημένη επιβατική κίνηση επιτρέπει στους οδηγούς να βρίσκουν εύκολα πελάτες στους δρόμους και δεν προτιμούν την εφαρμογή η οποία βαρύνεται με σημσαντική προμήθεια.,
Οδηγοί αναφέρουν επίσης πως οι αλλαγές που έχουν υπάρξει στον τρόπο ανάθεσης διαδρομών της εφαρμογής με πολλούς οδηγούς να έχουν χάσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που είχαν, όπως την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν, ενώ καταγράφονται και περιστατικά που «πληγώνουν» την εφαρμογή. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά οδηγός ταξί, «υπήρξε πελάτισσα που είχε πάρει μια διαδρομή μέσω Beat, ο οδηγός απεδείχθη πως δεν γνώριζε να φτάσει στον προορισμό, με αποτέλεσμα να κατέβει η πελάτης. Μόλις η πελάτης ξανακάλεσε μέσω Beat εμφανίστηκε και πάλι ο ίδιος οδηγός».
Έλλειψη επικοινωνίας που στοιχίζει
Οι οδηγοί υπογραμμίζουν επίσης πως παρά το γεγονός ότι η Beat λαμβάνει ένα σημαντικό ποσό από εκείνους ως προμήθεια, την ίδια στιγμή η εταιρεία δεν δείχνει να συμμερίζεται τα χρήματα που χάνουν από ακυρώσεις διαδρομών ή από το γεγονός ότι μέχρι να φτάσουν στο στίγμα του πελάτη εκείνος μπορεί να έχει φύγει χωρίς να ενημερώσει την εφαρμογή.
Αναφέρουν πως η εταιρεία δίνει αποζημιώσεις μόνο στην περίπτωση που υπάρξουν 30 ακυρώσεις μέσα σε μια εβδομάδα. «Ποιο είναι το νόημα να τρέχω να εξυπηρετήσω έναν πελάτη που βρίσκεται μακριά, να μην τον βρω και να μην αποζημιωθώ κιόλας, όταν την ίδια στιγμή θα μπορούσα να είχα κάνει περισσότερες διαδρομές και να έχω πληρωθεί» σημειώνουν χαρακτηριστικά, και τονίζουν πως δεν αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα με τους σταθμούς ραδιοταξί που αποζημιώνουν κανονικά τους οδηγούς τους για χαμένες διαδρομές.
«Η απουσία τηλεφωνικού κέντρου που συνδέει τον πελάτη με τον οδηγό στην ουσία κάνει ακόμα πιο δύσκολη την συνεργασία» δηλώνει χαρακτηριστικά ένας επαγγελματίας που προσθέτει ότι τα ραδιοταξί έχουν το δικό τους τηλεφωνικό κέντρο αλλά και εφαρμογές για το κινητό. Κινούνται σε περισσότερο συνεργατικά σχήματα πλέον, με στόχο να παρέχουν ακόμα πιο γρήγορες ανταποκρίσεις σε κλήσεις.
Το success story της Beat
Η Beat είναι, ίσως, το πλέον επιτυχημένο παράδειγμα ελληνικής startup. Ιδρύθηκε το 2011 από τον Νίκο Δανδράκη, ενώ το 2017 εξαγοράστηκε από τις αυτοκινητοβιομηχανίες Daimler (Mercedes) και BMW, καθώς ήδη είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία στην ελληνική αγορά και διεθνώς, με περισσότερες από 10 εκατ. μεταφορτώσεις (download) της εφαρμογής και συνεργασία με χιλιάδες οδηγούς. Το τίμημα της εξαγοράς δεν είχε γίνει γνωστό, αλλά εκτιμάται από την αγορά ότι είχε ξεπεράσει τα 40 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι από το 2020 είναι συνεχής η φημολογία για επικείμενη εξαγορά της Free Now, της εταιρείας που έγινε το όχημα για την εξαγορά της Beat από τις αυτοκινητοβιομηχανίες, από τον κυρίαρχο παίκτη του χώρου, την αμερικανική Uber. Ωστόσο, ως τώρα δεν έχουν γίνει επίσημες σχετικές ανακοινώσεις και παραμένει αμφίβολο αν θα υπάρξει τελική συμφωνία.
Τι είχε απαντήσει η Beat
Στις 28 Ιουλίου, η Beat είχε δημοσιεύσει στην ιστοσελίδα της ένα κείμενο, με το οποίο απαντούσε στην απορία των επιβατών «γιατί δεν μπορούν να βρουν ταξί». Είχε αναφέρει πως «Το Beat είναι μία πλατφόρμα που συνδέει επιβάτες με κοντινούς διαθέσιμους οδηγούς ταξί. Οι οδηγοί ταξί δεν είναι εργαζόμενοι / υπάλληλοι του Beat. Ως πλατφόρμα, το Beat επιχειρεί να “παντρέψει” τη ζήτηση (δηλαδή τους επιβάτες που ζητούν ταξί) με την προσφορά (δηλαδή τους διαθέσιμους οδηγούς)».
Η εταιρεία σημείωσε πως από τα μέσα Ιουνίου, η ζήτηση για ταξί στην πλατφόρμα αυξήθηκε πάνω από 30%, ενώ κατέγραψε και ρεκόρ διαδρομών σε ένα μήνα στην 10χρονη παρουσία της σημειώνοντας ότι το 30% των επιβατών δηλώνει πως έχει αυξήσει τη χρήση ταξί. Επίσης σύμφωνα με τα δεδομένα, οι διαδρομές ταξί από/προς το αεροδρόμιο αλλά και μέσω ξενοδοχείων έχουν πλέον ξεπεράσει τα επίπεδα της αντίστοιχης περιόδου του 2019. Είχε αναφέρει επίσης πως η χρέωση προς τους οδηγούς παραμένει σταθερή για πάνω από μία πενταετία και είναι 9,7% συν ΦΠΑ ανά διαδρομή, χωρίς κανένα πάγιο κόστος συνδρομής.
Για τον τρόπο ανάθεσης των διαδρομών η Beat δήλωνε πως έχει δημιουργηθεί ένα νέο σύστημα προτεραιότητας όπου προκρίνονται οι οδηγοί με την υψηλότερη βαθμολογία ή με το νεότερο σε ηλικία όχημα που ρυπαίνει λιγότερο το περιβάλλον και δεν αποκλείονται οδηγοί από την πλατφόρμα. Σημείωσε πως οι οδηγοί δεν μπορούν να δουν τον προορισμό ή τον τρόπο πληρωμής του επιβάτη παρά μόνο μετά την επιβίβαση.
Η Beat σημείωνε πως σε περιόδους αιχμής κυκλοφορίας των πολιτών και των επισκεπτών δημιουργείται αυξημένη ζήτηση για ταξί ενώ την ίδια στιγμή ο αριθμός των διαθέσιμων ταξί που υπάρχουν είναι σταθερός εδώ και πολλά χρόνια. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «αν, λοιπόν, θεωρήσουμε ότι τα χειρότερα σε σχέση με την πανδημία είναι πίσω μας και ότι η ζήτηση θα συνεχίσει να ανεβαίνει με αυτούς τους ρυθμούς, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αντιμετωπίζουμε αντίστοιχες προκλήσεις στο κοντινό μέλλον και για να αποκατασταθεί η ισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς σε ένα μέσο μετακίνησης δημοσίας χρήσης όπως είναι το ταξί, θα πρέπει η Πολιτεία να εξετάσει μέτρα τόνωσης της προσφοράς».